Παράγωγες και οι δύο του όρου έθνος, που κι αυτός τις ίδιες στρεβλώσεις έχει υποστεί. Με αποτέλεσμα παρανοήσεις και διχογνωμίες όχι μόνο σε επιστημονικό επίπεδο, αλλά και στον ευρύτερο τομέα του πνεύματος και του στοχασμού, ακόμα δε και της πολιτικής. Και η εξήγηση; Ιδού, λόγου χάρη, κατά την εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς Μπριτάνικα: «Η αδυναμία προσδιορισμού της έννοιας έθνος (μολονότι και ο Όμηρος την κατείχε με τη σημασία «ομού συνειθισμένου και συμβιούντος πλήθους», αλλά και ο Δημόκριτος και ο Αριστοτέλης, με σημασία ανάλογη της σημερινής) οφείλεται στη δυναμική των συντελεστών μεταβολής της διεθνούς πολιτικής, η οποία διαμορφώνεται αγνοώντας τα (ασύμφορά της) επιστημονικά πορίσματα. Βρίσκεται έτσι η επιστήμη αντιμέτωπη ενός «παραδόξου» φαινομένου: ακροβασία της διεθνούς πολιτικής επάνω σ’ έναν όρο (έθνος) του οποίου η ίδια η διεθνής πολιτική αμφισβητεί το περιεχόμενο».
Δικαιολογία καθόλου πρωτότυπη. Μ’ άλλα λόγια: «Ο όφις με ηπάτησε»... Διότι θα ερωτηθεί: και γιατί να ’ναι η διεθνής πολιτική εκείνη που υπαγορεύει εδώ τις απόψεις της, και μάλιστα σε πείσμα των επιστημονικών πορισμάτων, κι αντίθετα, να μην είναι τα επιστημονικά πορίσματα αυτά που υπαγορεύουν της διεθνούς πολιτικής τη συμπεριφορά, αν βέβαια η τελευταία τούτη επιθυμεί να ’ναι στοιχειωδώς σοβαρή ή έστω να λογίζεται τέτοια;
Η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι και τόσο τιμητική για την Πολιτική Επιστήμη. Όπως σε μέρες διεθνούς οικονομικής κρίσης-καθώς οι μέρες κατά τις οποίες γράφονται οι γραμμές αυτές-δεν τιμούν ιδιαίτερα την Οικονομική Επιστήμη τα μέτρα της διεθνούς πολιτικής για της κρίσης την αντιμετώπιση, και μάλιστα με των οικονομολόγων τη συνεργασία! Άλλη κι αυτή περίπτωση... Την αφήνουμε όμως εδώ κι ας παραμείνουμε στο θέμα μας.
Ο λόγος, λοιπόν, για τις εννοιολογικές στρεβλώσεις όχι μόνο του εθνισμού και του εθνικισμού, αλλά και του όρου έθνος, από τον οποίο οι όροι προέρχονται. Αναγκαίο, επομένως, στον όρο έθνος να σταθούμε πρώτιστα. Υπάρχει δε βεβαίως γι’ αυτόν ο κλασικός ορισμός του Ρενάν:
«Έθνος είναι μια ψυχή, μια πνευματική αρχή που συγκροτείται: πρώτον, από μία πλούσια κληρονομιά αναμνήσεων. Δεύτερον, από την πραγματική συναίνεση, την επιθυμία της συμβίωσης και τη θέληση αξιοποίησης της κοινής κληρονομιάς». Δειγματοληπτικά, ωστόσο, ας δούμε κι ένα διαδικτυακό ορισμό, από αυτούς που ’ναι αναρτημένοι στη wikipedia:
«Έθνος ονομάζεται σύνολο ανθρώπων που μοιράζονται κοινά γνωρίσματα, τα οποία διακρίνουν το σύνολο αυτό σε παγκόσμια κλίμακα. Τα κυριότερα από τα γνωρίσματα αυτά μπορεί να είναι η φυλή, η γλώσσα, το θρήσκευμα ή η κοινή ιστορία και ο πολιτισμός και η γεωγραφική καταγωγή. Ιστορικά, όμως, βασικότερο στοιχείο για την ύπαρξη έθνους είναι η ανάπτυξη της εθνικής του συνείδησης ή ακριβέστερα η αυτή ιστορική αποστολή, δηλαδή ο ιδεολογικός παραγκωνισμός των υπόλοιπων στενότερων (π.χ. φατριασμός, τοπικισμός) ή και ευρύτερων (π.χ. φυλετισμός, αυτοκρατορισμός, οικουμενισμός) ομαδοποιήσεων, χάριν του εθνικισμού». Ορισμός φλύαρος-θα λέγαμε-που μέσα στην πολυλογία του εμπλέκει και τον εθνικισμό.
Αλλά τι σημαίνει εθνικισμός; Πριν όμως απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, καλό είναι να δούμε πρώτιστα τι σημαίνει εθνισμός. Και πάλι κατά τα αναρτώμενα στη wikipedia: «Εθνισμός είναι η ιδεολογική στάση που προωθεί την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης, χωρίς να δείχνει περιφρόνηση απέναντι στην ιστορία και την ταυτότητα των άλλων εθνών». Και του εθνικισμού τώρα ο ορισμός, επίσης κατά τη wikipedia:
«Εθνικισμός είναι μια εθνοπολιτική ιδεολογία με κέντρο την ιδέα του έθνους, που οδηγεί στην επιδίωξη συγκρότησης ανεξάρτητου κράτους. (Αρνητικά) η υπερτίμηση του έθνους, που οδηγεί σε εχθρότητα απέναντι σε άλλα έθνη. Η απόλυτη και με πάθος προσήλωση των ατόμων στο έθνος τους, η αφοσίωση των ατόμων στο έθνος στο οποίο ανήκουν, χωρίς όμως καμιά διάθεση υποτίμησης ή περιφρόνησης άλλου έθνους».
Δηλαδή, καταφανέστατη κι εδώ η πλήρης εννοιολογική σύγχυση.
Ας γίνουμε σαφέστεροι. Ποια επιταγή ακριβολογίας και επιστημονικής σοβαρότητας επέβαλλε, ώστε στον ορισμό του έθνους να προστεθεί κι αυτό το «χάριν του εθνικισμού», που είδαμε πιο πάνω; Ώστε, αναγνωριστικό στοιχείο του έθνους είναι ο εθνικισμός και όχι ο εθνισμός; Η καλλιέργεια εθνικής συνείδησης, στην οποία αναφέρονται οι περί έθνους ορισμοί, δεν αρκεί; Και μάλιστα χωρίς παράλληλα να καλλιεργείται εχθρότητα κατ’ άλλων εθνών;
Περνάμε τώρα στον ορισμό του εθνισμού. Για να δημιουργηθεί ο ορισμός αυτός δεν έπρεπε κάποιος λόγος να υπήρχε; Σίγουρα έπρεπε. Έπρεπε να τονιστεί η καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης. Αλλά πώς; Μακριά από υπερβολές. Και πάντα στα πλαίσια της διεθνούς νομιμότητας και συνεργασίας. Θα ’ταν παραλογισμός για τη διεθνή έννομη τάξη η αποδοχή του όρου με οποιαδήποτε άλλη έννοια.
Και ερχόμαστε πλέον στου εθνικισμού τον ορισμό, όπου το εννοιολογικό αλαλούμ κορυφώνεται. Και μόνο αν τα όσα περί εθνικισμού αναφέρονται στη wikipedia τα διαβάσει κανένας προσεκτικά, καταλαβαίνει. Εννοιολογικής ασυναρτησίας τρίπτυχο. Ασυναρτησίας πτυχή πρώτη: «Εθνικισμός- κατά τον ορισμό-είναι μια εθνοπολιτική ιδεολογία που οδηγεί στη συγκρότηση ανεξάρτητου κράτους». Γιατί, όμως, το απαιτούμενο για να προκύψει ανεξάρτητο κράτος πρέπει να’ ναι ο εθνικισμός και όχι απλώς ο εθνισμός μια και τούτος-στα πλαίσια, βεβαίως, των διεθνών νομίμων πάντα την εθνική συνείδηση καλλιεργεί;
Ασυναρτησίας πτυχή δεύτερη: εθνικισμός είναι και «η υπερτίμηση του έθνους, που οδηγεί σε εχθρότητα απέναντι σε άλλα έθνη». Όμως, μόνο σε εχθρότητα οδηγεί; Διότι σε άλλους ορισμούς, όπως αίφνης σε τούτον του Λεξικού Δημητράκου, άλλα διαβάζουμε:
«Εθνικισμός είναι η αποκλειστική προσήλωσις εις τα εθνικά ιδεώδη χαρακτηριζομένη υπό τάσεως εκμεταλλεύσεως αυτών προς επικράτησιν έναντι άλλων εθνών».
Εδώ δηλαδή, δεν υπάρχει απλώς εχθρότητα. Υπάρχει και σαφής τάση επικράτησης ενός έθνους επάνω σε άλλα. Μ’ άλλα λόγια, η εθνικιστική ιδεολογία αποβαίνει εδώ ευθέως πράκτορας του ολοκληρωτισμού.
Τέλος, ασυναρτησίας πτυχή τρίτη: η «απόλυτη και με πάθος προσήλωση των ατόμων στο έθνος τους», αλλά - ας το προσέξουμε κι αυτό- «χωρίς καμιά διάθεση υποτίμησης ή περιφρόνησης άλλου έθνους». Αν όμως τούτο είναι αληθές, τότε του εθνικισμού η έννοια πέφτει κυριολεκτικά πάνω στην έννοια του εθνισμού. Οπότε και το ερώτημα: αν ο εθνικισμός, έστω και κατά μιαν εκδοχή του, εμπεριέχει και του εθνισμού τα χαρακτηριστικά, τι χρειαζόταν του τελευταίου τούτου ο όρος να επινοηθεί και μάλιστα να περάσει στων Πολιτικών Επιστημών την ορολογία; Απλώς και μόνο χάριν επιστημονικού... μπερδέματος;!
Καυχώνται όσοι θεραπεύουν φυσικές επιστήμες πως βασική τους επιδίωξη είναι η αναγωγή των συνθέτων σε απλά. Κρίμα ότι δεν μπορούν να πουν το ίδιο και όσοι διακονούν θεωρητικές επιστήμες και μάλιστα τις αποκαλούμενες Πολιτικές Επιστήμες. Σε τούτες συμβαίνει συχνά τ’ αντίθετο: αντί ν’ απλοποιούνται τα σύνθετα, περιπλέκονται τα απλά! Και καθοριστικός ως προς τις έννοιες που μας απασχολούν εδώ γίνεται ο ρόλος της διεθνούς πολιτικής, όπως από την αρχή κιόλας των γραμμών επισημάνθηκε.
Πράγματι, πολλά τα παιχνίδια στους κόλπους της πολιτικής αυτής. Παιχνίδια επιρροών. Παιχνίδια συγκεκαλυμμένης ή απροκάλυπτης αποικιοκρατίας, που συχνά συγκρούονται με εθνικά όνειρα καταπιεζόμενων λαών. Παιχνίδια οικονομικά. Ποικίλα άλλα. Έτσι, η εννοιολογική εμπλοκή ως προς τους περί το έθνος ορισμούς αποβαίνει πολλαπλώς χρήσιμη για όσους εννοούν να ‘χουν πάντα το απάνω χέρι στη διεθνή σκακιέρα. Και- εξυπακούεται- σε βάρος των εθνικώς ασθενέστερων.
Λυπηρός αποβαίνει κατόπιν τούτων ο για χάρη της διεθνούς πολιτικής ευτελισμός της Πολιτικής Επιστήμης. Θυσία της επιστημονικής σοβαρότητας και του επιστημονικού κύρους στην υπηρεσία ό,τι πιο εφήμερου κι αφιλοσόφητου υπάρχει, που ‘ναι η πολιτική. Η επιστημονική σκέψη, που μεταβάλλεται σε θεραπαινίδα πολιτικών παιχνιδιών και σκοπιμοτήτων. Όπως, ακριβώς η φιλοσοφική σκέψη του Μεσαίωνα μεταβαλλόταν σε «ancila Theologiae».
Και μια εξομολόγηση, ολοκληρώνοντας. Ο γράφων από σπουδές Πολιτικών Επιστημών προέρχεται. Επομένως, κατά τεκμήριο, οι όποιες εδώ για τις επιστήμες αυτές όχι και τόσο κολακευτικές επισημάνσεις του ούτε από προκατάληψη ούτε από κακή πίστη διέπονται. Απλώς θέλησε ο γράφων να πει εδώ κάποια πράγματα με τ’ όνομά τους. Ειλικρινώς δε, τελειώνοντας, εκφράζει τη συμπάθειά του στο σπουδαστή των Πολιτικών Επιστημών-τουλάχιστο σ’ αυτόν που δεν εννοεί να γίνεται κοινό «παπαγαλάκι» για την απόκτηση απλώς ενός «χαρτιού» και, μεσ’ από τις εννοιολογικές ακροβασίες που είδαμε, τούτος πασχίζει να βρει κάποιαν άκρη και να κατανοήσει τα ακατανόητα.
Στάθης Καρράς
Συγγραφέας
Μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών