ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Δευτέρα, 10 Φεβρουαρίου 2025 - 2:27:40μ.μ.
×

Προειδοποίηση

JUser: :_load: Αδυναμία φόρτωσης χρήστη με Α/Α (ID): 49
07
Οκτωβρίου

"Πασικράτα" της Ελευθερίας Αναγνωστάκη-Τζαβάρα

Κατηγορία Πεζογραφία

Από τη θάλασσα του Αιγαίου ίσαμε τις κορφές των πανύψηλων ορεινών όγκων της Ηπείρου και τις ράχες των αναρίθμητων νησιών μας μέχρι την Κρήτη, η κάθε γωνιά, το κάθε δεντρί και η κάθε πέτρα, μιλάει για τους προγόνους μας,

πού 'χτισαν τη ζωή τους κι όργωσαν τα χωράφια τους στην πιο ευλογημένη, την πιο φιλόξενη κι ανθρώπινη γη, τη γη των Ελλήνων. Σαν το Σίσυφο μετέφεραν τις πέτρες κι έχτιζαν τις ξερολιθιές για να προφυλάξουν το λιγοστό χώμα. Σε κάθε αλετριά ξεφύτρωναν μαρμάρινες κολόνες, σπασμένα αγάλματα, δάπεδα με μωσαϊκά, τάφοι γεμάτοι με χρυσά κτερίσματα, πολύχρωμες τοιχογραφίες, αμέτρητα θρύψαλα αγγείων.

 

Βρήκαν Κούρους και Κόρες μέσα στα χώματα, Θεούς και πανέμορφες μαρμάρινες θέαινες, λίθινες πλάκες με τα σκαλισμένα γράμματα της πανάρχαιας γλώσσας μας, τα σπαράγματα ενός χαμένου πολιτισμού.

 

Κι εμείς, τα παιδιά τους, πρέπει ξανά ν’ αρχίσουμε να μαζεύουμε πάλι όλες τις εικόνες, όλα τα ορατά και τ’ αόρατα. Την ιστορία μας και τους μύθους. Τα μεγάλα γεγονότα και τα μικρά, τ’ ασήμαντα.. Πέρα από τους κανόνες που ορίζουν οι προσωρινοί άνθρωποι να ξεπεράσουμε το χωροχρόνο και να δούμε τον τόπο μας.

 

Γύρω μας τα ανεβάσματα των λόφων, οι χιονοσκέπαστες βουνοκορφές, τα αφράτα πράσινα χωράφια και πέρα ο γιαλός κι η βαθυγάλανη απεραντοσύνη της θάλασσας. Σμίγουν η νύχτα με το φωτεινό πρωί, ο χρυσαφένιος ήλιος με τ’ ασημί φεγγάρι, η γαλάζια θάλασσα με το δυνατό αγέρα.

 

Σμίγουμε κι εμείς και μέσα μας ανεβαίνει από το χώμα μια ζέστη γλυκιά και μια μυρωδιά από φρέσκα άχυρα, κριθάρια και στάρι. Νύχτα με πανσέληνο σ’ αυτό το αλωνάκι που λέγεται Ελλάδα νοιώθουμε αντάμα αυτή την ώρα που η ποίηση ιερουργεί.

 

Με το δοιάκι των καιρών πλέουμε μεσοπέλαγα με την Αργώ από το ξύλο της Δωδωναίας δρυός με κατεύθυνση τον Παγασητικό κόλπο. Στο αρχαίο λιμάνι της Ιωλκού, ξεμπαρκάρουμε μαζί με τον Ιάσονα, τον Ηρακλή, τον Θησέα και τους άλλους μελαμψούς Αργοναύτες. Παίρνουμε από πίσω τον γέροντα αοιδό, τον Όμηρο, για οδηγό μας στο ταξίδι αυτό με τα ιερά μυστικά.

 

Ο δρόμος μέσα μας φέγγει σαν ζωντανή γραμμή πυρακτωμένη. Όλα είναι γνώριμα, όλα είναι ο τόπος μας, η γη μας και η σιγουριά μας, σε τούτη τη διαδρομή μέσα στο χρόνο.

 

Θέση αλός η Θεσσαλία, με το περίφημο σπήλαιο της Θεόπετρας της Παλαιολιθικής Εποχής, τους 300 οικισμούς των αρχών της 7ης χιλιετίας των νεολιθικών ανθρώπων που κατασκευάζουν τις πρώτες καλύβες με τις εστίες και τους φούρνους.

 

Τα μικρά πήλινα ειδώλια με τους τρυφερούς όλο γάλα μαστούς και το προκλητικά σχεδιασμένο εφηβαίο σ’ ένα καλόσαρκο κορμί. Οι γύρω πεδινές εκτάσεις με τις πλούσιες γεωργικές καλλιέργειες και την κτηνοτροφία.

 

Οι θαλάσσιοι δρόμοι στο Αιγαίο. Η διακίνηση του οψιδιανού από τη Φυλακωπή της Μήλου. Η κατασκευή όπλων και εργαλείων, η εκτροφή των θεσσαλικών αλόγων. Σαν να είμαστε εμείς, οι κάτοικοι των αρχαίων οικισμών στο νεολιθικό Σέσκλο και το Δίμινι, στην Άργισσα και τη Μαγούλα.

 

Δεν είναι παράδοξο ούτε τυχαίο ότι στη Θεσσαλία γεννήθηκαν οι πιο σπουδαίοι μύθοι των Ελλήνων, ούτε ότι στη γη αυτή εντοπίζεται η ελληνική κοσμογονία και η θεογονία. Εδώ τοποθετούνται οι Θεοί του Ολύμπου, οι Τιτάνες της Όθρυος, οι Λαπίθες και οι Κένταυροι, με το πιο γνωστό τον Χείρωνα στο Πήλιο.


Από τη μυθική πόλη της Ιωλκού, την «ευκτιμένη» και «ευρύχωρη» του Ομήρου, που έγινε το ορμητήριο των Αιολιδών, ξεκίνησε η Αργοναυτική Εκστρατεία, η πρώτη μεγάλη υπερπόντια εξόρμηση των Αργοναυτών Ελλήνων για τις αγορές της Μαύρης θάλασσας.

 

Στους Μινύες άνακτες της Ιωλκού πρέπει να αποδοθούν δύο μεγάλοι θολωτοί τάφοι. Μυκηναϊκοί όπως κι ο τάφος του Ατρέα. Ο διάδρομος, ο θόλος, το κέντρο, που γίνεται στρόβιλος χρονικής ροής και μας ενώνει με τα χιλιάδες χρόνια.

 


Εποχή του Χαλκού και η ακμή της Θεσσαλίας είναι μεγάλη αφού αποτελείται από εννέα ηγεμονίες και μετέχει στην εκστρατεία της Τροίας με 280 πλοία και κεντρικό ήρωα τον Αχιλλέα.

 


Ένα αγεράκι απαλό μας φέρνει φωνές αλλοτινές. Λόγος κι αντίλογος, φωνή κι αντιφωνή. Πες μου ποιος είμαι και από πού έρχομαι, τι προστάγματα έχω; Μια προειδοποίηση από εκείνους τους καιρούς μεγαλώνει το φόβο και την αγωνία μας περνώντας το στενό διάδρομο μέσα από τους πέντε κύκλους ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον.

 

Σήμερα ήρθε η σειρά μας να υπερασπιστούμε τον τόπο μας ενάντια στη βία ενός παγκόσμιου συστήματος που ελέγχει την παραγωγή των ειδώλων της εικόνας στα μέσα της πληροφορίας και παιδείας.

 

Βλέπουμε στα βιαστικά εικόνες από τραυματίες που ψυχορραγούν, πόλεις που αργοπεθαίνουν κι αυτός ο πληθωρισμός της εικόνας χάνει τη σημασία της και το μήνυμα της για το τι μας περιμένει από την πυρηνική και πολεμική βιομηχανίας που σκούζει κάθε λίγο και λιγάκι.

 

Κάψτε, ισοπεδώστε, πνίξτε τους λαούς στο αίμα.

 

Σ’ ένα μονοπάτι, βρίσκουμε μια επιτύμβια μαρμάρινη πλάκα με μισοσβημένα χρώματα κι ονόματα. Πάνω της είναι ζωγραφισμένο ένα κόκκινο ρόδι. Αθόρυβα κόκκο με κόκκο, η παμπάλαια μνήμη χωρίζει τις ώρες, τις μέρες, τα χρόνια, τους αιώνες, τις χιλιετηρίδες και η ρόδα γυρίζει στη μάνα γη, που μας τρέφει και μας δέχεται με υπομονή επάνω της σε τούτη την πολύτιμη ελληνική γη, εκατομμύρια χρόνια.

 

Κάτω από τον καυτερό ήλιο, στον ρυθμό της γέννησης και του θανάτου πως μπαίνει η γη και τα στολίδια της, ζώα, φυτά, άνθρωποι, σ’ έναν παράδεισο. Κι είναι η γη μας ο παράδεισος που κάναμε μόνοι μας κόλαση με τους τεχνοκράτες και τους μαυραγορίτες που τη ξεπουλούν για ένα κομμάτι ψωμί στους αρχαιοκάπηλους και τους κλέφτες.

 

Θέλω να μιλήσω, να γράψω, να εικονογραφήσω το λαό μου που έχασε την παιδική του αθωότητα δια της βίας, δια πυρός και σιδήρου και μαχαίρας. Κάποτε όριζε την ωρίμανση του με τη φιλοσοφία και τις τέχνες. Γέμιζε τις παλαίστρες με τα πανέμορφα γυμνά του σώματα πριν τον μάθουν τα τελευταία χρόνια να σκύβει το κεφάλι σε προστάγματα αλλότρια.

 

Κι έρχονται οι μεγάλοι μυστικοί, οι φιλόσοφοι της Ιωνίας, οι Ορφικοί, οι Πυθαγόριοι, οι Αλεξανδρινοί οραματιστές κι ανταμώνουν μαζί μας, μέσα μας. Σηματωροί, ταξιδεύουν με ολάνοιχτα μάτια μέσα στο ρέον κοσμικό φως.

 

Γαία, δ’ ες αυγάς ηελίου φαέθοντος, η Ελλάδα, να κολυμπάει μέσα στο φως Και προχωρά αυτό το παράξενο πλεούμενο με τους εφτά σοφούς σκυφτούς πάνω από χάρτες παλαιούς κι εξάντες, να συζητούν με τον Ηράκλειτο, τον Πλάτωνα, τον Σωκράτη και τον Αριστοτέλη για τη ψυχή του κόσμου.

 

Παιδί των μεταπολεμικών χρόνων, ο Έλληνας σήμερα νιώθει σαν τον πρόσφυγα που φεύγει στο άγνωστο της εξορίας. Περνούν μπροστά του αναμνήσεις αρχαίων και σύγχρονων πολέμων, καμένες πόλεις, ρημαγμένα χωριά, βαθιές λακκούβες από βόμβες, εμφύλιος.

 

Στο σκοτεινό λαβύρινθο της ιστορικής μνήμης τα λόγια βαραίνουν κι εγώ ο ποιητής περιμένω στο πυκνό σκοτάδι τη μεγάλη δοκιμασία. Πως να ιστορήσω τον τόπο μου, τα πάθη μας, τις καταστροφές, τις γενοκτονίες.

 

Τι να μου κάνουν οι λέξεις μπροστά στα ποτάμια το αίμα από τα τείχη της Τροίας έως σήμερα. Κι έρχεται ο ξεχασμένος κόσμος, ο κόσμος που κατοικούσε σ’ αυτά τα χώματα που είναι γεμάτα λαξεμένα τετράγωνα αγκωνάρια από οικίες και ναούς, άσπρα μάρμαρα και ζωγραφιές πάνω στα πανέμορφα αγγεία του.

 

Ξεχύνεται το αέναο του χώρου και του χρόνου κι η τελευταία Ιέρεια της υποδοχής μας περιμένει κρατώντας στο χέρι το μυστικό κλειδί που θα μας ανοίξει την ιερή πύλη των Μυστηρίων.

 

Στο άλλο χέρι κρατάει ένα ρόδι και μια παπαρούνα. Στα χέρια γλιστρούν τα ιερά της φίδια. Μια αναλαμπή ανοίγει τις πόρτες του ιερού της Θεάς. Είναι Σεπτέμβρης, η γιορτή της ευλογίας της σποράς. Τα Ελευσίνια Μυστήρια.

 

Στους κάθετους βράχους, τα στόμια των σπηλαίων εκεί που απίθωναν οι γυναίκες τα θεσμοφόρια, ήταν οι παλαιότατες κατοικίες που έγιναν άδυτα κι ύστερα τάφοι. Ο τάφος είναι το σπίτι του νεκρού. Μέσα του φυλάει τα κτερίσματα, τα κοσμήματα, το χρυσό του κύπελλο, το ορειχάλκινο σπαθί.

 

Μια νεολιθική θεά της Ευγονίας κι ένα μικρό μαρμάρινο ειδώλιο ανθρωπόμορφο από τις Κυκλάδες του προϊστορικού Αιγαίου, τον συντροφεύουν.

Εμπιστευόταν τον νεκρό στη φύλαξη της Θεάς του έρωτα και του θανάτου τη χθόνια Αφροδίτη. Ο ενταφιασμός των ανθρώπων μαζί με τη θεά της γονιμότητας σημαίνει την επιστροφή στους κόλπους εκείνης που δίνει τη ζωή αλλά και την παίρνει. Πως διπλώνεις και ξεδιπλώνεις τους μύθους, την ιερουργία της αρπαγής της κόρης, στις σφραγισμένες αποθήκες, τα γεννήματα, το χειμέριο ύπνο του σπόρου. Από τα προϊστορικά χρόνια τιμόνταν στην Ελευσίνα η βασίλισσα του Κάτω κόσμου Φερσέφασσα ως θεότητα της βλάστησης.

 

Η σπορά, η Κόρη, η μάνα Δήμητρα, η αγέλαστη πέτρα του θρήνου. Έπαιζε η Περσεφόνη με τις νύφες και μάζευε λουλούδια σ’ ένα καρπερό λιβάδι ρόδα, κρόκους,  μενεξέδες, κρινολούλουδα και νάρκισσους που η γη ανάδωσε όπως πρόσταξε ο Δίας για να ευχαριστήσει τον αδελφό του τον Άδη που ήθελε να παγιδέψει την πεντάμορφη παρθένα. Και σαν η Περσεφόνη απλώνει τα χέρια της μαγεμένη να κόψει τ’ όμορφο λουλούδι, άνοιξε η γη κι ο αφέντης του Κάτω κόσμου με τα αθάνατα άλογά του χίμηξε πάνω της.


Τα Ελευσίνια Μυστήρια είχαν δέσει έναν Ιερό Γάμο που τον εκτελούσαν στη λειτουργία ο Ιεροφάντης και η Αρχιέρεια. Οι γυναίκες κάθε άνοιξη ανοίγονταν στα χωράφια να μαζέψουν τα ιερά τους βότανα για χρώματα και γιατροσόφια και τα ιερά της θεάς. Κι ο Όμηρος διάλεξε τα λουλούδια προσέχοντας την γραφική τους ομορφιά, στην ανθοδέσμη για τα στεφάνια του ιερού γάμου. Μέχρι με τις μέρες μας μαζεύουμε, πλέκουμε και κρεμάμε τα στεφάνια της πρωτομαγιάς στις εξώπορτες.

 

Πόσο βαθιά φτάνουν οι ρίζες του μύθου. Κυκλάδες, Κρήτη, Μικρά Ασία και Εγγύς Ανατολή. Θεά των Φιδιών, Αριάδνη, Αστάρτη, Ιστάρ, Αφροδίτη και Περσεφόνη.  Στον Αιγαιακό κόσμο προηγήθηκαν οι Κυκλάδες με τη Μεγάλη Θεά, στην οποία οι Κυκλαδίτες εμπιστεύονταν τους νεκρούς στον αιώνιο οίκο τους. Από τα πρώιμα μινωικά χρόνια οι άντρες κι οι γυναίκες της Κρήτης ανέβαιναν στα ιερά των βουνών και των σπηλαίων κι αφιέρωναν τα ειδώλια τους στη χθόνια θεά.

 

Στην Κρήτη για πρώτη φορά πήραν θεϊκήμορφή οι συγκλονιστικές δυνάμεις των
εγκάτων της γης που προκαλούσαν συχνά καταστροφικές γεωλογικές αναστατώσεις. Πίστευαν ότι μπορούσαν με τη λατρεία να μεταβληθούν σε υπάρξεις παρήγορες, ακόμα και φιλικές. Κυρίαρχες του κάτω κόσμου έλεγχαν όχι μόνο την επικράτεια των νεκρών, όπως η κυκλαδική θεά, αλλά και τους θυμούς και τα ξεσπάσματα των υποχθονίων στοιχείων, ακόμα και τις γονιμικές δυνάμεις της γης, Κ’ ύστερα το χθόνιο ιερό της παλαιάς Γαίας-Πειθούς στους Δελφούς. Σχετικά με το Μαντείο ο ομηρικός ύμνος για τον Απόλλωνα μας διηγείται πως ο θεός μεταμορφωμένος σε δελφίνι οδήγησε από τον Κορινθιακό κόλπο το καράβι εσθλών κρητών
από Κνωσού Μινωίου στον Παρνασσό.

 

Η Αφροδίτη στα ιστορικά χρόνια ήταν θεά του έρωτα, της ναυσιπλοΐας και των νεκρών. Η λατρεία της χθόνιας Αφροδίτης έχει αρχαιότατες ρίζες. Πρέπει να αποτελούσε τη συνέχεια μιας από τις μεγάλες θεές της φύσης που είχαν τον έλεγχο της γονιμότητας στο φυτικό και ζωικό κόσμο εξουσιάζοντας ταυτόχρονα την γέννηση και το θάνατο κάθε ζωντανού όντος.

 

Πριν πάρει το όνομα της Αφροδίτης, στην Κρήτη την αποκαλούσαν Αριάδνη. Η Ιλιάδα που ξέρει το όνομα της Αφροδίτης διατηρεί την ανάμνηση πως η Αριάδνη ήταν η Μεγάλη Θεά στην Κρήτη με λατρεία που συμπεριλάμβανε και ιερό χορό. Η παράδοση αναφέρει τον ιερό γάμο της με το Διόνυσο στη Νάξο.

 

Ο Πλούταρχος μας λέει πως ο Θησέας επιστρέφοντας από την Κρήτη, είχε αποβιβαστεί στη Δήλο και θυσίασε στο τοπικό μεγάλο ιερό αφιερώνοντας και ένα άγαλμα της Αφροδίτης που του είχε δώσει η Αριάδνη. Τίμησε και ως θεά την Αριάδνη χορεύοντας με τους Δήλιους τον ιερό χορό της που συνηθιζόταν στην Κρήτη. Οι δεσμοί που είχε η Αφροδίτη με τους νεκρούς μαρτυρούνται από τα ιερά της που ήταν μέσα σε νεκροταφεία και συχνά ανάμεσα σε τάφους όπου γινόντουσαν νεκρόδειπνα προς τιμήν των νεκρών. Έθιμο που έχει μεταφερθεί μέχρι τις μέρες μας. Χρυσαλλίδα του αιώνιου ύπνου, η Πασικράτα, Αφροδίτη και Περσεφόνη, γεννιέται ταυτόχρονα με τη γέννηση του κόσμου. Κουβαλά στο όνομά της τις κοσμογονικές μνήμες. Πασι- κράτα. Αυτή που κρατά τα πάντα.

 

Ο Παντοκράτωρ των χριστιανικών ναών μας κοιτάζει από ψηλά με αυστηρότητα.  Το προσωνύμιο Πασικράτα, συνηθίζεται για την Αφροδίτη ως Βασίλισσα του πάνω και την Περσεφόνη του κάτω κόσμου. Η ομορφιά και η γλυκύτητά της συνόδευαν τον Έλληνα των αρχαίων χρόνων και στην επίγεια ζωή του και στο θάνατο.

Η Πασικράτα της Δημητριάδας στη Θεσσαλία δεν αφήνει αμφιβολία πως οι ευλαβείς Μάγνητες που δεν ήθελαν να εμπιστευθούν τους νεκρούς τους στις άτεγκτες θεότητες του κάτω κόσμου διάλεξαν την Αφροδίτη ως από τη φύση της καλόβουλη θεά. Είναι η εμπύρεια αρχική κατάσταση, όταν το χρυσό φως της Αφροδίτης μεταμορφώνει τη σκοτεινή ύλη, σε Περσεφόνη. Είναι η Σοφία και η γνώση εγχαραγμένες πάνω στα κύτταρά μας. Οι Μυστικοί μας λένε πως όλα τα θαύματα και τα μυστήρια του κόσμου, όλες οι πληροφορίες, βρίσκονται μέσα μας. Στη συνείδηση του Είναι μας. Ο έλληνας άνθρωπος έχει την ωριμότητα της εγκόσμιας συνείδησης. Βλέπει μέσα στο φως το μίτο του θανάτου. Όλη η ζωή του είναι δομημένη πάνω σε κύματα φωτός και σκοταδιού. Στις αντιφάσεις της επίγειας ζωής δεν διαχωρίζει την ύπαρξη του από τον κόσμο. Θέλει να έχει δεσμούς κι ομφάλιους λώρους με τα σύμβολα της συμπαντικής γνώσης. Αναγνωρίζει το μυστήριο της ύπαρξης ως τα πιο σκοτεινά βάθη του αόρατου. Η εντολή του νου του διακόσμησε το χάος κατά την έκφραση του Αναξαγόρα.

 

Διακόσμησε την φθαρτή ύλη και της έδωσε μορφή της πιο όμορφης θεάς. Της Πασικράτας. Κι εμείς πόσες φορές δεν σκεφτήκαμε τον Παράδεισο και τη Κόλαση. Το προπατορικό αμάρτημα, το φίδι και το μήλο της Εύας. Τον παραπλανημένο Αδάμ και τη σκληρή τιμωρία των πρωτοπλάστων.

Όμως ο δρόμος του ελληνικού παράδεισου περνούσε από την ειρηνική Κρήτη. Οι ζωντανές ψυχές ταξίδευαν μέσα στα λυγερά κορμιά, πάνω σε στολισμένα πλοία με τα γαλάζια δελφίνια να γλιστρούν δίπλα τους αθόρυβα.

Ακόμη περνάει στα όνειρά μας η ιερή νηοπομπήστολισμένη με γιρλάντες από κρίνα κι ανοίγουν τα παράθυρα στα σπίτια κι είμαστε εμείς οι ταξιδιώτες του χρόνου πάνω στα καράβια του στόλου.

 

Σαν έλθει η μυστική ώρα, μετά το μόχθο της ζωής, να γείρουμε στη στάση της χαλάρωσης και του αιώνιου ύπνου, ας περιμένουμε να φανεί το καράβι με τα βαθυκόκκινα πανιά για να μας πάει στα Ηλύσια Πεδία, στην τρυφερή αγκαλιά της Πασικράτας. Εκεί μας περιμένουν όλοι οι προπάτορες και προμήτορες Ο δρόμος του παραδείσου, ο δρόμος της μυθικής μας σύνδεσης με τους ανθρώπους που έζησαν για χιλιάδες χρόνια πάνω σ’ αυτά τα ιερά χώματα περνάει από τη μνήμη και την καρδιά. Κι οι άνθρωποι όλων των εποχών ζητούν δικαιοσύνη, δικαίωση στους αγώνες τους και μιαν ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.

Εγώ η ποιήτρια, μια μέλισσα συλλέκτρια, μαζεύω μέσα μου τις εικόνες του πολιτισμού μας και της γλώσσας μου κι απ’ όπου ν’ αρχίσω πάντα αυτά τα δύο πράγματα μαλακώνουν τη ψυχή μου.
Το υπέροχο μαρμάρινο κεφάλι της Πασικράτας από τη Δημητριάδα της Θεσσαλίας, κοσμεί το Μουσείο του Βόλου.

 

 

 

Ελευθερία Αναγνωστάκη - Τζαβάρα

Συγγραφέας

Μέλος της "Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών"

Διαβάστηκε 288 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr μετά από δέκα χρόνια συνεχούς λειτουργίας είναι ένα site που βοηθάει, ενημερώνει, ψυχαγωγεί και συναρπάζει τους αναγνώστες του παγκοσμίως.

Διαβάστε περισσότερα