τα κύμβαλα,
ταράζοντας τη σιωπή.
Ω ! Οι γενάρχες των θανατερών δεξιώσεων
μόλεψαν τα όνειρα
με τις παρακρούσεις τους
και έστρωσαν αγκάθια στα μονοπάτια
του έρωτα.
Έφεραν βοηθούς
τους νέους κυμβαλοποιούς
να αλαλάζουν στα παρτέρια του χρόνου,
(όσο μπορούν)
τη θλίψη να γελάσουν
και χορεύτρια να γίνει
σε ηχοδρόμια και ψηφίδες.
Κι ύστερα μασκαρεμένη
να κλείσει τους λογαριασμούς της
με την ομορφιά,
αδιαφορώντας για τις προσευχές
αγίων και μαρτύρων.
Χριστόφορος Τριάντης
Εκπαιδευτικός - Ποιητής