Εκτύπωση αυτής της σελίδας
07
Οκτωβρίου

"Μαντώ Μαγδαληνή Μαυρογένους" του Μάρκου Συνοδινού

Κατηγορία Πεζογραφία

ΜΑΝΤΩ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ - 1796 ή 1797- Τεργέστη  

1848 Πάρος: Νικόλαος Μαυρογένης - Πατέρας (Φιλικός, και έμπορος). 

Ζαχαράτη Ζατζημπάτη- Μητέρα.

Ελλάδα: Βαθμός στρατιωτικός- επίτιμη Αντιστράτηγο την ονόμασε ο Καποδίστριας.    
 

Τιμή στην μεγάλη Ελληνίδα που θυσίασε όλα τα πλούτη της στον αγώνα της ελευθερίας του ξεσηκωμένου Ελληνισμού εναντίον των  εχθρών του έθνους. Λίγα λόγια για μια από τις λίγες μεγάλες ηρωίδες που ξεσηκώθηκαν  εναντίων των Τούρκων που σκλαβώσανε το Ελληνικό έθνος και το φέρανε πίσω σε μαύρη μοίρα, χωρίς να αφήσουν ίχνος πολιτισμού. Σφάξανε εξισλάμισαν Ελληνόπουλα, παιδομάζωμα για δημιουργία του τάγματος των Γενιτσάρων, κοπέλες αρπάξανε για τα χαρέμια τους, μια τόσο βάρβαρη σκλαβιά, αμορφωσιά και οπισθοδρόμηση , μέσα σε συνεχή απειλή κρεμάλας ή αποκεφαλισμού, η μόνη ελπίδα σωτηρίας. Εξισλαμισμός, εκτουρκισμός των όσων σκλάβων θέλανε να ζήσουνε με κάπως πιο ελεύθερη ζωή, μα με χαμένη την προσωπικότητα τους, κάτω από του βάρβαρου και ανελέητου κατακτητή τον στυγερό για τους σκλάβους νόμο.
    

Υπήρξαν πολλοί φλογεροί και απροσκύνητοι  Έλληνες στα βουνά στα λαγκάδια, και στη θάλασσα, που διεκδικούσανε με κάθε μέσο την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Γνωστοί είναι σε όλους ή σε πολλούς, αυτοί οι αθάνατοι νεκροί που πέσανε στον τάφο για να έχουμε λεύτερη πατρίδα. Το αξιοσημείωτο είναι ότι αν και σκλαβωμένοι οι Έλληνες μέσα τους ζούσε η Ελλάδα αδούλωτη κι ελεύθερη, ζωντανό το όνειρο του έθνους, ίσως πολύ περισσότερο από την εποχή μας.
    

Μια μεγάλη και  φλογερή Ελληνίδα είναι και η Μαντώ. Η Μαντώ (Μαγδαληνή) Μαυρογένους, υπήρξε παράδειγμα ατρόμητης Ελληνίδας, που στη νεανική της ορμή και την αγνή ψυχή της, απλόχερα έδωσε τα πάντα για την ελευθερία της πατρίδας.
    

Μέσα από την λήθη εμπρός μας φανερώνεται μια ηρωική προσωπικότητα, η Μαντώ, που εμπνέει και ξεσηκώνει τους Έλληνες να δροσιστούνε στο αθάνατο κρασί της λευτεριάς. Γυναίκα με λαμπερή προσωπικότητα και με μεγάλη καλλιέργεια, βουτηγμένη μέσα στην κολυμβήθρα του Ελληνόφωτου, με το θάρρος και, την φλόγα της λευτεριάς, δεν άργησε να ξεσηκώσει κόσμο αφού και την περιουσία της προσέφερε στον αγώνα στην Παλιγγενεσία του έθνους.


Η Μαντώ γεννήθηκε το 1796 στο χωριό Μαρμαρά της Πάρου από γονείς αρχοντικής καταγωγής, που είχαν τις ρίζες τους στις αρχοντικές οικογένειες  των Ελλήνων των Παραδουνάβιων περιοχών.
    

Κατ’ άλλους η Μαντώ ( Μαγδαληνή) κόρη του Νικολάου Μαυρογένους μεγαλέμπορου και φιλικού καταγόμενου από την φαναριώτικη οικογένεια των Μαυρογένηδων, λίγο πριν την έκρηξη της επαναστάσεως ήρθε με τον πατέρα της από την Τεργέστη και εγκαταστάθηκε στην Τήνο. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση πήγε στην πατρίδα της μητέρας της στην Μύκονο που προπαγάνδιζε την αναγκαιότητα της συμμετοχής της στον αγώνα. Με δικά της χρήματα εξόπλισε δύο πλοία και καταδίωξε τους πειρατές που λυμαινόταν την γύρω από το νησί της περιοχή.


Αργότερα συγκρότησε σώμα πεζικού στο οποίον ανέλαβε την αρχηγία ντυμένη ανδρικά. Κατόπιν τούτου δημιούργησε στόλο από έξη πλοία ο οποίος ενώθηκε με την Ναυτική δύναμη του Τομπάζη. Αλλά και πάλι εγκατέλειψε και συγκρότησε σώμα πεζικού από 16 λόχους 50 ανδρών με το οποίο πήρε μέρος στις επιχειρήσεις και στην Κάρυστο. Πολέμησε επίσης με τον Γρηγόριο Σάλλα, στις μάχες που έγιναν στο Πήλιο, στην Φθιώτιδα και στην Λεβαδιά.
    

Μετά ξαναγύρισε στη Μύκονο και ασχολήθηκε με την τροφοδοσία του Ναυτικού και την συγγραφή  υπομνημάτων, με τα οποία καλούσε τις γυναίκες της Ευρώπης να συνδράμουν τον αγώνα.
    

Μετά την απελευθέρωση πήγε στο Ναύπλιο και κατοίκησε στο σπίτι που της παραχώρησε η εθνοσυνέλευση. Το σπίτι της ήταν δίπλα σε κείνο του Δημήτριου Υψηλάντη, με τον ποίο καθώς αναφέρεται συνδέθηκε ερωτικά. Η Μαντώ ήταν όμορφη λεπτοκαμωμένη, με καλούς τρόπους και ευρωπαϊκή μόρφωση και κουλτούρα. Ήταν αδύνατο να μην την ερωτευτεί ο Δημήτριος Υψηλάντης.
    

Οι δύο τους έγιναν ζευγάρι και αρραβωνιάστηκαν. Ο Υψηλάντης είχε υποσχεθεί ότι θα παντρευόταν την αγαπημένη του, μετά την απελευθέρωση της πατρίδας. Η σχέση τους όμως προκάλεσε τα συντηρητικά ήθη της εποχής και τρομοκρατούσε πολλούς πολιτικούς ηγέτες, καθώς σήμαινε την ένωση δύο μεγάλων οικογενειών με σαφή ρωσικό προσανατολισμό. Περί το 1825 ο Ιωάννης Κωλέττης φοβούμενος ότι ο γάμος αυτός θα βοηθούσε την ανέλιξη του Υψηλάντους ως ηγεμόνα της χώρας κάτι που του έφραζε τον δρόμο προς την εξουσία, αποφάσισε να διαλύσει αυτό το δεσμό.

 

Στην απόφαση του τον βοήθησε η διαρκής επιδείνωση της υγείας του Υψηλάντη που υπέφερε από χρόνια πάθηση των Πνευμόνων, και η λαϊκή κατακραυγή που προκαλούσε το γεγονός ότι οι δύο νέοι δεν είχαν επισημοποιήσει την σχέση τους.
          

Η Μαντώ η οποία αντιμετώπιζε εντονότερες επικρίσεις ζήτησε από τον Υψηλάντη να την παντρευτεί. Εκείνος προσπάθησε να της εξηγήσει πως οι στιγμές ήταν δύσκολες για την πατρίδα και δεν έπρεπε να γίνει κάτι τέτοιο. Επειδή όμως αντιμετώπισε την οργή  της έδωσε έγγραφη υπόσχεση για γάμο, όταν οι συνθήκες θα το επέτρεπαν. Την ίδια περίοδο ο Κωλέττης προσέγγισε τους πιστούς σωματοφύλακες του Υψηλάντη και με ψεύτικη λύπη, τους ανέφερε ότι κινδυνεύει η υγεία του αρχηγού τους λόγω αυτού του δεσμού κι ότι το όνομα του είχε εξευτελιστεί στο λαό του Ναυπλίου. Τα επιχειρήματα του τους έπεισαν και μια νύχτα που ο Πρίγκιπας  έλειπε σε περιπολία, μερικοί άνδρες του, εισέβαλαν στο σπίτι της Μαντώς την μετέφεραν στο λιμάνι και την επιβίβασαν βίαια σε ένα πλοίο που απέπλεε για τη Μύκονο απειλώντας την με θάνατο αν επέστρεφε στο Ναύπλιο.
    

Όταν ο Υψηλάντης επέστρεψε στην πόλη και πληροφορήθηκε τι είχε συμβεί εξοργίσθηκε. Έμαθε ποιοι ήταν οι ένοχοι, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να ανακαλύψει τον πρωταίτιο. Αμέσως έστειλε επιστολή στην Μαντώ , με την οποία την καλούσε κοντά του και την παρακαλούσε να συγχωρήσει την απερισκεψία των ανδρών του.
    

Πράγματι επέστρεψε στο Ναύπλιο και ο Κωλέττης εφάρμοσε ένα δεύτερο σχέδιο. Μια μέρα της έστειλε τους δύο προσωπικούς γιατρούς του Υψηλάντη να της παρουσιάσουν με τραγικό τρόπο την κατάσταση της υγείας του Πρίγκιπα και να της δηλώσουν, πως αν δεν αποχωριζόταν, εκείνος θα πέθαινε και η πατρίδα θα έχανε έναν από τους πιο άξιους υπερασπιστές της.

 

Τα λόγια τους ήταν αρκετά για να θίξουν την φιλοπατρία της Μαντώς. Συγκέντρωσε βιαστικά τα πράγματα της και χωρίς να αποχαιρετήσει κανέναν, εγκατέλειψε το Ναύπλιο.
    

Όταν ο Υψηλάντης πληροφορήθηκε τη φυγή της Μαντώς της έστειλε επανειλημμένα καλώντας την να επιστρέψει, όμως τα φλογερά εκείνα γράμματα έπεσαν στο κενό. Η Μαντώ πίστεψε ότι η επίσκεψη των γιατρών είχε σκηνοθετηθεί από τον ίδιο. Νόμιζε ότι ο Υψηλάντης ήθελε να αθετήσει με αυτό τον τρόπο την υπόσχεση περί γάμου που της είχε δώσει.
  

Τον Αύγουστο του 1832 ο Υψηλάντης πέθανε. Μετά την ανακήρυξη του από τον Καποδίστρια σε στρατάρχη της ανατολικής Ελλάδος, έλειπε τον περισσότερο καιρό από το Ναύπλιο, με συνέπεια η στρατιωτική ζωή να επιδεινώσει την υγεία του. Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του, η Μαντώ παρόλο ότι είχε πληροφορηθεί τα άσχημα νέα δεν πήγε να του μιλήσει.

 

Όταν όμως ο πρίγκιπας πέθανε, η Μαντώ ξεκίνησε αποφασισμένη να τον νεκροστολίσει και να τον μοιρολογήσει, χωρίς κανένας να τολμήσει να την εμποδίσει . Ακολούθησε μαυροφορεμένη την κηδεία του, τραγική ανύπαντρη χήρα.
    

Αμέσως μετά έφυγε για πάντα από το Ναύπλιο. Πάμπτωχη μετά πήγε στη Μύκονο κι από εκεί πήγε στην Πάρο, όπου είχε συγγενείς.
    

Πέθανε το 1848 από τύφο και ενταφιάσθηκε με έξοδα του δημοσίου στον αυλόγυρο της  Εκατονταπυλιανής. Θυσίασε τα πάντα για τον αγώνα, αυτή η φλογερή επαναστάτρια το πρότυπο ανιδιοτέλειας, αυτή η ηρωική Ελληνίδα, που στην παλιγγενεσία του έθνους, με το παράδειγμα της, ενέπνευσε όχι μόνο Ελληνίδες αλλά και πολλούς φιλέλληνες της  Ευρώπης.
    

Αυτή η μεγάλη Ελληνίδα θυσίασε τα πλούτη και τα νιάτα της για τον αγώνα για να πεθάνει μετά πάμπτωχη και σχεδόν λησμονημένη, η μεγάλη Ελληνίδα αρχοντοπούλα.
    

Η προτομή της δίκαια στήθηκε στο πεδίο του Άρεως μαζί με όλες τις ηρωικές Ελληνίδες και  όλους τους μεγάλους ναυμάχους και αγωνιστές στρατηγούς όμορφη και περιβεβλημένη την δόξα και ευπραγία σαν φωτεινό παράδειγμα, μέσα από την αχλή του μύθου , δοξασμένη πυρσοφόρος Θεϊκή  μορφή που διέλυσε τα σκότη στην τότε μπερδεμένη εποχή που αποφασιζότανε η συνέχεια της σκλαβιάς, ή η ελευθερία του έθνους.
    

Συνήθως λέγεται ότι «ο πρόδρομος θυσιάζεται», ή όπως των κλεφτών το γνωμικό «τα παλικάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν!»

 

 

 

 

 

 

 

 

Μάρκος Συνοδινός

Ποιητής- Συγγραφέας

Μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών

 

Διαβάστηκε 754 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)