ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024 - 5:44:20μ.μ.
23
Δεκεμβρίου

« La Cocinera»: H Ιστορία της Κούβας μέσα σε μια κουζίνα…

Κατηγορία Θέατρο και Χορός

Σ’ ένα γοητευτικό νεοκλασικό κτίριο ιδιαίτερα φροντισμένο και άρτια συντηρημένο λειτουργεί ένας φιλόξενος και ζεστός θεατρικός χώρος με μακρά σημαντική πορεία στα θεατρικά δρώμενα το « Αγγέλων Βήμα».

RIGOPOULOU

Εκεί σ’ αυτόν τον ιδιαίτερο θεατρικό χώρο, φιλοξενείται η παράσταση «La Cocinera» του Κουβανού συγγραφέα Eduardo Machado σε σκηνοθεσία του Λεωνίδα Παπαδόπουλου, μετάφραση της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα-Καλογήρου και μάλιστα είναι σε πανελλήνια πρώτη παρουσίαση επί σκηνής.


Ο Κουβανός συγγραφέας Eduardo Machado, έχει γράψει πάνω από 40 θεατρικά έργα, ο ίδιος είναι πρόεδρος στο Goldberg Department of Dramatic Writing της Νέας Υόρκης.


Το συγκεκριμένο έργο: « La Cocinera» μιλά για την Κούβα του 1959, δηλαδή για την εποχή που ξεκινά η επανάσταση του Φιντέλ Κάστρο, γι’ αυτό και όλη η πλοκή αρχίζει την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1959 όπου εκείνη τη βραδιά ο Φιντέλ Κάστρο προελαύνει πλέον στην Αβάνα.


Υποτίθεται πως μαζί με την επανάσταση, θα ερχόταν και η ελευθερία καθώς ο δικτάτορας Μπατίστα δεν θα κατείχε την εξουσία, όμως τα πράγματα δεν έγιναν ακριβώς έτσι και οι μεγαλόπνοες ελπίδες για ελευθερία και σεβασμό της προσωπικότητας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, κατακερματίστηκαν κάτω απ’ τον πέλεκυ της επανάστασης.


Ο Ερνέστο Γκεβάρα που είχε αναλάβει τον τομέα των Ενόπλων Δυνάμεων εκπόνησε ένα σχέδιο φυλακών-εγκλεισμού και φυσικά εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων στο οποίο ο Φιντέλ Κάστρο συνένεσε κι έτσι δημιουργήθηκε στην Κούβα στη χερσόνησο του Guanaha στρατόπεδο «αναμόρφωσης» όπως ονομάστηκε.


Όχι μόνο δεν υπήρχε ελευθερία έκφρασης, όχι μόνο δεν υπήρξε σεβασμός και αναγνώριση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά υπήρξε ένα τεράστιο ομοφοβικό κύμα που καταδυνάστευε τους ανθρώπους και διασκέδαζε κάθε ίχνος από την έννοια της ελευθερίας.


Ήταν πολλοί οι ομοφυλόφιλοι οι οποίοι υποτίθεται πως «αναμορφώθηκαν» στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.


Παρότι εκ πρώτης όψεως το συγκεκριμένο έργο του Eduardo Machado μοιάζει βαθειά πολιτικό, καθώς δείχνει όλη την εξελικτική πορεία της ταλαπείριας πολιτικής του Κάστρο, ωστόσο δεν μένει σε αυτό το πρώτο επίπεδο, αλλά διερευνά τις κοινωνικές δομές, τις πολυεπίπεδες πτυχές των ανθρωπίνων σχέσεων και πως αυτές διαμορφώνονται μέσα στο γενικότερο πλαίσιο των πολιτικών εξελίξεων, τις αρχές, τις αξίες, την ηθική και τη διάβρωσή της.


Η όλη πλοκή του έργου ξεκινά από την Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1959 στην Κούβα, όπου ο Φιντέλ Κάστρο προελαύνει στην Αβάνα, ενώ πολλοί υποστηρικτές του δικτάτορα Μπατίστα την ίδια νύχτα καθώς έχουν ειδοποιηθεί από το καθεστώς που καταρρέει, εγκαταλείπουν την Κούβα προκειμένου να σωθούν και να βρεθούν σε πιο ασφαλές έδαφος, στις απέναντι ακτές της Φλόριντα.


Μέσα σ’ αυτό τον πανικό, αναγκάζεται και η Άντρια η εύπορη οικοδέσποινα μαζί με το σύζυγο και το αγέννητο παιδί τους, να εγκαταλείψουν το αρχοντικό τους, όμως ζητά από την μαγείρισσα της την πιστή Γκλάντις που την ορκίζει να διαφυλάξει το αρχοντικό και την περιουσία τους, να μην αφήσει κανέναν να πατήσει το πόδι του μέσα στο σπίτι τους και να το βεβηλώσει, μέχρι που να μπορέσει όλη η οικογένεια να επιστρέψει ξανά της δίνει 600 δολάρια για τις πρώτες ανάγκες και φεύγει.


Η Cocinera Γκλάντις μένει πιστή και ακλόνητη στον όρκο της για (40) ολόκληρα χρόνια, πληρώνοντας ακριβά το τίμημα από πολλές πλευρές, ώσπου μια μέρα κάνει την εμφάνισή της η κόρη της Άντρια η Λούρδη και τότε η μεγάλη συναισθηματική ανατροπή με ισχυρό ηθικό υπόβαθρο γίνεται αισθητή.


Μέσα από την μεστή και ρέουσα μετάφραση της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα-Καλογήρου, καθώς και από τη σκηνοθετική ματιά του Λεωνίδα Παπαδόπουλου διαμορφώθηκε μια παράσταση με απόλυτα ισορροπημένη δομή και υψηλή αισθητική.


Ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Παπαδόπουλος προσεγγίζει το έργο από όλες τις εκφάνσεις του, αναδεικνύει με απόλυτα διειδή τρόπο όλη την εξελικτική πορεία της πολιτικής κατάστασης.


Εκθέτει την προεπαναστατική περίοδο, όπου όλη η χώρα βρίσκεται σε πολιτικό αναβρασμό καθώς η άρχουσα τάξη, άρχισε να χάνει έδαφος και από ισχυρή και κραταιά δύναμη μετατρέπεται σε αδύναμη, ανίσχυρη και φοβισμένη, εν αντιθέσει με το λαό που αρχίζει να αποκτά δύναμη, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος εν αναμονή της επανάστασης.


Επίσης ρίχνει φώς στη διαφοροποίηση της συμπεριφοράς των επαναστατών οι οποίοι μόλις πήραν την εξουσία στα χέρια τους από αγωνιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μετατρέπονται σε δυνάστες, τύραννους που αυθαιρετούν, που καταστρατηγούν και καταπατούν την ανθρώπινη προσωπικότητα, διεφθαρμένους, βασάλτες, χωρίς ηθική υπόσταση.


Και καταλήγει στη δεκαετία πια του ’90, όπου ο Κάστρο έχει πλήρως απομυθοποιηθεί, η Σοβιετική ένωση έχει καταρρεύσει, σταματά τη βοήθεια που παρείχε καθώς η ζάχαρη της Κούβας ήταν εξαγώγιμο βασικό προιόν στη Ρωσική αγορά, εκείνη ακριβώς την περίοδο είναι που εμφανίζεται και εδραιώνεται ο θεσμός των Παλαδάρ, δηλαδή των αρχοντικών σπιτιών που μετατράπηκαν σε εστιατόρια, προκειμένου οι άνθρωποι να επιβιώσουν, σερβίροντας παραδοσιακά πιάτα.


Μέσα σε όλο αυτό το πολιτικό-κοινωνικό φάσμα, η ρηξικέλευθη ματιά του Λεωνίδα Παπαδόπουλου, ηθογραφεί χαρακτήρες-προσωπικότητες, προσεγγίζει με χειρουργική ακρίβεια τόσο το ρόλο της Γκλάντις, της Cocinera, όσο και του συζύγου της Κάρλο και την διαφοροποίηση του χαρακτήρα του, μέσα από τις εξελίξεις, την Άντρια την πλούσια κυρία και στηλιτεύει το θέμα της ομοφυλοφιλίας μέσα απ’ το πρόσωπο του Χούλιο του εξαδέλφου της Γκλάντις.


Στο ρόλο της Γκλάντις, της Cocinera, βρίσκεται η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, με μια εξαιρετική ερμηνεία.


Κατορθώνει να αναδείξει όλη την κοινωνική διάσταση της προσωπικότητας της Cocinera, γλυκιά, τρυφερή, αέρινη, θηλυκή σαν δροσερό κορίτσι και συνειδητοποιημένη σαν ολοκληρωμένη γυναίκα που έχει απόλυτη αίσθηση καθήκοντος.


Μια μαγείρισσα που μέσα στο μικρό της βασίλειο την κουζίνα, δίνει μαθήματα ήθους, περηφάνειας, αξιοπρέπειας, μια αγωνίστρια που κρατά τον όρκο που έδωσε στην κυρά της, όταν εκείνη έφυγε από το σπίτι και της ζήτησε να της το διαφυλάξει, να μην το λεηλατήσει κανείς μέχρι να επιστρέψει κι εκείνη έμεινε άγρυπνος φρουρός, να φυλά Θερμοπύλες ζωής, καθώς περνούσαν τα χρόνια μέχρι που ασπρίσαν τα μαλλιά της για να δεχθεί την ύστατη προδοσία από εκείνη όταν η κόρη της Άντρια η Λούρδη μετά από 40 χρόνια εμφανίζεται λέγοντας πως η μητέρα της ούτε κ’ αν τη θυμόταν, ούτε την είχε αναφέρει ποτέ.


Ο απόλυτος συναισθηματικός κατακερματισμός κι όμως η Γκλάντις λέει: « Περήφανη γυναίκα είμαι» και μένει εκεί αγέρωχη.


Μένει αγέρωχη κι όταν ο σύζυγός της την απατά, όταν κάνει παιδί με άλλη γυναίκα, όταν το αποδέχεται σαν δικό της παιδί μέσα στο σπίτι κι όταν κι οι δύο έχουν μεγαλώσει είναι πάλι εκεί γλυκιά, στοργική, τρυφερή. Μια γυναίκα σύμβολο, το ιδεώδες της Απόλυτης Γυναίκας.


Η Αλεξάνδρα Παλαιολόγου έδωσε μια ερμηνεία τόσο συγκλονιστική υποκριτικά, όσο και άρτια κινησιολογικά.


Τον ρόλο του Κάρλο υποδύεται ο Μπάμπης Χατζηδάκης, με μια ερμηνεία συνταρακτική.


Είχε στα χέρια του έναν ήρωα που ηθογραφικά περνά μέσα από πολυεπίπεδα σεκάνς, καθώς αρχικά είναι ο θαλαμηπόλος του αρχοντικού με επαναστατικές ιδέες, ιδεαλιστής και συνάμα γλυκός, τρυφερός, ερωτικός απέναντι στην Γκλάντις κι έπειτα μεταμορφώνεται σε σκληρό, αδίστακτο όταν γίνεται αυτός εξουσία καθώς τελεί υπουργός του Κάστρο για να καταλήξει βοηθός μαγείρισσας της Γκλάντις στο δικό τους Παλαδάρ.


Επί της ουσίας, διαχειρίστηκε όχι έναν, αλλά τρείς ρόλους, τρία διαφορετικά πρόσωπα με απόλυτη επιτυχία, με υποκριτική ευχέρεια, ισορροπία στη δομή τους, στην ανάπτυξή τους επί σκηνής, σ’ ένα δύσκολο εγχείρημα μ’ ένα ερμηνευτικό crescendo, απλά αληθινός και απολαυστικός.


Η Δώρα Θωμοπούλου στο διττό ρόλο της Άντρια της κυρίας δηλαδή του σπιτιού και της Λούρδη της κόρης της Άντρια μετά από 40 χρόνια, ήταν ακριβής τόσο υποκριτικά, όσο και κινησιολογικά διατηρώντας το μέτρο καθώς οι ρόλοι αυτοί έμοιαζαν να έχουν ευκολίες αλλά στην ουσία όσο πιο απλός ένας ρόλος, τόσο πιο δύσκολος επί σκηνής διότι κινείται συνεχώς επί ξηρού ακμής.


Στο ρόλο του Χούλιο του εξαδέλφου της Γκλάντις, βρίσκεται ο Μίλτος Σαμαράς, ο οποίος είχε αναλάβει το δύσκολο σημειολογικά ρόλο του ομοφυλόφιλου εξαδέλφου.


Υπήρξε αληθινά συγκινητικός επί σκηνής καθώς ανέδειξε τόσο τον κοινωνικό και πολιτικό διωγμό και την κατακραυγή που δέχονταν τότε οι ομοφυλόφιλοι γι’αυτή τη σεξουαλική τους επιλογή, όσο και την δακέθυμη συναισθηματική του κατάσταση που τον διέλυε ως προσωπικότητα και τον αφάνιζε ως ύπαρξη.


Σε μια φράση του χαρακτηριστική τα περιλαμβάνει όλα: « Τα καλύτερα πράγματα είναι αυτά που έχουμε εγκαταλείψει επειδή ακριβώς φεύγουμε».


Η Μαρία Δερεμπέ στο ρόλο της κόρης του Κάρλο ήταν δροσερή, φρέσκια, τρυφερή, γλυκιά δίνοντας απόλυτα την αίσθηση της ηλικίας της και του νεανικού του χαρακτήρα της, με ζωντάνια.


Εξαιρετική ήταν και η σκηνική παρουσία των τριών νέων του Απόστολου Μαλεμπιτζή, της Ρένας Μαυροειδάκη και του Παύλου Παυλίδη, οι οποίοι περισσότερο μας έδωσαν το χρώμα και την ατμόσφαιρα της Κούβας μέσα από τις χορογραφίες.


Ολόκληρη η πλοκή του έργου εκτυλίσσεται μέσα σε μια κουζίνα, στην κουζίνα του αρχοντικού σπιτιού όπου μαγείρισσα είναι η Γκλάντις, το σκηνικό της Όλγας Ντέντα κινείται σε παστέλ τόνους χρωματικά με πολλά μαγειρικά σκεύη και φούρνο μιας άλλης εποχής χαρακτηριστικά δείγματα, απόλυτα εναρμονισμένο χρονικά στο χαρακτήρα της εποχής που αφηγείται, που αναδύει τα αρώματα τόσο έντονα σαν να φτιάχνονται πραγματικά τα φαγητά επί σκηνής.


Σε ανάλογους τόνους κινήθηκε και η ενδυματολογική επιμέλεια του Αλέξη Φούκου με τα κοστούμια να είναι αντιπροσωπευτικά της εποχής και της προσωπικότητας του κάθε ήρωα, αναδεικνύοντας έτι περισσότερο την ηθογραφική διάσταση των ρόλων κι όλα αυτά διανθισμένα με τις εξαιρετικές μουσικές επιλογές και χορογραφίες του Στέφανου Χατζηγεωργίου που έδιναν μια ξεχωριστή νότα στο βαρύ πολιτικό-κοινωνικό δράμα που εκτυλισσόταν δείχνοντας ακριβώς αυτό τον πλουραλισμό και την διαφορετικότητα του λαού ως προς τη θεώρηση ζωής.


Αιχμηρό αλλά ιδιαιτέρως ακριβές λειτουργώντας ενημερωτικά και σχολιαστικά μαζί ως προς το θεατή, πολύ εύστοχα τοποθετημένο κατά τη διάρκεια της παράστασης το video του Νικήτα Χάσκα.


Οι φωτισμοί του Βαγγέλη Μούντριχα κατόρθωναν να ενισχύουν την ατμόσφαιρα κάθε σκηνής ανάλογα με την πλοκή.


Έτσι ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Παπαδόπουλος φιλοτέχνησε μια παράσταση που μπορεί να δρέπει δάφνες για το υψηλό της επίπεδο, για την ισορροπημένη μορφολογία της, για τις ψυχολογικές εναλλαγές και διακυμάνσεις που θέτουν το θεατή κοινωνό αυτού του δράματος, για την ξεχωριστή αισθητική της εικόνα, για τον συγκερασμό του πολιτικού στοιχείου καθώς μας μιλά για την ιδεολογία που επικρατούσε τότε και κατέρρευσε, για τη μαζική έξοδο από την Κούβα, για τον κατακερματισμό των ονείρων του λαού για μια χώρα-μια ζωή πιο λεύτερη και πιο δίκαιη, για την ομοφυλοφιλία και ταυτόχρονα για τις ανθρώπινες σχέσεις συζυγικές- ερωτικές- φιλικές- συγγενικές, εξουσίας, εμπιστοσύνης, ηθικής.


Ο Γκαίτε έλεγε πως: « Η Τέχνη είναι μεσολαβητής εκείνου που δεν μπορείς να εκφράζεις» κι εδώ ο μεσολαβητής ήταν μια απλή, ανθρώπινη και αληθινή Cocinera που μαγείρεψε το καλύτερο δείπνο για τους θεατές του « Αγγέλων Βήμα».


Δεν έχετε παρά να γευθείτε την Τέχνη της!!!

 

 

 

 

 

 

 

 

Μαριλιάνα Ρηγοπούλου

Σοπράνο-Εκπαιδευτικός-Κριτικός Θεάτρου

Διαβάστηκε 763 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(6 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr είναι ένα site, που φιλοδοξεί να δώσει στους αναγνώστες του αντικειμενική και ανεξάρτητη ενημέρωση, χωρίς υπερβολές, παραποιήσεις και σκοπιμότητες...

Διαβάστε περισσότερα