ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Παρασκευή, 24 Ιανουαρίου 2025 - 7:48:31μ.μ.
×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 51
27
Ιουλίου

"KAΠΟΙΟ ΠΡΩΙΝΟ" ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΙΤΗΣ ΛΙΑΝΟΥ-ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ

Κατηγορία Πεζογραφία

Πως μου φάνηκε πως δεν έλεγε να ξημερώσει;Ήταν όλο νύχτα, σκοτεινή όσο ποτέ.

kaiti lianouΤο ξυπνητήρι χτύπησε μέσα στ’ αυτί μου και τρόμαξα. Τελικά ως φαίνεται ή δεν είχα καταλάβει πως κοιμόμουν και ξύπνησα απ’ αυτό το αντιπαθητικό κουδούνισμα ή ήμουν τόσο απορροφημένη από τις σκέψεις μου, που δεν αντιλήφθηκα που βρισκόμουν και ο κτύπος αυτός με έφερε στην πραγματικότητα. Έβαλα το χέρι μου ασυναίσθητα πάνω στο κουμπί του ρολογιού. Το πίεσα ελαφρά και… αυτομάτως αυτό το ντριν... ντριν... που τάραξε την ηρεμία μου σταμάτησε. Με τα δάκτυλά μου άρχισα να ψαχουλεύω μες στο σκοτάδι να βρω από που ανάβει το πορτατίφ, που βρίσκεται πάνω στο κομοδίνο μου. Άδικα. Είχα ξεχάσει που εγώ, λίγες ώρες πριν, πάνω στον θυμό μου το είχα ρίξει κάτω κι έσπασε.

 

Το βρήκα σα μια λύσει σωτηρίας για να ξεθυμάνω και να μείνω στο απόλυτο σκοτάδι. Γιατί εδώ που τα λέμε το φως δε σε αφήνει ούτε να συλλογιστείς, ούτε να ηρεμήσεις. Βλέπεις τη δική σου σκιά που κάποτε την χαιρόσουν γιατί άλλαζε σχήμα κι εσύ έπαιζες μαζί της και τώρα την φοβάσαι μήπως χιμήξει πάνω σου και σε παγιδέψει. Τουλάχιστον στα σκοτεινά δεν βλέπεις τίποτε. Κάποιοι μάλιστα λένε πως βλέπεις και προχωρώντας με προσοχή μες στο σκοτεινό δωμάτιο αγγίζοντας με τα ακροδάχτυλα μου τον τοίχο, βρήκα τον διακόπτη και άναψα το φως.


Το ρολόι έδειχνε 5.30 το πρωί. Κι όμως ήταν ακόμα νύχτα. Κοίταξα τριγύρω μου. Ο ταξιδιωτικός μου σάκος ήταν ακουμπισμένος στην μπαλκονόπορτα. Πλησίασα. Άνοιξα το πατζούρι. Ήταν σκοτεινά. Ξυπόλυτη πήγα στο μπάνιο κι έριξα πολύ νερό στο πρόσωπό μου μπας και συνέλθω από τον προηγούμενο καυγά και δω την ζωή διαφορετική. Γιατί όπως και να’ ναι... είναι όμορφη. Έτσι λένε. Κοιτάχτηκα στον καθρέπτη. Ήμουν χλωμή και τα μάτια μου κόκκινα με μαύρους κύκλους.

 

Αναστατωμένη με την εμφάνιση μου έκλεισα τα βλέφαρα μου και γρήγορα τα ξανάνοιξα. Καμιά αλλαγή. Ίδια ήμουν, όπως πριν. Επέστρεψα στο δωμάτιό μου απογοητευμένη και μόνη, όσο ποτέ ξανά. Προχώρησα ως την μπαλκονόπορτα, με το πόδι μου έσπρωξα τον σάκο μου και άνοιξα την πόρτα. Ένα κρύο αεράκι μπήκε μέσα κι εγώ ανάπνευσα. Αισθάνθηκα έντονα την ανάγκη του να γεμίσουν τα πνεμόνια μου οξυγόνο και βγήκα στο μπαλκόνι. Κοίταξα τον ουρανό. Ήταν γεμάτος σύννεφα, έμοιαζαν πως κρατούσαν το φως μακριά απ’ τη Γη. Έμεινα λίγο ακόμα να κοιτάζω. Δεν ήθελα να σκέπτομαι τίποτε, αλλά το μυαλό μου όλο έτρεχε πίσω κι όσο προσπαθούσα να σβήσω τις σκέψεις μου, να ξεχάσω τον καυγά που χάλασε την εκδρομή μου, εκείνο με πρόδιδε συνέχεια. Ακούμπησα στην κουπαστή κι έριξα μια γρήγορη ματιά στους δρόμους. Η κίνηση ήταν λιγοστή και τα φώτα τους δεν είχαν ακόμα σβήσει. Κάποιες ψιχάλες που άρχισαν να πέφτουν με έκαναν να μπω μέσα.

 

Έκλεισα την μπαλκονόπορτα και τράβηξα τις κουρτίνες, ο καφές που ήπια ξεθόλωσε αρκετά το μυαλό μου. Άναψα κι ένα τσιγάρο πιστεύοντας πως εκεί θα εύρισκα παρηγοριά, αλλά με χειροτέρεψε. Ντύθηκα όσο πιο γρήγορα μπορούσα κι ετοιμάστηκα να βγω. Να περπατήσω κάτω απ’ τη βροχή. Γιατί όχι; Να ακούσω εκείνο το μονότονο κτύπο της πάνω στην ομπρέλα. Να με πιτσιλίσουν οι ρόδες κάποιου αυτοκινήτου καθώς θα χώνονται με δύναμη σε κάποια λακκούβα κι εγώ να βρίσω τον οδηγό και ύστερα να τρέξω και οι λάσπες να κολλήσουν στα παπούτσια μου και τα βρώμικα νερά του πεζοδρομίου να λερώσουν τα πόδια μου. Να σπρώξω κάποιους για να μπω στο λεωφορείο και να στριμωχτώ μαζί τους, όπως οι παστές σαρδέλες, να αηδιάσω από τις διάφορες μυρωδιές, τον ιδρώτα... και το σκόρδο ή οτιδήποτε άλλο.


Αλήθεια γιατί όχι; Οι άλλοι πως τα υποφέρουν αυτά κάθε πρωί; Κι εγώ με μια μικρή αναποδιά θύμωσα, πληγώθηκα και άφησα τον εγωισμό μου να με παρασύρει. Λάθος. Ίσως λάθος.
Δεν πρόλαβα να ανοίξω την εξώπορτα και ξαφνικά χτύπησε το κινητό μου. Ήταν εκείνος. Το άφησα να κτυπά, μέχρι που έκλεισε. Στάθηκα από πάνω του και περίμενα με ανυπομονησία. Ξανακτύπησε. Άπλωσα το χέρι μου να το ανοίξω αλλά δεν το ‘κανα. Έκλεισε και ξανακτύπησε. Τελικά το άνοιξα. Μιλήσαμε… έκλαψα αλλά και χάρηκα μαζί. Αισθάνθηκα μια απερίγραπτη λαχτάρα να τον δω, να τον αγκαλιάσω και να συνεχίσουμε μαζί, όπως μου είπε.
Ασφάλισα τα πατζούρια και περίμενα.

 


Καίτη Λιανού-Ιωαννίδου
Μουσικός-Υψίφωνος-Συγγραφές
http://lianoukaiti.blogspot.com

Το πιο πάνω διήγημα δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Παλμός Γαλατσίου στις 30 Νοεμβρίου 2012

Διαβάστηκε 300 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr μετά από δέκα χρόνια συνεχούς λειτουργίας είναι ένα site που βοηθάει, ενημερώνει, ψυχαγωγεί και συναρπάζει τους αναγνώστες του παγκοσμίως.

Διαβάστε περισσότερα