Ο ποιητής έχοντας ισχυρή την αίσθηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, περιγράφει γλαφυρά τις οικογενειακές παραδόσεις, τη ζωή στην ύπαιθρο
και τις κοινοτικές συγκεντρώσεις. Στο ποίημα του «Το άγιο νάμα», παρουσιάζει πως όλα αυτά μπορούν να διαμορφώσουν την ταυτότητα κάποιου. Οι εικόνες που μας δίνει είναι νοσταλγικές και προκαλούν συγκίνηση στους αναγνώστες με παρόμοιες πολιτιστικές ρίζες.
Μέσα από ποιήματα όπως ο «Ο Διγενής» και ο «Εθελοντής στον πόλεμο», ο ποιητής αγγίζει θέματα σύγκρουσης, τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής, και εξερευνά τη ματαιότητα και τα ηθικά διλήμματα του πολέμου. Υπάρχει ένα φιλοσοφικό υπόβαθρο που αμφισβητεί την ανδρεία, τη θυσία και τα συνθήματα του πολέμου, υπονοώντας ότι η αληθινή γενναιότητα ίσως να βρίσκεται στην αντίσταση στα καταστροφικά ένστικτα της ανθρωπότητας. Τέτοιου είδους υπαρξιακά ερωτήματα προσθέτουν βάθος στην ποίηση του, καλώντας τον αναγνώστη να σκεφτεί ευρύτερα ηθικά ζητήματα γύρω από την ανθρώπινη φύση και τη διαχείριση της εξουσίας.
Ο ποιητής είναι αφοπλιστικά άμεσος στην κριτική του απέναντι στις κοινωνικές και πολιτικές δομές. Για παράδειγμα, στο ποίημα «Αφέντης»,
θέτει σε αμφισβήτηση τους προνομιούχους, που, αποκομμένοι από την αίσθηση του πόνου, αποτυγχάνουν να συμμεριστούν τα βάσανα του απλού λαού. Το ποίημα λειτουργεί ως μια έκκληση για ενσυναίσθηση και κατανόηση, υποδηλώνοντας ότι η εξουσία χωρίς συμπόνια είναι κενή. Παρομοίως, ποιήματα όπως «Ο νέος καφές» σατιρίζουν τον σύγχρονο καταναλωτισμό, δείχνοντας την ικανότητα του ποιητή να φιλτράρει την κοινωνική κριτική μέσα από το χιούμορ. Μέσα από αυτά τα ποιήματα, ο ποιητής αποδίδει κοινωνικές ευθύνες για τις συνέπειες της αδιαφορίας στις δοκιμασίες των άλλων.
Στα ποιήματα «Ελένη» και η «Πανδώρα» παρατηρούμε την ικανότητα του ποιητή να χρησιμοποιεί τη μυθοπλασία για να αποκαλύψει κατεστημένες αντιλήψεις και την διαχρονική πάλη μεταξύ των δύο φύλων. Το ποίημα «Ελένη» επαναπροσδιορίζει τον μύθο της Ωραίας Ελένης, παρουσιάζοντάς την ως θύμα των θεϊκών και ανθρώπινων φιλοδοξιών και ως γυναίκα που επιζητά την αυτονομία της σε έναν κόσμο κυριαρχούμενο από άνδρες. Αυτή η αντιμετώπιση των μυθολογικών χαρακτήρων προσδίδει μια πολυεπίπεδη ποιότητα στη φωνή του ποιητή, γεφυρώνοντας το αρχαίο με το σύγχρονο, αλλά και θέτοντας υπαρξιακούς προβληματισμούς σχετικά την διαχείριση της ζωής των ανθρώπων.
Ο ποιητής συχνά επικαλείται τη φύση, παρουσιάζοντάς τη ως δύναμη παρηγοριάς και αναγέννησης. Στα ποιήματα του «Το δάσος» και η «Η θάλασσα», η φύση αποτελεί πηγή γαλήνης, έμπνευσης και περισυλλογής, που υπενθυμίζει ταυτόχρονα το εφήμερο της ζωής. Οι εικόνες από τη φύση αντανακλούν τα πλούσια συναισθήματα του ποιητή, με το δάσος να αντιπροσωπεύει τη μνήμη και την ανθεκτικότητα, ενώ η θάλασσα ενσωματώνει την αλλαγή και την ψυχική ταραχή που αυτή προκαλεί. Αυτή η δυαδικότητα υποδηλώνει μια αντίληψη της ζωής ως εγγενώς κυκλικής και άρρηκτα συνδεδεμένης με τον φυσικό κόσμο.
Οι εικόνες του ποιητή είναι ζωντανές και συχνά συμβολικές, χρησιμοποιώντας μεταφορές που συνδέουν το υλικό με το συναισθηματικό. Για παράδειγμα, οι επαναλαμβανόμενες εικόνες του κρασιού, της θάλασσας και της φωτιάς δίνουν στα ποιήματα μια απτή, σχεδόν αισθητηριακή ποιότητα, βυθίζοντας τον αναγνώστη στις εμπειρίες του ποιητή.
Σε ορισμένα ποιήματα, υπάρχει ένας συνομιλητικός τόνος όπου ο ποιητής φαίνεται να μιλά άμεσα σε μορφές όπως τον «Αφέντη» ή διάφορες μυθολογικές οντότητες και να τους προσδίδει θεατρικό ύφος και υπόσταση.
Τα ποιήματα διαπλέονται από μια ρυθμική ροή, αναπαριστώντας έτσι την ελληνική προφορική παράδοση αφήγησης. Αυτή η επιλογή ενισχύει την αυθεντικότητα του έργου του ποιητή, επιτρέποντάς του να ακούγεται τόσο σύγχρονο όσο και διαχρονικό.
Η φωνή του ποιητή είναι γεμάτη συναίσθημα, επιτρέποντας στους αναγνώστες να αντιληφθούν τόσο τη νοσταλγία όσο και τη σοφία που εκπέμπει, όπως στο ποίημα «Μαζί θα μείνουμε», όπου εκφράζεται μια δέσμευση απέναντι στην αγάπη ακόμη και με το πέρασμα του χρόνου.
Η γλώσσα είναι προσιτή αλλά πλούσια, κάτι που δείχνει ότι ο ποιητής επιδιώκει να απευθυνθεί σε ένα ευρύ κοινό χωρίς να θυσιάσει το βάθος του μηνύματός του. Αυτή η προσιτότητα είναι ένα δυνατό στοιχείο, καθώς επιτρέπει στους αναγνώστες από διάφορα υπόβαθρα να συνδεθούν προσωπικά με την ποίηση.
Ο Μπάμπης Γεωργιάδης έχει βαθιά σύνδεση με την ελληνική παράδοση και πολιτιστική κληρονομιά, καθώς και ευαισθησίες που αφορούν την ιστορία, την κοινωνία και τη φύση. Έχει τη σπάνια ικανότητα να φέρνει στη ζωή μνήμες και εικόνες από μια Ελλάδα που ίσως χάνεται μέσα στο πέρασμα του χρόνου, αλλά που παραμένει ισχυρή μέσα από την προσωπική και συλλογική μνήμη.
Η φωνή του ποιητή είναι αυθεντική, διατηρώντας την ισορροπία ανάμεσα στον ρεαλισμό και τη νοσταλγία, αποφεύγοντας παράλληλα τη συναισθηματική υπερβολή. Αυτό που τον χαρακτηρίζει ιδιαίτερα είναι η αμεσότητα και η ειλικρίνειά του, καθώς και η επιθυμία του να μιλήσει όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους ανθρώπους γύρω του, προσπαθώντας να αποδώσει τις ζωές, τα συναισθήματα και τα όνειρά τους.
Διαθέτει ένα φιλοσοφικό υπόβαθρο, που αντλεί έμπνευση από τις προσωπικές του εμπειρίες και τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν. Μέσα από τις ποιητικές του εικόνες, αναδύεται η προσωπικότητα ενός ανθρώπου που κατανοεί τη ζωή στις πολλές εκφάνσεις της, από τις χαρές και τις ελπίδες μέχρι τις πίκρες και τις αδικίες. Η γραφή του δείχνει μια συνεχή αναζήτηση για δικαιοσύνη, κατανόηση και, σε πολλές περιπτώσεις, μια πιο ανθρώπινη και αλληλέγγυα κοινωνία.
Τέλος, διαφαίνεται πως ο Μπάμπης Γεωργιάδης έχει ευρεία μόρφωση και γνώση της ελληνικής γλώσσας και της λογοτεχνικής παράδοσης, καθώς ενσωματώνει στοιχεία από την αρχαία και τη σύγχρονη ελληνική ποίηση με έναν πολύ προσωπικό τρόπο. Η πένα του μοιάζει να υπηρετεί όχι μόνο την καλλιτεχνική έκφραση αλλά και την επιθυμία του να επικοινωνήσει βαθιά με τους αναγνώστες, παρακινώντας τους να αναστοχαστούν τη δική τους ύπαρξη και θέση στον κόσμο.
Παναγιώτα Μπλέτα
Συγγραφέας/Διανοήτρια
Email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Facebook/Twitter: Panagiota Bletas