Skip to main content

Τρέχων Καιρός

αίθριος καιρός

36°C

αίθριος καιρός

Κολωνάκι

Πρόγνωση 3 Ημερών (Ωριαία)

  • αίθριος καιρός
    Τρί 15:00
    36°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τρί 18:00
    34°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τρί 21:00
    31°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 00:00
    29°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 03:00
    28°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 06:00
    32°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 09:00
    36°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 12:00
    36°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 15:00
    34°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 18:00
    30°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Τετ 21:00
    27°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 00:00
    27°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 03:00
    23°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 06:00
    25°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 09:00
    28°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 12:00
    30°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 15:00
    31°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 18:00
    26°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Πέμ 21:00
    25°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Παρ 00:00
    24°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Παρ 03:00
    23°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Παρ 06:00
    27°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Παρ 09:00
    30°C
    αίθριος καιρός
  • αίθριος καιρός
    Παρ 12:00
    31°C
    αίθριος καιρός
📅 Τρίτη, 8 Ιουλίου 2025
⏰ --:--:--
"Ο ΘΑΝΑΤΟΠΟΙΝΙΤΗΣ" του Αντώνη Αντωνόπουλου
| kiki | Πεζογραφία
Εμφανίσεις: 292

"Ο ΘΑΝΑΤΟΠΟΙΝΙΤΗΣ" του Αντώνη Αντωνόπουλου

Εδώ και πολλά χρόνια δυο εργάτες ετοίμασαν στο ικρίωμα το σχοινί της αγχόνης. Ένας έφηβος έπρεπε να πεθάνει με απάνθρωπο τρόπο, όπως ίσχυε εκείνη την εποχή. Κάθε υπόδικος όταν γνωρίζει ότι είναι αθώος ελπίζει σε κάτι απροσδιόριστο για την τύχη του.

Ο νεαρός θανατοποινίτης, της παλιάς αυτής διήγησης, έλπιζε ακόμα και στον ίδιο τον δήμιο. Κάτι θα γίνει, έστω την τελευταία στιγμή και θα γλιτώσει. Ψάχνει για τρόπο απόδρασης. Έχουν γίνει απίθανες αποδράσεις. Αυτή η ελπίδα όμως συνήθως πεθαίνει μαζί του. 

 

Ασήκωτη για όλους τους θανατοποινίτες ήταν η τελευταία τους νύχτα. Όλη τη νύχτα έμεναν άυπνοι. Τις στιγμές αυτές η νοσταλγία της ελευθερίας και της ζωής έπαιρνε αλλόκοτες διαστάσεις. Να περιμένεις στο κελί, πίσω από την αμπαρωμένη πόρτα το θάνατο ήταν το μεγαλύτερο μαρτύριο. Τα ταπεινότερα ζώα που αγνοούν τη σφαγή τους είναι σε πολύ καλλίτερη μοίρα. 

 

Χαράματα έξω από το κελί του ακούστηκαν βήματα. Αυτός θα’ ήταν ο χάρος, αντιπρόσωπος και συνεργάτης του ο δήμιος. Όχι δεν ήταν. Τα βήματα του χάθηκαν, μακριά από το κελί της φυλακής του. Όλη τη νύχτα ήταν άυπνος. Ένα ματωμένο μαχαίρι του 'κοβε την αναπνοή και τον βασάνιζε Αυτό ήταν το λάθος του. Τι κρυβόταν πίσω από αυτήν την υπόθεση; Ποιος ήταν ο φονιάς; Όλα τώρα θα τελειώνανε. Άδικα και σκοτεινά. Η νύστα και η κούραση τον έγειραν στο σιδερένιο ντιβάνι της απομόνωσης. Αποκοιμήθηκε ύπνο εφιαλτικό. 

 

Άκουσε πάλι τις φωνές της σπιτονοικοκυράς του σε όνειρο. Χτυπούσε την πόρτα του και φώναζε, κακούργε γιατί τον σκότωσες; Ξύπνησε ταραγμένος, θυμήθηκε το λάθος του. Άνοιξε το φως κι είδε στο πάτωμα ένα ματωμένο μαχαίρι. Τρόμαξε. Όλα άρχισαν να γυρίζουν στο δωμάτιο του. Ακόμη δεν είχε ξυπνήσει καλά. Από το υποσυνείδητο ερχόντουσαν θλιβερά μηνύματα. Πήρε ματωμένο μαχαίρι από κάτω,  το δίπλωσε σε μια εφημερίδα και χωρίς σκέψη το έκρυψε στο στρώμα του. Αμέσως όμως μετά αφού συνήλθε από το απότομο ξύπνημα το πήρε και το άφησε εκεί που ήταν κηλίδες αίματος. Στο πάτωμα. Βγήκε από το δωμάτιο του και είδε την σπιτονοικοκυρά του δίπλα στον πεσμένο στο πάτωμα ηλικιωμένο σύζυγο της να φωνάζει.


Όταν πέρασε η πρώτη φάση της συγκλονιστικής σκηνής του νεκρού και της φωνακλού ωραίας κυρίας ρώτησε, ποιος τον σκότωσε;  

- Εσύ ξέρεις και να τ’ αφήσεις αυτά.
- Δεν ξέρω τίποτα, γιατί θέλεις να με μπλέξεις;
- Σε λίγο θα δεις τι θα πάθεις.

 

Μετά από πέντε λεπτά έφθασαν οι χωροφύλακες.. Άρχισαν οι έρευνες και βρέθηκε στο κρατητήριο. Πέρασαν δυο μέρες που του φάνηκαν αιώνες και τον οδήγησαν στον ανακριτή. Το μαχαίρι ήταν αποδειχτικό στοιχείο ενοχής. Είπε στον ανακριτή ότι συνέβη. Ήταν φανερό από την αρχή της ανάκρισης ότι δεν πίστευαν στα λεγόμενά του. Τον έκλεισαν στην απομόνωση. Άλλος κατηγορούμενος δεν υπήρχε.

 

Το κεφάλι του βούιζε και ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα. Πώς αποδεικνύεται η αλήθεια, όταν ο αντίπαλος είναι πανίσχυρος ψεύτης; Στη δίκη ήταν χωρίς δικηγόρο και διορίστηκε κάποιος που ήταν η σειρά του. Όλα τα κανόνιζαν κάποιες σατανικές δυνάμεις. Το Δικαστήριο δεν αμφέβαλε για την ενοχή του. Στο μαχαίρι βρέθηκαν μονάχα τα δικά του αποτυπώματα. Η δικαιοσύνη δεν έχει δεμένα τα μάτια της για να 'ναι αδέκαστη αλλά και να μη βλέπει πολλές φορές τι κάνει. 

 

Στη απολογία του μιλούσε κοιτάζοντας τους δικαστές κι έλεγε συνέχεια ότι ήταν αθώος. Ήταν ανήσυχος και φοβισμένος. Κάποια στιγμή θυμήθηκε και μίλησε για τον εραστή της σπιτονοικοκυράς του. Ένα νεαρό που δεν ξεκόλλαγε από κοντά της, όταν έλλειπε ο σύζυγος της. Όταν τον ρώτησαν πως τον λένε δεν ήξερε το όνομα του. Ζήτησε μέσω του δικηγόρου του να ερευνηθεί και να θεωρηθεί ύποπτος. Πράγμα που δεν έγινε δεχτό γιατί κανένας ψευδομάρτυρας δεν βεβαίωνε τον ισχυρισμό του. 

 

Οι εφιαλτικές αναμνήσεις της τραγικής του μοίρας σταμάτησαν απότομα από τα βαριά βήματα που πλησίαζαν στο κελί του. Ο δήμιος με στολή μαύρη και σκεπασμένο το πρόσωπο του, ξεκλείδωσε τη πόρτα και τον χαιρέτησε σηκώνοντας το χέρι του, χωρίς να του μιλήσει. Του πιάσε τα χέρια και του έβαλε χειροπέδες. Η φυλακή ήταν μια όαση σε σχέση με αυτό που τον περίμενε. Ας έμενε ισόβια σ' αυτή την τρύπα της φυλακής. Έτσι ν' αντίκρυζε το φως της μέρας ψηλά από το φιλιστρίνι- φεγγίτη του κελιού κάθε πρωί. 

 

Τώρα ήταν στα χέρια του θανάτου. Μέρες είχε να περπατήσει στο φως κι αυτό τον εμπόδιζε να βλέπει καθαρά. Έψαχνε με τα τυφλωμένα από το σκοτάδι μάτια του κάποιους που βρισκότανε εκείνη την ώρα στο προαύλιο. Μάνα και πατέρα δεν γνώρισε ποτέ του. Μωρό βρέθηκε στο Ίδρυμα Εγκαταλειμμένων Βρεφών. Όταν ενηληκιώθηκε τον έδιωξαν με άλλους δυο φίλους του. Μπήκε στη μεγάλη ζούγκλα της απάνθρωπης πόλης ψάχνοντας για εργασία και ανθρωπιά.

 

Ασήμαντος και άγνωστος μεταξύ αγνώστων. Οι φιλίες του ιδρύματος δεν βάστηξαν πολύ. Η χειροναχτική εργασία χώρισε τη φιλία τους σε μεγάλες αποστάσεις σαν φύλλα που τα σκορπίζει σκοτεινός άνεμος. Κάτω από τον ατιμωτικό βρόχο θανάτου τον ρώτησαν. Τι επιθυμία έχεις; Δεν απάντησε. Γνώριζε ότι αυτό που επιθυμούσε δεν γινόταν. Ήξερε πως γελοιοποιούνται τα αισθήματα από τους ανήμερους βαρβάρους. Τα πράγματα είχαν αλλάξει. Τα πρόσωπα που ήσαν γύρω του έγιναν τρία. Άρχισαν να αγριεύουν και να βιάζονται. Η επιθυμία του ήταν η μνηστή του. Ένα ωραίο κορίτσι που το αγαπούσε πολύ. Αυτή όμως δεν φαινόταν έξω από τον περιφραγμένο χώρο των απαγχονισμών. Κοίταζε συνέχεια στο χώρο των περίεργων επισκεπτών και δεν την έβλεπε πουθενά.

 

Του φάνηκε αλλόκοτο, όλοι αυτοί είχαν μαζευτεί για να απολαύσουν το θέαμα της κρεμάλας του. Ούτε ένας γνωστός του από το Ίδρυμα. Οι μελλοθάνατοι εξαντλούσαν όλα τ’ αποθέματα της ψυχής τους αυτές τις στιγμές και αυτό βοηθούσε ν' αντέξουν με κάποια αξιοπρέπεια το φρικτό θάνατο. Γνώριζε καλύτερα από όλους
ότι ήταν αθώος. Τον πλημμύριζε ένα μακάριο αίσθημα αυτοκυριαρχίας. Ακόμη μια δικαστική πλάνη. Πνίξιμο μιας ζωής ανεπανάληπτης. Ρουλέτα ήταν η ζωή; Η σκηνοθεσία είχε στηθεί σαν σύγχρονο κινηματογραφικό έργο. Τέλεια η απάτη με την πονηρία των ανθρώπων. Ο πραγματικός φονιάς ίσως να ήταν μεταξύ των
περίεργων. Ίσως να απολάμβανε το θέαμα με τη φιλενάδα του. Ποτέ δεν θα φώναζε εγώ είμαι. Δεν θυμάμαι από ότι ξέρω να’ χει δηλώσει ποτέ κανένας εγκληματίας αυτοβούλως την ενοχή του. Αυτό γίνεται μόνον στα μυθιστορήματα. Τελειώνανε τα τελευταία λεπτά της ζωής του. 

 

Τότε την είδε μπροστά στην συρματόπορτα. Συνομιλούσε έντονα με το θυρωρό. Ελένη φώναξε με όλη τη δύναμη της ψυχής του. Την είδε ν’ αγωνίζεται να 'ρθει κοντά του τραβώντας την πόρτα. Ακούστηκε η φωνή της, Γιάννη μου. Ο θυρωρός είχε κλειδώσει την πόρτα του μικρού χώρου των απαγχονισμών. Γιάννη μου ακούστηκε πάλι και πάλι η πονεμένη φωνή της. Τα μάτια του ήσαν κολλημένα με τα δικά της κι ας ήταν μακριά της, μέχρι τη στιγμή που έφυγε η ψυχή του από το κρεμασμένο του σώμα. 

 

Την κοίταζε χωρίς να μπορεί να βγάλει μιλιά από το σφίξιμο της θηλιάς στο λαιμό του και τον ανυπόφορο πόνο. Το νεκρό πρόσωπο του πήρε μια αγγελική όψη λάμψης. Τα μάτια της αγάπης του τον πήγαιναν με λευκή νεφέλη στο άπειρο των ανεξερεύνητων επάλληλων ουρανών.

 

 

 

Αντώνης Αντωνόπουλος

Συγγραφέας

Μέλος της "Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών"

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»