ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024 - 2:47:20μ.μ.
09
Σεπτεμβρίου

Ο Επίλογος - Διήγημα της Χριστίνας Ιατρού - Σοϊταρίδη

Κατηγορία Πεζογραφία

Χρόνια και χρόνια τώρα ζούσαν στην ίδια γειτονιά…συναντιόντουσταν, τις περισσότερες φορές έπερναν την ίδια ώρα το λεωφορείο και το τρένο για τη δουλειά.

ACIATROUΑντάλλασαν ένα τυπικό χαιρετισμό κι αυτό ήταν όλο κι όλο…αυτό γινόνταν χρόνια και χρόνια…


Η μία ήταν Ελληνίδα, η άλλη Ιταλίδα, περίπου στην ίδια ηλικία. Όσο κι άν ταίριαζαν οι ράτσες τους δεν έπαυαν να είναι από ξεχωριστή γενιά…

 

Και όμως αυτές οι δύο υπάρξεις που η μοίρα το θέλησε να τις αρπάξει από την πάτρια γη - και να τις φέρει τόσο μακριά- αισθάνονταν κάτι παράξενο. Κάποιο αίσθημα ανεξήγητο, εξαίσιο ένιωθαν κάθε φορά που συναντιόντουσταν, η καρδιά τους χτυπούσε παράξενα!!!


…Εκείνη  την ημέρα, απόγευμα ήταν, κρύο, βροχή. Ο σταθμός ασφυκτικά γεμάτος, όλοι βιάζονταν να μπούνε στα βαγόνια να πάνε όσο το δυνατόν γρηγορότερα στο σπίτι τους.
    

Η Μαρία βιαστική-βιαστική  τρύπωσε μέσα σε ένα βαγόνι, μόλις πρόβαλε και κάθησε ξάφνου συμπτωματικά κάθησε δίπλα της η γνωστή της Ιταλίδα η Άννα. Οι δύο γυναίκες αισθάνθηκαν μία παράξενη θαλπωρή…λες και μαγνίτης τις ένωσε! Χαμογέλασαν, μίλησαν για τον καιρό για το συνωστισμό των τρένων…


Τελικά το τρένο έφθασε στο σταθμό, χαιρέτησε η Ιταλίδα και έτρεξε βιαστικά, θα πήγαινε στον οδοντίατρο όπως είχε πει στην Μαρία προηγουμένως.

 

Στη βιασύνη της πάνω, της έπεσε το πορτοφόλι της, η Μαρία το σήκωσε από κάτω κι όσο κι αν έτρεξε δεν την πρόφθασε, είχε ήδη χαθεί μέσα στο πλήθος…
   

- Και τώρα τι να κάνω; σκέφθηκε η Μαρία, πως θα πληρώσει η καημένη τον οδοντίατρο της; δεν ξέρω που πήγε για να πάω να της το δώσω.


Προχωρούσε έξω από το σταθμό με αυτές τις σκέψεις, όταν ξάφνου την είδε που έρχονταν προς το μέρος της κατατρομαγμένη. Η χαρά της ήταν ανύποτη όταν η Μαρία της έδωσε το πορτοφόλι. Η ώρα πλέον δεν το επέτρεπε να δει τον οδοντίατρο, οπότε αποφάσισε να πάει στο σπίτι και θα έκλεινε την επίσκεψη για μια άλλη ημέρα.
    

-Και ξέρεις κάτι; είπε η Άννα, δε θα με πείραζε τόσο για τα χρήματα που θα έχανα, θα με στεναχωρούσε πάρα πολύ για μία φωτογραφία ενός σεβαστού μου αγαπητού προσώπου, του παππού μου όταν ήταν πάρα πολύ νέος!!!
Λέγοντας αυτά είχαν φθάσει εμπρός στο σπίτι της Άννας, άρχισε δυνατή βροχή που σε λίγο έγινε καταρράκτης.


-Πέρασε μέσα, έως ότου σταματήσει λίγο η βροχή, θα σου δώσω μία ομπρέλα να πας στο σπίτι σου και μου την επιστρέφεις αύριο, ή όποτε μπορέσεις, είπε η Ιταλίδα.


… Μπήκαν μέσα σε ένα καλοβολεμένο αρχοντικό σαλόνι με πλούσια Ιταλικά έπιπλα…Η τάξη και η αρμονία μαζί με την καλαισθησία βασίλευαν παντού!


Η Μαρία έριξε το βλέμμα της τριγύρω…και ξαφνικά…σαν να την χτύπησε κεραυνός… Κρύος και ζεστός ιδρώτας την περιέλουσε…τα πόδια της δεν την κρατούσαν και πριν σωριαστεί, κάθησε σε μία πολυθρόνα…άφωνη σαν νεκρή…

 

…Η Άννα επέστρεψε κρατώντας μία ομπρέλα και χωρίς να προσέξει την ταραχή της Μαρίας, είπε. Ορίστε μία ομπρέλα, κάθησε όμως έως ότου λιγοστέψει η βροχή. Θα χαρώ πολύ να έρθεις κάποια ημέρα να γνωριστούμε, θα μου δώσει μεγάλη.                                                                                    

- Ά, ναι αυτός ο λεβεντάνθρωπος, είναι ο παππούς μου. Τζιοβάννη τον έλεγαν, είπε καθώς είδε την Μαρία να κοιτάζει μια φωτογραφία                                                         
  

- Δεν τον γνώρισα, πέθανε, όταν η μητέρα μου ήταν πολύ μικρή…Ήταν πατέρας, της μητέρας μου…είναι μια πονεμένη ιστορία θα ήθελες να σου τη διηγηθώ κάποια ημέρα;
   

-Ναί! Ναί! Πολύ θα το ήθελα…είπε η Μαρία λουσμένη στον ιδρώτα…

 

-Είχα και εγώ κάποτε ένα παππού, Γιάννη τον έλεγαν, δεν τον γνώρισα ποτέ μου. Πέθανε πριν ακόμη γνωρίσει την κόρη του…τη μητέρα μου θέλω να πω!..
   

-Άννα! αύριο είναι Σάββατο, δε δουλεύουμε πέρασε από το σπίτι μου να πάρεις την ομπρέλα, να μου διηγηθείς την πονεμένη ιστορία σου…η οικογένεια μου δε θα είναι σπίτι…έτσι θα μπορώ άνετα να ακούσω τη διήγησή σου…… Όλη τη νύχτα η Μαρία δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι, στριφογύριζε σα σβούρα στο κρεβάτι. Αδύνατο να την πάρει ο ύπνος…Μέσα στα άγρια μεσάνυχτα πετάχτηκε από το κρεβάτι, ετοίμασε ένα βαρύ καφέ και κρατώντας το φλυτζάνι στάθηκε εμπρός στο κάνδρο, που κρατούσε το μεγάλο μυστικό…… Έντεκα το πρωί…Σάββατο …η Άννα και η Μαρία κρατώντας στο χέρι το ρόφημα τους, κουβεντιάζουν…


-Ναί! έτσι όπως άκουσα την ιστορία από την γιαγιά μου και την μητέρα μου…

- Το 1922 ο παππούς της μητέρας μου βρέθηκε στο λιμάνι της καταστροφής στη Σμύρνη…ο κόσμος έτρεχε σαν τρελός να σωθεί. Ο προπάππος μου γεμάτος συμπόνια έριξε τις σκάλες του καραβιού στην αποβάθρα, χείμαρρος όρμησε ο κόσμος μέσα να γλυτώσει από των Τούρκων το μαχαίρι… Δίπλα του ένας νέος έκλαιγε σπαρακτικά, μόλις πριν λίγο είχε μάθει από τους γειτόνους του ότι η γυναίκα του και οι γονείς του σκοτώθηκαν. Ήταν έξαλος, χτυπιόνταν, έπεσε του θανατά…
    

-Όταν το καράβι έφθασε στη Μυτιλήνη, ο κόσμος βγήκε στο νησί…ο νέος κατάκοιτος. Το καράβι φόρτωσε εμπόρευμα και έβαλε πλώρη για την Ιταλία…ο νέος κατάκοιτος ακόμη… Όταν συνήλθε- ύστερα από ταξίδι πολλών ημερών-κόντευαν να φθάσουν στην Ιταλία. Με δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε την ιστορία του στον παππού της μητέρας μου.


-Εκείνος τον αγκάλιασε με δακρυσμένα μάτια, με πατρική στοργή του πρόσφερε προστασία, τον πήρε στο σπίτι του και του πρόσφερε στέγη και στοργή σαν πατέρας.

 

-Ήταν έξυπνος νέος, ήξερε λίγα Ιταλικά και έμαθε τη γλώσσα πολύ γρήγορα…Αγάπησε αγνά την όμορφη κόρη, του σωτήρα του, την όμορφη Άννα ( τη γιαγιά μου ). Παντρεύτηκαν με την ευχή των γονέων της -άλλωστε για εκείνον αυτἠ ήταν η μόνη οικογένεια του τώρα- στο χρόνο πάνω γεννήθηκε ένα κοριτσάκι -η μητέρα μου-ποτέ του δεν μιλούσε για την καταστροφή. Ήταν ευτυχισμένος τώρα, με την γυναίκα του την Άννα και το κοριτσάκι τους, δεν ήθελε να ξυπνούν οι φοβερές αναμνήσεις …
   

-΄Εγινε καραβοκύρης, καπετάνιος, σε ένα όμως από τα εμπορικά ταξίδια του στην Αίγυπτο χάθηκε δεν γύρισε πίσω στο καράβι του…κανένας δεν άκουσε, δεν έμαθε απολύτως τίποτε…Η γιαγιά μου δεν ξαναπαντρεύτηκε, έμεινε πιστή στο μεγάλο της έρωτα, την βασάνιζε όμως το μεγάλο ερωτηματικό! το μεγάλο γιατί; τι έγινε;


Τα χρόνια πέρασαν με το μυστικό αναπάντητο…το 1962 όταν διαλύθηκε « Η λεγεώνα των ξένων » ( στο Γαλλικό Μορόκο) πολλοί Ιταλοί από εκείνους τους Λεγεωνάριους επέστρεψαν στα μέρη μας…
    

Κάποια ημέρα, ένας ξένος χτύπησε την πόρτα της γιαγιάς μου.

 

-Μπορώ να δω την Σινιόρα Διακόνη; ρώτησε. Και εξιστόρησε το μεγάλο μυστικό! Ήταν στη « Λεγεώνα των ξένων » μαζί με τον άνδρα της, τον Τζιοβάννη, ποτέ τους δε μιλούσαν για το παρελθόν τους -άλλωστε δεν τους επιτρέπονταν, είχαν καταταγεί σαν ξένοι- Σε μία μάχη με τους Αλγερινούς ο Τζιοβάννη τραυματίστηκε σοβαρά, όταν κατάλαβε τη θανή του του είπε ένα μεγάλο μυστικό…


- Στην Αίγυπτο που είχε πάει συνάντησε κάποιους Έλληνες- συμπατριώτες του από τη Μικρά Ασία- εκείνοι του είπαν ότι η γυναίκα του η Μαρία γλύτωσε, έφθασε στην Ελλάδα με άλλους πρόσφυγες και έφερε στον κόσμο ένα κοριτσάκι…

 

-Όταν έμαθε όλα αυτά πήγε να τρελαθεί… πως μπορούσε να επανορθώσει; ήταν τώρα Ιταλός, ήταν τώρα παντρεμένος, ευτυχισμένος…όμως η πρώτη του αγάπη, η λατρευτή του Μαρία ζούσε και έφερε στον κόσμο το παιδί τους που ήταν στα σπάχνα της στην καταστροφή…


-Πήρε την τρομερή απόφαση να χαθεί…κανένας να μη μάθει ποτέ την ερημιά του, την κακή του μοίρα. Μού έδωσε να σου φέρω τη βέρα του που τη φορούσε πάντα και να ζητήσει να τον συγχωρέσεις για τον πόνο που σου έδωσε, δεν έπαψε να σε αγαπά ποτέ! Αυτά είπε ο ξένος δίνοντας στη γιαγιά μου τη βέρα.


-Αυτή είναι η ιστορία του παππού μου! Στη γωτογραφία που κρατώ κειμήλιο στο σπίτι είναι γραμμένο από το χέρι του το όνομα του ( Ιωάννης Διακόνου 1923 ) τη χάρισε στη γιαγιά μου όταν την ερωτεύτηκε!

 

-Λοιπόν τώρα που έμαθες την ιστορία του Έλληνα παππού μου, θέλω να ακούσω κι εγώ την ιστορία που μου υποσχέθηκες!

 

Η Μαρία όλη αυτή την ώρα άκουγε σα χαμένη, ούτε ήξερε αν ζούσε, μήπως όλα αυτά ήταν ένα όνειρο; μία φαντασία; τέλος παίρνοντας μια βαθιά αναπνοή, είπε.
    

-Άννα, προτού ακούσεις τη δική μου ιστορία θέλω να δεις κάτι…Χάθηκε για ένα λεπτό και επέστρεψε με μία φωτογραφία στο χέρι…
    

Τώρα ήταν η σειρά της Άννας, να κοιτάζει σαν υπνωτισμένη…
   

-Μαρία, τί  σημαίνουν όλα αυτά; ρώτησε με πνιγμένη φωνή!!!
    

-Σημαίνουν ότι δε θα χρειαστεί να ακούσεις την διηγησή μου! Ήδη την  διηγήθηκες μόνη σου…διηγήθηκες συνάμα και τον επίλογο !!! Που κανένας από την οικογένεια μου δεν έμαθε ποτέ…Ναι! Άννα! Ο Ιωάννης Διακόνου, ήταν ο άνδρας της γιαγιάς μου…της Μαρίας…που τόσο σκληρά χώρισε η μοίρα το 1922...
    

-΄Ωστε είμαστε λοιπόν…
    

- Ναι! Άννα! Είμαστε πρώτες εξαδέλφες, η Ελληνίδα μητέρα μου ήταν αδελφή, της Ιταλίδας μητέρας σου…χωρίς ποτέ να γνωριστούνε, ούτε καν θα μπορούσαν να φαντασθούνε…αλλά ούτε και εμείς που ζούσαμε τόσα χρόνια τόσο κοντά, ξέραμε ότι στις φλέβες μας κυλά το ίδιο αίμα…Οι δικοί μου γονείς χάθηκαν σε ένα ναυάγιο στο νησί μας, εγώ όταν μεγάλωσα πήρα την απόφαση και ήρθα στην ξενιτιά κοντά στο νέο που αγαπούσα…
   

-Εσύ Άννα; που είναι η μητέρα σου; η θεία μου;
   

-Οι γονείς μου Μαρία ζούνε στην πατρίδα μου στη Σικελία. Πρέπει μια μέρα να γνωρίσεις τη θεία σου, την αδελφή της μητέρας σου, Αντωνία τη λένε…
   

-Μα έτσι έλεγαν και τη δική μου μητέρα, το όνομα τής γιαγιάς της, όπως και της δική σου, της Ελληνίδας Μικρασιάτισσας κυράς την « Αντωνία Διακόνου »…
   

Δύο αδελφἐς με το ίδιο όνομα που δε γνωρίστηκαν ποτέ…
   

-Ναι, θα πρέπει όμως να επισκευθούμε και τη «Σμύρνη» την πατρίδα του παππού μας! του Γιάννη Διακόνου, ή του « Τζιοβάννη Διακόνη ». Να λοιπόν γιατί όταν συναντιόμασταν, νιώθαμε αυτή τη μεγάλη ώθηση. Αυτά τα παράξενα συναισθήματα στην ψυχή μας, στην καρδιά μας…εμείς δεν είμαστε μόνο ξαδέλφες, αλλά δύο αδελφές που τις ένωσε η καλή μοίρα! Για να έχουνε παρηγοριά, εδώ στη γη τη μακρινή…
                 

Να γραφτεί εδώ ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ…Ήταν της μοίρας γραπτό να γραφτεί στην αλλότρια γη ο επίλογος της ιστορίας…της τόσο ανθρώπινης, της τόσο πονεμένης, για να διδάσκει ότι, στα στήθη όλων των ανθρώπων υπάρχουν τα ίδια αισθήματα, η ίδια αγάπη, η μεγάλη θυσία, η ανθρωπιά.
   

Ο αλτρουισμός, το καθήκον, η συνείδηση, ακόμη δε περισσότερο,

« ΣΥΓΝΩΜΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ ».

 

 

 

 

 

 

 

Χριστίνα Ιατρού -Σοϊταρίδη

Συγγραφέας - Ποιήτρια

Μελβούρνη  6 – 9 - 2016             
   

Διαβάστηκε 437 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr είναι ένα site, που φιλοδοξεί να δώσει στους αναγνώστες του αντικειμενική και ανεξάρτητη ενημέρωση, χωρίς υπερβολές, παραποιήσεις και σκοπιμότητες...

Διαβάστε περισσότερα