ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Δευτέρα, 17 Φεβρουαρίου 2025 - 12:05:38π.μ.
28
Φεβρουαρίου

“Η ΜΑΓΙΚΗ ΣΠΗΛΙΑ” της Καίτης Λιανού-Ιωαννίδου

Κατηγορία Πεζογραφία

Το σπίτι μας βρίσκεται αρκετά μακριά απ’ τον μικρό κόλπο που είναι γεμάτος από βράχους και σπηλιές.

kaiti lianouΓια να κάνουμε μπάνιο στη θάλασσα ή να καθίσουμε στα βοτσαλάκια, εκεί που σκάει το κύμα, πρέπει να κατεβούμε κάτι πέτρινα σκαλιά ή να κατηφορίσουμε ένα απότομο μονοπάτι.


Πολλές φορές τυχαίνει η θάλασσα να έχει τραβηχτεί μέσα, αρκετά βαθιά και χρειάζεται να περπατήσεις πολύ, για να φτάσει το νερό ως τη μέση σου.


Οι παλιοί μάλιστα έλεγαν, πως ένας μεγάλος δράκος που μένει μέσα στις σπηλιές, τη νύχτα πίνει το νερό της για να ξεδιψάσει. Ήθελα πολύ να δω αυτό τον δράκο. Αλλά κάθε φορά που έφτανα μέχρι τη μεγάλη σπηλιά έκανα τρία βήματα και μετά, γύριζα πίσω. Ποτέ δε πίστεψα αυτούς τους μύθους κι όμως, φοβόμουν να προχωρήσω.


Ήταν μια Αυγουστιάτικη νύχτα. Η θάλασσα έμοιαζε με λάδι κι αν βουτούσε κανείς μέσα θα γλιστρούσε, ενώ το ασημί φεγγάρι μάγευε τα νερά, καθώς το χρώμα του έπλεε στην επιφάνεια της. Ο μύθος μάλιστα λέει, πως μια τέτοια νύχτα, ο δράκος καθώς βγήκε για να πιει το θαλασσινό νερό και είδε το φεγγάρι τόσο μεγάλο και φωτεινό, τυφλώθηκε και θύμωσε πολύ κι άρχισε να σκάβει κι έτσι η σπηλιά έγινε πολύ βαθιά και γέμισε νερό. Από τότε ο δράκος δε χρειάζεται να ξαναβγεί. Πίνει το νερό της σπηλιάς.


Μια μέρα λοιπόν, πήραμε τη βάρκα του μπαμπά μου κι αρχίσαμε την εξερεύνηση. Μπήκαμε από ένα πολύ μεγάλο άνοιγμα. Το νερό είχε πρασινωπό χρώμα και καθώς έγλυφε τους βράχους, μου φάνηκε πως έκλαιγε.
Δεξιά μας ήταν πολλά βότσαλα στοιβαγμένα, χοντρά και ασημένια σα μακρόστενες κατσαρόλες. Άλλοτε καλύπτονταν απ’ το νερό κι άλλοτε πάλι στέγνωναν και γυάλιζαν στο φως του φεγγαριού. Στ’ αριστερά μας, ένας ψηλός γκρι βράχος μας τρόμαζε, αφού οι μαύρες τρύπες που είχε, έμοιαζαν με μεγάλα μάτια που από μέσα τους κυλούσε νερό κι έπεφτε άλλοτε σε πολύ χοντρές σταγόνες κι άλλοτε σε λεπτό δάκρυ, που κάποια στιγμή στέγνωνε κι άφηνε κι αυτό τη γυαλάδα του επάνω στα βραχώδη μάγουλα. Πιο πέρα ένας μικρός καταρράκτης ξελάφρωνε καθώς έχυνε τα νερά του από ψηλά κι εκείνα έμοιαζαν να τσαλαβουτούν σε μια λιμνούλα όλο λάσπη και οι πιτσιλιές τους μας λέρωναν. Ακόμα πιο μέσα η σπηλιά στένευε και γινόταν ένα μακρύ στενό και σκοτεινό τούνελ που στο βάθος είχε ένα βουναλάκι και, μετά χωριζόταν σε άλλους δυο διαδρόμους.


Τώρα, ήταν τελείως σκοτεινά. Το ασημί φως δεν έφτανε μέχρι εκεί κι εμείς δε βλέπαμε τίποτε πια. Κρυώναμε και φοβόμασταν. Όταν ξαφνικά ακούσαμε ένα περίεργο θόρυβο. Μέσα σ’ εκείνο το σκοτάδι φάνηκαν από μακριά, σα να μας πλησίαζαν λεπτές, μακριές κόκκινες γλώσσες, όλο φωτιά και το νερό μέσα στη σπηλιά τραβήχτηκε. Δεν υπήρχε πια.


“Ο δράκος…”


……φωνάξαμε με όση δύναμη είχαμε. Αφήσαμε τη βάρκα μας κι αρχίσαμε να τρέχουμε προς τη μεριά που μπήκαμε. Μπροστά μας φαινόταν το μεγάλο άνοιγμα. Το φεγγάρι ήταν πελώριο κι έμοιαζε πως έκλεινε την είσοδο της σπηλιάς.


Οι βράχοι έγιναν ασημί, γυάλιζαν και σε τύφλωναν, σα να ήταν γεμάτοι διαμάντια κι εμείς όλο προχωρούσαμε να φτάσουμε στη θάλασσα, που δε φαινόταν. Λες κι εκεί τελείωνε η Γη. Τα πόδια μας έτρεμαν και γλιστρούσαν πάνω στη γλίτσα που είχε αφήσει το πράσινο νερό. Κοιτάξαμε πίσω μας, να βεβαιωθούμε πως δε μας ακολουθεί ο δράκος. Ένα πορτοκαλοκόκκινο φως έφτανε μέχρι το κέντρο της σπηλιάς και φώτιζε τις πέτρες και τα τούνελ, που λίγο πιο πριν ήταν κατάμαυρα και σκοτεινά κι ενώ το βουητό συνεχιζόταν και μας έπαιρνε τ’ αυτιά, τα νερά όλο λιγόστευαν, μέχρι που στέγνωσαν τελείως. Επιτέλους φτάσαμε στην είσοδο.
Η θάλασσα τώρα φαινόταν μακριά μας κι εμείς έπρεπε να κατεβούμε κάτι σκαλοπάτια από βότσαλα. Να περπατήσουμε τις μακριές πλάκες και να φτάσουμε πίσω στην ακρογιαλιά. Ίσως είχαν δίκιο οι παλιοί.
Αν όμως δεν ήταν δράκος;
Αποφασίσαμε λοιπόν να ξαναπάμε.


Τα νερά είχαν τραβηχτεί και δε χρειαζόμασταν βάρκα. Τώρα φοβόμασταν λιγότερο. Οι σκιές μας φαίνονταν μακριές και λεπτές επάνω στο ασημί φως. Περπατήσαμε μέχρι που άρχισε να παρουσιάζεται εκείνο το πορτοκαλί χρώμα. Πλησιάσαμε τις κόκκινες γλώσσες, αλλά δεν ήταν φωτιά. Ήταν το ίδιο φως που έμπαινε από διάφορες τρύπες του βράχου. Προχωρήσαμε πιο μέσα και φτάσαμε στους διαδρόμους. Εκεί το φως ήταν διάχυτο. Όλα έλαμπαν κι εμείς ήμασταν σα να βρισκόμασταν μέσα σε μια ηλιαχτίδα.


Ξαφνικά βρεθήκαμε μπροστά σ’ ένα μεγάλο άνοιγμα κι εκεί, στεκόταν ο ήλιος, ολοκόκκινος και ολοστρόγγυλος, σα δίσκος και φώτιζε με τις ακτίνες του τη σκοτεινή σπηλιά. Γυρίσαμε το κεφάλι μας προς τα πίσω και είδαμε το στρογγυλό φεγγάρι που κάλυπτε την είσοδο.
Τότε καταλάβαμε…

... ήμασταν στο κέντρο της Γης. Εκεί ακριβώς που ενώνεται το φως του φεγγαριού μ’ εκείνο του ήλιου.

 

Καίτη Λιανού-Ιωαννίδου
Μουσικός –υψίφωνος-συγγραφέας

 

Από το βιβλίο μου «Η άλλη πλευρά του παραδείσου»
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Θέσις» 2008

Διαβάστηκε 318 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(3 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr μετά από δέκα χρόνια συνεχούς λειτουργίας είναι ένα site που βοηθάει, ενημερώνει, ψυχαγωγεί και συναρπάζει τους αναγνώστες του παγκοσμίως.

Διαβάστε περισσότερα