ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Πέμπτη, 8 Ιουνίου 2023 - 10:29:03μ.μ.

banner468x60

09
Δεκεμβρίου

"Η Φάτνη - Το Αστέρι - Οι Μάγοι" - Άρθρο της Κατερίνας Ραμανδάνη

Κατηγορία Άρθρα - Απόψεις

Κάποτε ήταν ο κόσμος παραδεισένιος, γιατί ήταν κάτω απ’την φροντίδα του Δημιουργού και τον σκέπαζε η Αγάπη του Θεού-Πατέρα.

ramadnΝα, όμως που η ματαιοδοξία ξεσήκωσε την ψυχή και την οδήγησε να ακολουθήσει τον αλαζονικό εγωισμό του Εωσφόρου: «Υπερηφανεύτηκε σαν νεοφώτιστη κι έπεσε στην καταδίκη του διαβόλου» (Α τιμ. 3,6) «Θα είσθε σαν Θεοί» (Γεν. 3,5) υποσχέθηκε πονηρά φθονερός θηρευτής και νόμισε η αφελής πως έγινε γρήγορα «Θεός και δεν ήταν άνθρωπος» (Πρβλ. Ιεξ. 28, 2-9).


Κι ύψωσε γύρω απ’ την ψυχή το θάνατο σαν τείχος κάνοντας το σώμα πια θνητό, να φθείρεται, να διαλύεται να βγάζει πηγές από σκουλήκια και να γεμίζει δυσωδία για να βάλει απ’ την  αρχή τα θεμέλια της ταπεινοφροσύνης, ώστε να παύσει νάναι αλαζόνας ο άνθρωπος, μια και μπροστά στο θάνατο τίποτε δεν είναι πιο τιποτένιο και πιο βρωμερό απ’ 3αυτόν. Κι «όπως έπεσε από τον ουρανό ο εωσφόρος που ανατέλλει το πρωί» (Η6. 14,12), γιατί «είπε με το νου του, θ’ ανέβω στον ουρανό, επάνω στ’ άστρα του ουρανού θα στήσω το θρόνο μου και θα γίνω όμοιος με τον ύψιστο Θεό» (Η6. 14, 1344), έτσι έπεσε κι ο κοσμοκράτορας τότε Ναβουχοδονόσορας (πρβ. Ησαίας) και κάθε βασιλιάς του κόσμου αυτού που λέει «εγώ είμαι ο Θεός και όχι άνθρωπος και κατοικώ μέσα στην καρδιά της γης» (ιεξ. 28, 2-8) γιατί «μήπως θα πεις, όταν θα βρίσκεσαι το χέρι εκείνου που θα σε σκοτώσουν, ότι είμαι Θεός κι όχι άνθρωπος» (ιεξ, 28,9);
    

Παντού στην οικουμένη επικρατούσε η ασέβεια, τίποτε δεν μπορούσε να διορθώσει την ανθρώπινη αλαζονεία, όλα κινδύνευαν να υποταχτούν στην ανθρώπινη ματαιοδοξία και να εξαλειφθούν απ’ την ανόητη απιστία. Και μέσα στο βαρβαρικό αυτό κόσμο ο μακάριος Αβραάμ, που προερχόταν απ’ αυτόν, «κέρδισε μια παράξενη νίκη και νίκησε τους βάρβαρους, όχι με τη δύναμη του στόματος του, αλλά με τη δύναμη της πίστης του» (Χρυσόστομος), γιατί όταν έπαιρνε την εντολή του Θεού χωρίς ούτε να Τον γνωρίσει ούτε να διδαχθεί ποτέ τίποτε, χωρίς να ξέρει γράμματα και νάναι χαρισματικός προφήτης, άφησε πατρίδα, σπίτι φίλους και συγγενείς κι ήρθε σε άγνωστη και ξένη χώρα, άφησε τα φανερά και τα σίγουρα για τα άγνωστα και τ’ αβέβαια, εγκατέλειψε χωρίς δισταγμό αυτά που «είχε στα χέρια του κι έπαιρνε εκείνα που ήταν  ελπίδες έχοντας οδηγό την πίστη και κρατώντας την αντί για ραβδί την υπόσχεση του Θεού». (Χρυσόστομος)
  

 Περιφρόνησε ο Προπάτοράς μας τα βιοτικά πράγματα κι άπλωσε την ελπίδα του με μόνη την πίστη σαν άγκυρα σωτηρίας σ’ αυτά που επιζητούσε, μια κι «η ελπίδα που τη βλέπει κανείς δεν είναι ελπίδα» (Ρωμ. 8,24), αφού για τον Παύλο «η στιγμιαία ελαφρύ θλίψη μας προετοιμάζει για μας αιώνιο βάρος δόξας που ξεπερνάει κάθε μέτρο, επειδή δεν προσέχουν εκείνα που βλέπονται, αλλ’ εκείνα που δε βλέπονται» (Β’ Κορ. 4, 13-18).
    

Όταν πρόκειται στον κόσμο μας το βαρβαρικό να μπει κάποιος βασιλιάς σε μια πόλη υψώνονται λάβαρα, του παραστέκουν αξιωματούχοι με λαμπρές ενδυμασίες τον υποδέχονται με μουσικές, με τιμές, μ’ επισημότητες. Όταν ήλθε στη γη μας αυτή ο Βασιλιάς των Ουρανών και των μυριάδων Αγγέλων δεν έγινε τίποτε τέτοιο, αλλά τον δέχτηκε στην αγκαλιά της μια ασήμαντη στην εμφάνιση μητέρα, τον υποδέχτηκε μια φάτνη μέσα σε μια καλύβα με τα ζώα, τον προσκύνησαν άξεστοι βοσκοί και βάρβαροι μάγοι, τον παράστεκαν η φτώχεια κι η στέρηση, μα και τον τραγουδούσαν όμως ψάλλοντας τη δικιά μας σωτηρία οι αγγελιοφόροι του Θεού-Πατέρα μας. Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός άφησε τη δύναμη του βασιλιά όλων των κόσμων και των χρόνων και ντύθηκε την αδύνατη ανθρώπινη φύση, απογυμνώθηκε απ’ την Παντοδυναμία της Θεότητας Του, όπως την είχε με τον Πατέρα Του και το Ομοούσιο Άγιο Πνεύμα του Θεού και ντύθηκε με τα φτωχικά σπάργανα που πρόχειρα ετοίμασε η πονεμένη Μάνα όλων των ανθρώπων εκεί στην ταπεινή Βηθλεέμ το χειμωνιάτικο παγερό βράδυ, σαν ξένος μέσα σ’ έναν αφιλόξενο κόσμο. Κι όλα αυτά έγιναν με θεία συγκατάβαση του Αιώνιου Πατέρα μας για ν’ αξιωθούμε να γίνουμε Αδέλφια του Πρωτότοκου Αδελφού μας, του χρισμένου Νέου Βασιλιά και Σωτήρα μας, του ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, του μονογενούς ΥΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. Έγιναν για να νικηθεί η ανθρώπινη αλαζονεία, για να χτυπηθεί η κοσμική ματαιοδοξία, για να γίνουμε «πλούσιοι» εμείς με τη θεληματική Του έσχατη φτώχεια την ώρα της Γέννησης Του.
  

 Γεννήθηκε στη φτωχική φάτνη της Βηθλεέμ ο κύριός μας για να διδάξει σ’ όλη τη ξακουστή οικουμένη πως «η ταπεινή εμφάνιση καταπατεί την αλαζονεία κι εξαλείφει τη ματαιοδοξία, για να πείσει όλους τους γήινους να είναι μετριόφρονες, να μη περιφρονούν τη στέρηση ούτε να εξευτελίζουν τη φτώχεια, να μη θαυμάζουν τον πλούτο ούτε ν’ αρέσκονται στις επιδείξεις, γιατί όλα αυτά είναι πιο αδύναμα απ’ τη σκιά και πιο ασήμαντα από τα φύλλα και πιο απατηλά από τα όνειρα» (Ι. Χρυσόστομος).
    

Ήλθε ο Μικρός Χριστούλης στο βαρβαρικό μας κόσμο «και παντού επικρατούσε η ασέβεια, η κνίσσα και ο καπνός»• «ούτε ο νόμος ίσχυε ούτε οι προφήτες διόρθωναν τα πράγματα, ούτε οι παραινέσεις ωφέλησαν ούτε τα θαύματα ούτε οι τιμωρίες ούτε οι ποινές» «και η γη μολύνονταν με ανθρώπινα αίματα και αγνοούνταν και αυτή η φύση, γιατί «θυσίασαν τους υιούς και τις θυγατέρες τους στα δαιμόνια» (ψαλμ. 105,37), τα θυσιαστήρια γκρεμίζονταν, οι προφήτες σκοτώνονται και ο ναός της ευσέβειας γινόταν ερείπιο και τόπος των ειδώλων, και ο λαός που οδηγήθηκε στη μέση να διδάξει άλλους γινόταν αφορμή βλασφημίας στους άλλους, «γιατί το όνομά μσυ», λέγει, «εξ αιτίας σας βλασθημείτο στα έθνη» (Η6. 52,5), και περιφρονούνται οι θυσίες, οι εορτές, οι θεομηνίες και τα Σάββατα κι ξεριζωνόταν το υπόλοιπο είδος της λατρείας, ενώ η αρετή παραμελούνταν και η φωνή του Θεού από τον ουρανό κατηγορούσε και οι φωνές από τη γη των προφητών οδύρονται και από παντού φωνές ακούονταν, αφού τα πράγματα  βρίσκονταν σε κακή κατάσταση και ήταν μεγάλη η δύναμη της κακίας, και υπήρχε κάποια πυκνή νεφέλη και βαθύ σκοτάδι, και η τρικυμία σηκωνόταν ψηλά, και τα κύματα ήταν διαδοχικά, και τα ναυάγια συχνά και αδιάκοπα, και όλοι βρίσκονταν στα βάθη της θάλασσας, και δεν ακουόταν η φωνή του Κυβερνήτη, ούτε ίσχυε η τέχνη των ναυτών, αλλά επικρατούσαν τα πονηρά πνεύματα, και δεν υπήρχε καμιά ελπίδα σωτηρίας, ούτε τολμούσε κανείς να παρακαλέσει το θεό (γιατί πώς θα τολμούσε, όταν οι προφήτες κατηγορούσαν κι οι άγγελοι – που επιβλέπουν κάθε έθνος χωριστά σκέπαζαν από ντροπή το πρόσωπό τους;), ο καιρός πια καλούσε το Δημιουργό των όλων, Αυτόν τον Πλάστη που δημιούργησε από την αρχή το γένος μας (Ι. Χρυσόστομος).

 

Μέσα σ’ αυτήν τη φοβερή αρρώστια που γεννήθηκε από τη δικιά μας αφροσύνη και την αλαζονεία, ο Κύριος μας Ιησούς «αναπήδησε» απ’ τους πατρικούς θρόνους χωρίς τοπική μετακίνηση ή ερήμωση των ουρανών κι ήλθε κι είδε τον άρρωστο άνθρωπο, κατάκοιτο κι απελπισμένο, πάνω στο κρεβάτι της κακίας, «να έχει εγκαταλειφθεί από τους ιατρούς, να πολιορκείται από τα πάθη, να κατέχεται απ’ την αρρώστια, κάθε είδος αρρώστιας να έχει πέσει στην ανθρώπινη φύση, και τον ίδιο τον άνθρωπο απελπισμένα για το μέλλον του, και τον ιατρό που του δόθηκε για τις πληγές να γίνεται σκληρός κατήγορος, εννοώ το νόμο, και ν’ αυξάνει τις κατηγορίες και να κάνει τον άνθρωπο υπεύθυνο για μεγαλύτερη τιμωρία, και την τυραννία της αρρώστιας και την υπερβολή των κακών, να μη ζητάει κανένα άλλον παρά αυτόν που από την αρχή μας έπλασε, και πρόσεξε τι κάνει από την αρχή. Ντύνεται τη δική μας φύση, την αδύναμη, τη νικημένη, για να πολεμήσει και να παλέψει πάλι μ’ αυτήν, και αμέσως από την αρχή ξεριζώνει σύρριζα τη φύση της ματαιοδοξίας, γιατί πραγματικά αυτή έγινε η αιτία όλων των κακών. Το διάβολο λοιπόν, χωρίς να είναι διάβολος, αυτή τον έκαμε να είναι διάβολος. Και το δείχνει ο Παύλος λέγοντας «να μην είναι νεοφώτιστος για να μην υπερηφανευτεί και πέσει στην καταδίκη του διαβόλου» (Α’ τιμ. 3,6) (Ι. Χρυσόστομος).
    

Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ δε γεννήθηκε και δεν έρχεται στον κόσμο μας σείοντας τη γη και αφήνοντας αστραπές, για τι η μεγαλύτερή Του Θεϊκή Λαμπρότητα φαίνεται απ’ την απέραντη ΑΓΑΠΗ Του  να μας σώσει όλους κι όχι να καταστρέψει τους κακούς. Κατέβηκε στη γη κι έγινε όμοιός μας, γιατί ήθελε να μας ανεβάσει απ’ τη γη στον ουρανό κι από γήινους και χωματένιους να μας κάνει ουράνιους ανθρώπους και μ’ αγγελικές αιώνιες ψυχές στολισμένους στο δικό του βασιλικό κόσμο πέρα και πάνω απ’το χθαμαλό και κτηνώδη κόσμο μας. «Όταν λοιπόν ήρθε ο Μονογενής Υιός του Θεού κάλεσε βαρβάρους, και όχι απλά βαρβάρους, αλλά και μάγους, το πιο μεγάλο είδος της ασέβειας». Μετατοπίζει το φρούριο του διαβόλου και τα ισχυρότατα όπλα του για να μην απελπίζεται κανείς από τους άλλους, γιατί θέλοντας να συγκρατήσει τη ματαιοδοξία, προετοίμασε έτσι τη αρχή της εισόδου Του με καλύβα και φτώχεια και μητέρα φτωχή για να πείσει με τα έργα όλους να περιφρονούν την ανθρώπινη αλαζονεία, κι όταν ήρθε, καλεί πρώτα τους βαρβάρους… Άλλωστε αυτό γίνεται και για να ντροπιάσει τους Ιουδαίους, αφού αυτοί δίσταζαν να έρθουν κοντά του, ενώ εκείνοι έκαναν και μακρινό ταξίδι για να τον δουν και να τον προσκυνήσουν και περιφερόμενοι εδώ κι εκεί ερωτούν• «που είναι εκείνος που γεννήθηκε, ο βασιλιάς των Ιουδαίων» (Ματθ. 2,2). «Τι θαυμαστά και παράδοξα πράγματα! Από βαρβαρική φωνή πρώτα κηρύσσεται ο μονογενής Υιός του Θεού στην Ιουδαία, εκεί που υπήρχαν προφήτες και πατριάρχες και δίκαιοι και νόμος και κιβωτός και διαθήκη και ναός και θυσία και λατρείες. Και αυτοί που ανατράφηκαν μ’ αυτά δε διδάσκονται ούτε όταν έμαθαν από τους βαρβάρους ενώ εκείνοι που ποτέ δεν άκουσαν τίποτε τέτοιο γίνονται διδάσκαλοι αυτών που τα μελέτησαν. Γι’ αυτό ακριβώς ο προφήτης Δαβίδ τους γελοιοποιούσε λέγοντας: «γιατί αφήνιασαν τα έθνη και οι λαοί μελέτησαν μάταια πράγματα;» (ψαλμ. 2,1). Γιατί πως δε μελέτησαν μάταια πράγματα, αφού δε δέχτηκαν αυτόν που προφητεύτηκε;

 

Δεν έκαναν όμως το ίδιο οι μάγοι, αλλ’ εγκαταλείποντας πατρίδα και σπίτι και φίλους και συγγενείς, έκαναν μακρινό ταξίδι και έριξαν τον εαυτό τους σε κίνδυνο. Γιατί, όταν ήρθαν σε βασιλευόμενη πόλη, ερωτούσαν, «που γεννήθηκε ο βασιλιάς», χωρίς να υποψιάζονται τότε την οργή του βασιλιά ούτε την εξέγερση του λαού ούτε τις επιβουλές της πόλης. Αφού λοιπόν δέχτηκαν το κήρυγμα, γίνονται ξαφνικά και φιλόσοφοι και μάρτυρες ζωντανοί περιφρονώντας το θάνατο, αψηφώντας τους κινδύνους, αδιαφορώντας για την παρούσα ζωή, διαλαλώντας με θάρρος αυτό που έμαθαν, μιλώντας δημόσια γι’ Αυτόν που γεννήθηκε ανάμεσα στο λαό και το κέντρο της πόλης. Γι’ αυτό ακριβώς και το αστέρι κρύβεται, ώστε χάνοντας τον οδηγό τους, ν’ αναγκαστούν να πληροφορηθούν από τους Ιουδαίους, ή μάλλον καθώς πληροφορούνται να διδάξουν εκείνους. Γιατί τον τόπο ζητούν μόνο, το ότι όμως γεννήθηκε, το ήξεραν από πριν.  Δεν έστειλε προφήτη, γιατί δε θα τον δέχονταν, ούτε απόστολο, γιατί δεν θα πρόσεχαν, ούτε Γραφές, γιατί δεν τις γνώριζαν, αλλά με τα γνωστά και καθημερινά πράγματα τους ανασύρει από την πλάνη τους.

 

Επειδή δηλαδή ήταν μάγοι, και η τέχνη τους ήταν σχετική με τα αστέρια, φανερώνεται σ’ αυτούς ένα αστέρι, οδηγώντας τους από τη μακρινή τους χώρα, όχι ένα αστέρι απ’ αυτά που βλέπουμε, αλλά κάποια θεϊκή και αόρατη δύναμη που πήρε το σχήμα του αστεριού. Και τους οδηγεί το αστέρι για να τους απαλλάξει στο μέλλον από την ασχολία τους με τ’ αστέρια και για να καταργήσει την εξουσία της αστρονομίας. Το ίδιο έκανε και ο Παύλος, μιμούμενος το δικό του Κύριο, γιατί λέγει• «να γίνεστε μιμητές μου, όπως είμαι και εγώ του Χριστού» (Α’ κορ. 11,1). Γιατί, όπως ο Κύριος του, καλώντας τους μάγους, έστειλε τη μορφή του αστεριού ώστε, αφού γνωρίσουν το συνηθισμένο σ’ αυτούς φαινόμενο, να υπακούσουν εύκολα, και αφού έρθουν να δουν τον Κύριο των αστεριών, κι αφού απαλλαγούν από τη δουλεία εκείνη, να έρθουν κάτω απ’ αυτή την εξουσία, έτσι ακριβώς και ο Παύλος έστειλε τον Τιμόθεο με περιτομή, που ήταν απερίτμητος, τον υποχρέωσε να περιτμηθεί ενεργώντας σαν τους ψαράδες, γιατί κι αυτοί δε ρίχνουν γυμνό το αγκίστρι στη θάλασσα, αλλά αφού το βάλλουν γύρω του δόλωμα». Η συναγωγή των Ιουδαίων είναι η θάλασσα κι ο πιστός μαθητής του Παύλου και του ΧΡΙΣΤΟΥ Τιμόθεος είναι το αγκίστρι• ντύνεται με την περιτομή για να μην φύγουν τα ψάρια βλέποντας τον γυμνό, αλλ’ αντίθετα να τα προσελκύσει, για να μη διωχτεί το αλίευμα  και φύγει τρέχοντας το θήραμα, αλλά για να κατακρατηθούν με το λόγο του κηρύγματος• γιατί μια κι ήρθε εκεί έχοντας την περιτομή κατάργησε την περιτομή. Τέτοια λοιπόν είναι τα έργα της θείας οικονομίας πρώτα δείχνει συγκατάβαση κι ύστερα ξεριζώνει. Έτσι και ο ΧΡΙΣΤΟΣ έκανε με τους βαρβάρους. Γιατί, όπως όταν καλούσε τους ανθρώπους, έγινε άνθρωπος και στη μορφή και στη φύση, έτσι και όταν καλούσε τους μάγους διαμόρφωσε την αόρατη δύναμη σε μορφή αστεριού. Και ότι το αστέρι εκείνο δεν ήταν ένα από τα πολλά γιατί φαίνεται όχι τη νύχτα, αλλά την ημέρα πράγμα που δεν είναι γνώρισμα αστεριού, και χάνεται όταν έφθασαν στα Ιεροσόλυμα, και φαίνεται όταν απομακρύνθηκαν από το βασιλιά (Ηρώδη).

 

Απ’ αυτό είναι φανερό πως ήταν κάποια λογική δύναμη που ρύθμιζε τα πάντα σύμφωνα με την εντολή που έλαβε. Και αυτό δεν είναι μόνο από εδώ φανερό, αλλά και το ότι, αφού τους οδήγησε στη φάτνη, δε φαίνεται σ’ αυτούς από τον ουρανό, αλλά κατέβηκε κάτω και στάθηκε εκεί που ήταν το Παιδί, ο Σωτήρας ΧΡΙΣΤΟΣ. Αν λοιπόν ήταν αστέρι δε θα έδειχνε ένα τέτοιο τόπο στενό και μικρό. Αυτό όμως έδειχνε και το μικρό τόπο και τη φάτνη και αφού ήρθε κοντά στο κεφάλι του Παιδιού και το έδειξε αμέσως απομακρύνθηκε! «Αν όμως οι μάγοι λένε, «είδαμε το αστέρι αυτού» (Ματθ. 2,2), μιλώντας στην αρχή σύμφωνα με την δική του τέχνη, ύστερα όμως αφού οδηγήθηκαν από το αστέρι, λυτρώθηκαν απ’ αυτήν. Ότι λοιπόν την ίδια στιγμή και το αστέρι είδαν και από την πλάνη τους λυτρώθηκαν είναι φανερό από το ότι προσκυνούν το νεογέννητο Βασιλιά των Ιουδαίων. «Γιατί τι περίμεναν από ένα Παιδί αυτοί που ήταν ξένοι και αλλοδαποί και βάρβαροι; Και από πού ήξεραν ότι θα ζήσει και θα ανταποδώσει τις αμοιβές σ’ αυτούς που ήταν από τόση μακρινή απόσταση; Και πως δεν πρόβλεψαν τον κίνδυνο που τους παραμόνευε; Και πως δε σκέφτηκαν αν ο τότε βασιλιάς τους σκότωνε; Και ποιο σύμβολο βασιλικής εξουσίας είδαν; Ποια προπύλαια; Ποιους σωματοφύλακες; Ποιους υπασπιστές; Ποια ακολουθία βασιλική; Ποιες χρυσές ασπίδες; Ποια οχήματα; Ποια οροφή; Ποιες αυλές; Ποιο πλήθος ευνούχων; Τίποτε απ’ αυτά, αλλ’ όλα τα αντίθετα, δηλαδή τη φάτνη, την καλύβα και τα σπάργανα, (τα πρόχειρα κουρέλια για ρούχα). Σε ποιόν λοιπόν πρόσφεραν το χρυσάφι, το λιβάνι και τη σμύρνα; Δεν είναι ολοφάνερο ότι είχαν τα φτερά της πίστης; Και τα δώρα ήταν πολύ διαφορετικά έχοντας τη θέση κηρύγματος. Γιατί δεν είναι αξιοκαταφρόνητος ο λόγος αν και έχει λεχθεί από πολλούς, ότι δηλαδή με το λιβάνι τον παραδέχονταν σαν Θεό, με το χρυσάφι σαν Βασιλιά και με την ταφή του, γιατί έτσι πραγματικά θάφτηκε και αυτά προμήνυαν με όσα έκαναν αυτοί. Δεν ήταν λοιπόν αυτό που γινόταν απόδειξη της δύναμης της αστρονομίας, αλλά της οικονομίας του Θεού. Γιατί εκείνος που ήρθε να διδάξει την αρετή δε συμπεριέλαβε και την αστρολογία, αλλά καταργεί εντελώς αυτήν καθορίζοντας ότι όλα είναι στη θέληση και στη μη θέληση του καθενός και τα καλά και τα μη καλά. Γι’ αυτό και γέννα απείλησε και Βασιλεία ετοίμασε. Σ’αυτούς όμως που είναι δεμένοι στην ανάγκη ούτε στεφάνια θα ετοίμαζε ούτε με κόλαση θ’ απειλούσε καθόσον και τα δυο αυτά είναι από εκείνα που γίνονται με ελεύθερη θέληση.


    Δε θα όριζε νόμους ούτε θα έδινε συμβουλές ο Κύριος μας ούτε θα έκανε τόσα πολλά, αν το ανθρώπινο γένος ήταν δεμένο στην ανάγκη. Επειδή όμως είμαστε και κυρίαρχοι στη θέληση μας, και γινόμαστε απ’ την αδιαφορία μας κακοί και από τον ζήλο μας αγαθοί και καλοί, ήρθε να φτιάξει τα σωτήρια φάρμακα και που οδηγούν στη Νέα Βασιλεία διορθώνοντας τους πολλούς με το φόβο της γέννας και την υπόσχεση της βασιλείας και διδάσκοντας με τους νόμους να φιλοσοφούν τα πράγματα. Ότι λοιπόν δεν υπάρχει μοίρα ούτε κίνηση αστέρων που να ρυθμίζει τα ανθρώπινα είναι φανερό από τα ίδια τα πράγματα και χωρίς τη βοήθεια των Γραφών. Για ποιο λόγο ντρέπεσαι όταν κάνεις τα πονηρά; Αν το αμάρτημα είναι έργο ανάγκης για ποιο λόγο δεν υποφέρεις ούτε τα λόγια όταν σε κατακρίνουν ούτε ονομάζεις ύβρη το πράγμα. Γιατί, αν τα αμαρτήματα δεν προέρχονται από τη δική σου θέληση τότε το έργο αυτό είναι έγκλημα ούτε ο λόγος αυτός είναι ύβρη.
  

 Όλα τα ανθρώπινα δεν είναι δεμένα στην ανάγκη, αλλ’ έχουν τιμηθεί με ελευθερία γιατί εκείνους που είναι υποχρεωμένοι να ενεργούν από την ανάγκη γνωρίζουμε να τους συγχωρούμε. Επειδή όμως ξέρουμε ότι δεν είμαστε δούλοι της ανάγκης, γι’αυτό δε συγχωρούμε γι’αυτό και στα δικαστήρια φθάνουμε  και τιμωρίες χρησιμοποιούμε και παιδαγωγούς ορίζουμε. Γιατί, αν του ήταν γραφτό να γίνει κακός, τι χρειάζονται τα βοηθήματα; Επομένως είναι ολοφάνερο πως τα πάντα δεν δεμένα στην ανάγκη, αλλ’ εξαρτώνται απ’ την ελεύθερη θέληση. Γιατί αλλιώς τι χρειάζονται οι κόποι και οι ιδρώτες για την αρετή; Και ούτε η αρετή θα είναι κάτι ούτε η κακία ούτε τα τεχνάσματα ούτε οι νόμοι ούτε τίποτε άλλο απ’ αυτά θα έχει σημασία. Βλέπεις που σκοπεύει ο δόλος του διαβόλου και τι θέλησε να κάνει στην οικουμένη και σε ποιο τέλος καταλήγει; Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά και περισσότερα απ’ αυτά ας αποφεύγουμε την κακία και ας προτιμούμε την αρετή, για να έχουμε κατ’ αρχή το Θεό ευσπλαχνικό, ώστε ν’ απαλλαγούμε από τη γέννα και ν’ απολαύσουμε τα αιώνια αγαθά, να γεννηθεί και στη ταπεινή φάτνη της ΨΥΧΗΣ μας ο σωτήρας ΧΡΙΣΤΟΣ οδηγώντας μας σ’ αυτόν με το ΑΣΤΕΡΙ της θείας συγκατάβασης και της ΑΓΑΠΗΣ Του, μια κι είμαστε κι εμείς άλλοτε «Ιουδαίοι» απερίτμητοι στην καρδιά απ’ την αχαριστία και άλλοτε βάρβαροι «Μάγοι» που εγκατέλειψαν όμως τη διαβολική μαγεία απ’το φρόνημα της σάρκας και προσκυνούν τώρα το ΣΩΤΗΡΑ ΧΡΙΣΤΟ στην ασήμαντη «Βηθλεέμ» της Ουράνιας ΨΥΧΗΣ μας.
    

Ο προφήτης «γνώριζε» τη μεταβολή όλων των ανθρώπινων πραγμάτων και γι’αυτό μας προειδοποίησε όλους τους «χωματένιους», απλούς διαβάτες της ζωής και «δοξασμένους βασιλιάδες», «πως έπεσε από τον ουρανό ο εωσφόρος που ανατέλλει το πρωί, αυτός που γκρεμίζει τους βασιλείς, αυτός που έχει ερημώσει όλη την οικουμένη» (Η 6.13,12-16 17) κι απευθυνόμενος σ’ αυτόν και γελοιοποιώντας τον του λέγει: «εσύ όμως είπες, θα ανέβω στον ουρανό, επάνω στα άστρα του ουρανού θα στήσω το θρόνο μου και θα γίνω όμοιος με τον ύψιστο Θεό• να τώρα θα κατεβείς στον Άδη, από κάτω σου θα στρώνουν σαπίλα και το σκέπασμα σου θα είναι τα σκουλήκια» (Η 6. 13-,13-15 11). Αυτό είναι το τέλος για τη σάρκα και το φρόνημα της σάρκας για να είναι φάρμακο της ματαιοδοξίας μας. «Ας ντρέπονται οι Ιουδαίοι που διαβάζουν τα βιβλία και δεν ξέρουν τα νοήματά τους. Ας σκεπάσουν τα πρόσωπά τους οι «Έλληνες», που αν και βλέπουν την αλήθεια να λάμπει πιο φωτεινά από την ακτίνα του ήλιου, λατρεύουν τις πέτρες και επιδιώκουν το σκοτάδι. Ας καμαρώνει η εκκλησία που με όλα λάμπει και πετάει. Γιατί, όπως ο ήλιος, είναι κοινός για όλους και η γη κοινή και η θάλασσα και ο αέρας, έτσι πολύ περισσότερο έγινε κοινός ο λόγος του κηρύγματος. Γι’ αυτό και ο Παύλος έλεγε «για να έχω κάποιο καρπό και μεταξύ σας καθώς και μεταξύ των υπόλοιπων εθνικών. Στους Έλληνες και στους βάρβαρους, στους σοφούς και τους αμόρφωτους είμαι χρεώστης• γι’αυτό, όσο εξαρτάται από μένα, είμαι πρόθυμος να κηρύξω το ευαγγέλιο και σε σας που βρίσκεστε στη Ρώμη» (Ρωμ. 1,13-15).
    

Θα ήθελα να παρευρίσκονται σήμερα εδώ οι «Έλληνες» για ν’ ακούσουν αυτά που λέχτηκαν και να μάθουν πόση είναι η δύναμη Εκείνου που σταυρώθηκε κι αναστήθηκε, πόση είναι η δύναμη της πίστης  και η αγάπη της εκκλησίας, πόση είναι η ντροπή της πλάνης, πόσο γελοίοι κι αδύναμοι είναι οι δαίμονες. Θα ήθελα να είναι εδώ σήμερα κι οι «Ιουδαίοι» για να δουν πως και στην Καινή Διαθήκη γίνεται με τρόπο θαυμαστό το ίδιο ακριβώς που γίνονταν και στην Παλαιά πως οι «Ιουδαίοι» και «βάρβαροι» που γεννήθηκαν μαζί με το ΧΡΙΣΤΟ είναι το στόλισμα της εκκλησίας είναι το καύχημα του κηρύγματος του Χριστού, είναι η απόδειξη της δύναμης που έχει η πίστη.
    

Που είναι τα κηρύγματα των φιλοσόφων της Αθήνας; Έσβησαν κι έχασαν τη δύναμη τους, μια κι ακούγονταν στη γλώσσα των «βαρβάρων», των μύθων και των ειδώλων γι’αυτό διαλύθηκαν πιο γρήγορα από ομίχλη και σχίστηκαν πιο εύκολα από ιστό αράχνης. Που είναι τα κηρύγματα των ψαράδων της Γαλιλαίας και του σκηνοποιού Πύλου; Ξεπέρασαν με την Αλήθεια και το Φώς του Νεογέννητου ΧΡΙΣΤΟΥ την Ιουδαία και όλες τις γλώσσες των «βαρβαρικών εθνών, που ούτε στ’ όνειρό τους το φαντάστηκαν. Οι προσκυνητές του νέου βασιλιά της Βηθλεέμ με μόνο τη χάρη του αληθινού Υιού του Θεού συνέτριψαν σαν «σκεύη κεραμέως» τις «φούσκες» των φιλοσόφων και των επιστημόνων χωρίς ν’ ακονίζουν τη γλώσσα τους και χωρίς να επιδιώκουν τον έπαινο, με μόνη τη δύναμη της Αλήθειας, με τη πίστη τους στο Θεό, που κατοικούσε μέσα τους. Προσείλκυσαν με τη γαλήνη απ’το φώς του Αστεριού που οδηγεί στη «Βηθλεέμ» όλους τους ανθρώπους της οικουμένης όχι μόνο γέροντες, αλλά και νέους, όχι μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες, όχι μόνο γραμματισμένους και ισχυρούς, αλλά ακόμα κι αγράμματους κι αδύναμους, όχι μόνο πλούσιους, αλλά κι αυτούς που βρίσκονται στη χειρότερη φτώχεια, όχι μόνο καλούς, αλλά και «ληστές», κι όλους που πρώτα ήταν «άφωνοι» σαν ψάρια τους έκαναν πιο σοφούς και πιο δυνατούς από ρήτορες και λογογράφους και βασιλιάδες της γης αυτής. «Σε ολόκληρη τη γη απλώθηκε η φωνή τους και στα πέρατα της οικουμένης τα λόγια τους» (Ψαλμ 18, 4-5) και «λύκοι» έγιναν «αρνιά» και το «λιοντάρι μπορεί να τρώει άχυρα σαν το βόδι» (Ης. 65,25).
  

 Ας είναι ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ μας που γεννήθηκε κάποτε στη Βηθλεέμ! Ας είναι ο ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ προσδοκώμενος απ’ το παλιό ΙΣΡΑΗΛ ΜΕΣΣΙΑΣ μέσα σ’ένα «βαρβαρικό» κόσμο, ο ΣΩΤΗΡΑΣ μας για το ΝΕΟ ΠΕΡΙΟΥΣΙΟ ΛΑΟ του στο δικό μας «αφιλόξενο κόσμο, κόσμο εωσφορικό με τις «άγονες» καρδιές και «απερίτμητες»! Ας είναι ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ ο πανάγιος ιεράρχης, ο χρυσορρόας ΙΩΑΝΝΗΣ, που «γεννήθηκε» στην κοσμοκράτειρα τότε ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ αφού η καρδιά και η ψυχή του δέχτηκε τόσο ταπεινά το ΓΕΝΝΗΜΕΝΟ ΣΩΤΗΡΑ ΧΡΙΣΤΟ και δόξασε με την αγγελική ζωή του στο ποίμνιο του σ’ όλη τη γνωστή τότε οικουμένη την εκκλησία του ΧΡΙΣΤΟΥ με ουράνιους θησαυρούς και τις θείες εντολές κι ελπίδες μέσα από την αγγελική ιεροσύνη του, μέσα απ’ τη θεωρία και την πράξη της ζωής του και μέσα απ’ την αγάπη, διακονία και τη θυσία για το χριστεπώνυμο ποίμνιο του σαν άλλος ΑΡΧΙΠΟΙΜΕΝΑΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, που σήκωσε πρόθυμα το δικό του «ΣΤΑΥΡΟ» κι ανέβηκε τον οικουμενικό του «ΓΟΛΓΟΘΑ» κι αγάπησε με την άπειρη συγκατάβαση κι ευσπλαχνία όλους τους «ΣΤΑΥΡΩΤΕΣ» του στο «κρανίο τόπο» της θυσίας του!
    

Μήπως ο κόσμος μας ως χριστιανών και σήμερα δεν θυμίζει τον αχάριστο κόσμο των Ιουδαίων; Μήπως οι παγκοσμιοποοιημένες κοινωνίες του σύγχρονου αστροφυσικού κόσμου μας δεν κατακλύζονται από τα «συβαριτικά τραπέζια» της απόλαυσης, της χλιδής, της αχόρταγης πλεονεξίας και της ανήκουστης αδιαφορίας για το διπλανό μας;
    

Ο ΜΕΣΣΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΣ κάποτε βρήκε μια ΦΑΤΝΗ για ν’ ανακλιθεί, ζώα και βοσκούς και μάγους για να τον υποδεχτούν και να τον «προσκυνήσουν»• αλήθεια στις μέρες μας που τρέχουν τόσο γρήγορα χωρίς να τις προφταίνουμε αφού κατακλύζονται από άπειρες κι ατελείωτες βιοτικές φροντίδες τόσο ανούσιες τα χρόνια μας που γίνονται πιο λιγοστά αφού κυριαρχούνται απ’ την αγωνία του «μαμωνά κάθε είδους» που καθημερινά μας κατασπαράζει μέχρι την απύθμενη άβυσσο της κόλασης του, υπάρχουν καρδιές για να δεχτούν λιτά και ταπεινά το Μικρό Χριστό, που τόσο νοσταλγεί να «γεννηθεί» και πάλι σε κάθε καρδιά, σ’ όλες τις ψυχές των πλασμάτων του, μια και τις «βλέπει» από ψηλά να σπαράζουν και να είναι πλημμυρισμένες από πόνο και οδύνη.
    

Ας ακούσουν οι «Ιουδαίοι», Γραμματείς και Φαρισαίοι της σύγχρονης εποχής μας, που κρατούν ιερόσυλα το ευαγγέλιο του ΧΡΙΣΤΟΥ, τα λόγια του Παύλου που έλεγε: «τη γαρ ελπίδι εσώθημεν ελπίς δε βλεπομένη ουκ έστιν ελπίς» (Ρυμ 8,24) και πάλι τον ίδιο Απόστολο της Οικουμένης να λέγει• «το γαρ παραυτίκα ελαφρόν της θλίψεως ημών, καθ’ υπερβολή εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ημίν, μη σκοπούντων ημών τα βλεπόμενα αλλά τα μη βλεπόμενα» (Β’κορ. 4, 17-18). «Η μωρία του κηρύγματος» (Α’ Κορ. 1,21).
    

Είναι η παράξενη εκείνη νίκη, «η νικήσασα τον κόσμον» «η πίστις ημών χωρίς να περιμένουμε ανταλλάγματα, γιατί πρέπει να προσέχουμε τα θεία λόγια της γραφής; «θ’ απλώσω το χέρι μου στο θεό τον ύψιστο, αν θα πάρω από σένα σχοινί μέχρι λουρί παπουτσιών» (Γεν. 14, 21-23) και «δωρεάν πήρατε, δωρεάν δώστε» (Ματθ. 10,9).
    

Ας παρακαλέσουμε με πολλή προσευχή να πετύχουμε όλοι τα αιώνια αγαθά που έφερε ο Νεογέννητος Αιώνιος Βασιλιάς του κόσμου με τη χάρη του και τη φιλανθρωπία του ως Κύριος, Σωτήρας και Χριστός μας, μέσα από το θηρίο και μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

 

 

 

 

 

 

 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΡΑΜΑΝΔΑΝΗ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ- ΠΟΙΗΤΡΙΑ

Διαβάστηκε 429 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr είναι ένα site, που φιλοδοξεί να δώσει στους αναγνώστες του αντικειμενική και ανεξάρτητη ενημέρωση, χωρίς υπερβολές, παραποιήσεις και σκοπιμότητες...

Διαβάστε περισσότερα