η οποία αποτελεί συνήθη πρακτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ταυτόχρονα, τονίζουμε ότι, αν είχαμε προχωρήσει σε ευρωπαϊκή ομοσπονδιοποίηση στον τομέα της δικαιοσύνης, μία τέτοια συγκάλυψη δεν θα ήταν δυνατή από την πλευρά της κυβέρνησης καθώς δεν θα αποφάσιζε η ίδια ουσιαστικά για τις ποινικές ευθύνες υπουργών της, προχωρώντας στην ξεδιάντροπη συγκάλυψη ενός τέτοιου εγκλήματος.
Οι ποινικές ευθύνες για την τραγωδία των Τεμπών δεν βαρύνουν μόνο τον σταθμάρχη και στους δυο μηχανοδηγούς της αμαξοστοιχίας των Τεμπών, όπως αποφάνθηκε προχτές η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Ο σταθμάρχης και οι δυο μηχανοδηγοί, ως οι τελευταίοι τροχοί της αμάξης, δεν είναι οι μόνοι που θα πρέπει επωμισθούν το σύνολο των ευθυνών.
Η ασφάλεια στις μεταφορές για την οποία επαιρόταν ο πρώην Υπουργός μεταφορών, κ. Καραμανλής, λίγες ημέρες πριν το δυστύχημα, όπως και η συμμόρφωση του εθνικού συστήματος μεταφορών με μοντέρνα συστήματα αυτοματοποίησης της σιδηροδρομικής γραμμής που συγκρούστηκε, εκτροχιάστηκε και έπιασε φωτιά στα Τέμπη, κόβοντας το νήμα της ζωής 57 συνανθρώπων μας, είναι ευθύνη που επωμίζονται όλοι εκείνοι που συμμετείχαν στη διακυβέρνηση και διαχείριση του συστήματος των σιδηροδρόμων της χώρας, αρχής γενομένης από τους υπευθύνους στη διοίκηση στη Λάρισα και φτάνοντας στον υπουργό μεταφορών και τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Επίσης αφορά εκείνους που απέτυχαν να ολοκληρώσουν τη Σύμβαση Έργου 717/2014 για τα συστήματα ασφαλείας των σιδηροδρόμων στην Ελλάδα. Η τηλεδιοίκηση και τα συστήματα ελέγχου ETCS που η Σύμβαση έργου 717/2014 θα εγκαθίδρυε, αν υπήρχαν, θα συνέβαλλαν στην αποφυγή του δυστυχήματος αλλά τα ευχολόγια δεν αφαιρούν ούτε ακυρώνουν τις βαριές ευθύνες μιας κυβέρνησης που σιωπά και κρύβεται πίσω από τη βουλευτική ασυλία και την αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος. Το Βολτ υποστηρίζει την άρση της βουλευτικής ασυλίας και την άμεση έρευνα για τον καταλογισμό ευθυνών στους υπαιτίους για το δυστύχημα στα Τέμπη.