ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024 - 10:26:00μ.μ.
09
Δεκεμβρίου

Εν Ανθρώποις Ευδοκία - Διήγημα της Χριστίνας Ιατρού - Σοϊταρίδη

Κατηγορία Πεζογραφία

Παραμονή  Χριστουγέννων, ο άνεμος λυσσομανούσε, ο ουρανός φορτωμένος χιόνι, έτσι και σταματούσε ο βοριάς, σίγουρα θα το έστρωνε.

ACIATROUΗ άμοιρη μάνα δεν μπορούσε να κλείσει μάτι, οι αναμνήσεις άρχισαν ένα ξέφρενο χορό μέσα στον λογισμό της...


...Δεν θέλω δώρα παιδί μου. δεν θέλω άλλα πια, μόνο την αγάπη σου θέλω, αυτό μου φτάνει και με περισσεύει.   


-Το μόνο που θέλω γιε μου από εσένα, να σε δω νοικοκύρη με οικογένεια. Θέλω να ακολουθήσεις την παράδοση και την συνέχεια της οικογενείας μας.
Αυτά έλεγε η κυρία Αρχοντία κάθε φορά που επέτρεφε το καμάρι της στο νησί, ο Στέφανος, ο μοναχογιός της από κάθε υπερπόντιο ταξίδι ανά την Υφήλιο – ο άνδρας της σπουδαίος καπετάνιος χάθηκε στον ανθό της νιότης του, μέσα στα φουρτουνιασμένα κύματα αφήνοντας την νεόπανδρη, με το βρέφος στην αγκαλιά.
Το καμάρι της ο Στέφανος – που για δική του χάρη η Αρχοντούλα δεν ξανάφτιαξε τη ζωή της – έγινε και κείνος καπετάνιος.


Κάποια ημέρα επιστρέφοντας από το ταξίδι, ξάφνου με το πλατύ του χαμόγελο, της είπε.


 -Μητέρα μου, ετοιμάσου, σου ετοιμάζω  μια έκπληξη, που χρόνια περιμένεις.


 -Ετοίμασε τιο ωραιότερο δωμάτιο και στόλισέτο με ροδανθούς και αρχοντιά. Αυτό το δωμάτιο θα στεγάσει την ευτυχία μου!


Και το ετοίμασε η κυρία Αρχοντία, περίμενε την νια, που θα χάριζε τη χαρά σε αυτό το μουγκό σπίτι.


Και έφτασε η ευλογημένη ημέρα, είδε τον Στέφανο τον λεβέντη της γαμπρό, δίπλα στην πανέμορφη νεράϊδα, με ανθούς της λεμονιάς στα μαλλιά....Η ευτυχία ήρθε γρήγορα, μικρά βλασταράκια άνοιξαν δειλά – δειλά τα ματάκια τους στον κόσμο, ψελλίσματα σαν μικρά χελιδονάκια στην ζεστή φωλιά.


-Θεέ μου! κάνε η ευτυχία αυτή να μην τελειώσει ποτέ, παρακαλούσε η μητέρα στην προσευχή της. Όμως   «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον»


«Ω! Ειμαρμένη, άσπονδη εχθρή, που ζήλεψες την οικογενειακή αυτή χαρά και χαιρέκακα διαβουλεύθηκες την καταστροφή της.»


Ο Στέφανος αραίωνε τις επισκέψεις στο νησί, με την πρόφαση δήθεν ότι υποχρεώσεις τον κρατούσαν κοντά στην Εταιρία που εργαζόταν, σπάνια και που, πήγαινε να δει την οικογένεια. Η γυναίκα του η Ευδοκία, πονούσε, υπέφερε, διαισθανόταν το κακό, όμως δεν έλεγε τίποτε από τους φόβους της στην πεθερά της, την αγαπούσε περισσότερο κι από μάνα - αφού μητέρα δεν γνώρισε – έμεινε ορφανή από την γέννησή της.

 

Η μητέρα όμως, που η μητρική της καρδιά όλα τα ένιωθε, πονούσε φοβερά. Έψαξε, ρώτησε γνωστούς και ξένους, κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσον και τελικά έμαθε την τραγική αλήθεια που σαν πύρινη ρομφαία διαπέρασε την ψυχή της.

 

Ο λατρευτός της γιος, παραστράτησε...μια πλανεύτρα μάγισσα του λιμανιού τον ξελόγιασε με τη λάγνα ομορφιά της...του έτρωγε, τους κόπους του, τον έκανε να προδώσει τον ιερό θεσμό της οικογενείας. Κανένας δεν ήξερε που βρισκόταν, έφυγε από την εργασία του, έφαγε όλα του τα χρήματα και έβαλε ενέχυρο το σπίτι της οικογενείας του.

 

Με πάμπολλους κόπους και θυσίες η οικογένεια – όταν της έγινε έξωση από το σπίτι – με το μικρό κομπόδεμα της κυρίας Αρχοντίας μπόρεσαν και νοίκιασαν ένα μικρό σπιτάκι. Ο καιρός περνούσε, ο πόνος μεγάλωνε. Οι δύο γυναίκες έπνιγαν τον πόνο τους, η κάθε μία, με το δικό της τρόπο. Λέξη κακιά ποτέ δεν ξεστόμισαν για τον αποστάτη. Είχαν την πίστη στο Θεό και φάρο την ελπίδα. Απλώς μόνο, το πικρό τους παράπονο « Γιατί;»

 

...Ο άνεμος ακόμη χτυπούσε τη φύση. Ξάφνου, χτύποι ακούστηκαν στην πόρτα! Έριξε το σάλι στον ώμο της η κυρία Αρχοντία και πήγε να ανοίξει.
 

-Ποιος να είναι άραγε μέσα στη νυχτιά;!

 -Απόψε γεννάται ο Κύριος, ας ανοίξω την πόρτα, ίσως...σε κάποιον δυστυχισμένο...ίσως ...πάλι, ποιος ξέρει...

 

Στο άνοιγμα της πόρτας αντίκρισε τον γιο της, τον παραστρατημένο. Ένας αγνώριστος Στέφανος, αδύνατος, αξύριστος, ρακένδυτος, ταλαιπωρημένος. Έπεσε στην αγκαλιά της, φιλώντας της τα χέρια και βρέχοντας τα, με καυτά δάκρυα μετανοίας.

 

-Συγνώμη μητέρα μου, εγώ ο άσωτος γιος σου ήρθα να ζητήσω εξιλέωση, πριν φύγω και χαθώ για πάντα...

 

-Να μη μάθει η Ευδοκία μου ότι έφθασα ικέτης στην πόρτα σας...δεν το αξίζω.


Ξάφνου δυο ντελικάτα χέρια, λατρεμένα, πολυαγαπημένα, έκλεισαν σε μία αγκαλιά, το σύμπλεγμα της συγνώμης, της συγχώρεσης και της ΑΓΑΠΗΣ

 

...Ξημέρωσαν Χριστούγεννα, η φύση γύρω, ντυμένη στο κατάλευκο χαλί! Τι ευτυχία Θεέ μου! Η γιαγιά, ο πατέρας, η μητέρα και τα δύο τρισχαριτωμένα αγγελούδια προχωρούνε στην εκκλησία.
  

«Και επί γης Ειρήνη  και εν ανθρώποις Ευδοκία» ψάλουν οι ψάλτες και ο Στέφανος μονολογεί...
 

«Και η δική μου Ευδοκία, Ευσπλαχνία και Ευτυχία στη ζωή μου»

Σήμερα γεννάται ο Θεός, της ΑΓΑΠΗΣ, του ελέους των οικτιρμών της συγνώμης και της συγχώρεσης.

 

 

 

 

 

 

 

 

Χριστίνα Ιατρού –Σοϊταρίδη

Συγγραφέας - Ποιήτρια

Μελβούρνη 5  Δεκεμβρίου 2016

Διαβάστηκε 311 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr είναι ένα site, που φιλοδοξεί να δώσει στους αναγνώστες του αντικειμενική και ανεξάρτητη ενημέρωση, χωρίς υπερβολές, παραποιήσεις και σκοπιμότητες...

Διαβάστε περισσότερα