ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Πέμπτη, 19 Σεπτεμβρίου 2024 - 11:45:39π.μ.
26
Μαρτίου

Κριτική Παράστασης « Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» Από την ομάδα Loxodox

Κατηγορία Θέατρο και Χορός

Ο μαγικός κόσμος των ξωτικών μας κλείνει το μάτι

Το ονειρώδες αριστούργημα του μεγάλου Άγγλου δραματουργού Ουίλιαμ Σαίξπηρ, σκορπά τη μαγεία του στο χώρο ΠΛΥΦΑ από την θεατρική ομάδα Loxodox.


RIGOPOULOUΗ ομάδα Loxodox μετά από τη « Φαλακρή τραγουδίστρια» του Ευγένιου Ιονέσκο στο House of Smiths, συνεχίζει την δημιουργική της πορεία σε άλλο ένα αριστούργημα της κλασικής λογοτεχνίας, το « Όνειρο Καλοκαιρινής νύχτας» του Σαίξπηρ.


Ο Σαίξπηρ ξεκίνησε να γράφει γύρω στο 1590.


Μέχρι τότε εκείνο που επικρατούσε ήταν η μεσαιωνική παράδοση, δηλαδή το θρησκευτικό μεσαιωνικό θέατρο γεμάτο αλληγορίες, μυστήρια, αλλά και μεσαιωνικές ιστορίες που είχαν κωμικό χαρακτήρα, καθώς και χρονικά για βασιλιάδες και πρίγκιπες, που είχαν μέσα τους τα ιντερλούδια και τη φάρσα.
Την ίδια περίοδο είχε ξεκινήσει από την Ιταλία και η commedia dell’ arte και εξαπλωνόταν σε όλη την Ευρώπη, καθώς και οι πειραματισμοί των λογίων της Αναγέννησης.


Ο Σαίξπηρ όμως υπήρξε ο συγγραφέας της Αγγλικής λογοτεχνίας που είχε και τη μεγαλύτερη απήχηση.
Ο Σαίξπηρ έγραψε το « Όνειρο Καλοκαιρινής νύχτας» γύρω στα 1595 γι’ αυτό και θεωρείται μια πρώιμη κωμωδία του.
Λέγεται μάλιστα πως υπάρχουν δύο εκδοχές που επικρατούν για τη συγγραφή του συγκεκριμένου έργου.
Πρώτον γράφτηκε με αφορμή το γάμο κάποιων ευγενών της Αυλής, ή για τους εορτασμούς του Αγίου Ιωάννη του Κλύδωνα κατόπιν παραγγελίας της βασίλισσας Ελισάβετ Α΄.


Σε σχέση με τα άλλα έργα του, εδώ στο « Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» ο Σαίξπηρ δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο πρότυπο έμπνευσης, γι’ αυτό και άντλησε στοιχεία από πολλές διαφορετικές πηγές.


Πρώτον εμπνεύστηκε από την Ελληνική Μυθολογία εξ’ ου και τα πρόσωπα του Θησέα, της Ιππολύτης και του Αιγέα.


Δεύτερον άντλησε υλικό από την Αγγλική λαϊκή παράδοση γι΄αυτό και υπάρχουν ξωτικά, ο Πουκ που είναι ο Robin Goodfellow των Αγγλικών παραμυθιών, η Τιτάνια που προέρχεται από τις « Μεταμορφώσεις» του Ρωμαίου ποιητή Οβίδιου και η φιγούρα του Όμπερον από μεσαιωνικά ρομάντζα.


Το δε εγκιβωτισμένο έργο Πύραμος και Θίσβη βασίστηκε σε μια ιδιαίτερα γνωστή και ευρέως διαδεδομένη ιστορία της εποχής η οποία μάλιστα είχε και βαβυλωνιακή προέλευση.


Όλα αυτά τα διαφορετικά στοιχεία ο Σαίξπηρ τα έχει συγκεράσει τόσο αρμονικά, δημιουργώντας ένα αριστούργημα, ένα έργο εγκαλλώπισμα της κλασικής λογοτεχνίας, τοποθετώντας την υπόθεση μέσα στη μεγαλύτερη μέρα του χρόνου, το θερινό ηλιοστάσιο, καθόλου τυχαία βέβαια, καθώς η μέρα αυτή είχε τεράστια μαγική- μυστηριακή και θρησκευτική σημειολογία, διότι συμβόλιζε τη νίκη του φωτός εναντίον του σκότους και κατ’ επέκταση τη νίκη του πνεύματος απέναντι στην ύλη, την εξέλιξη του ανθρώπου και την ωρίμανσή του μέχρι την αποθέωση, η οποία εν προκειμένω έρχεται μέσα από τον έρωτα, τον μοναδικό, τον απόλυτο, τον χαρισματικό.

 

ACACOL3


Γι ‘ αυτόν τον υψηλό έρωτα ο Σαίξπηρ του έπλεξε το εγκώμιο, φιλοτέχνησε έναν βακχικό ύμνο.


Δεν είναι τυχαίο που ο σπουδαίος Πολωνός θεατροκριτικός και συγγραφέας Γιαν Κοτ είχε πει πως: « Ο Σαίξπηρ κατάφερε να συνδέσει το ακαδημαϊκό τραγικό θέατρο της Ελισαβετιανής εποχής με το καθημερινό βίωμα του δυτικού ανθρώπου».


Όσο για το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» ο Κοτ το είχε χαρακτηρίσει ως το πιο ερωτικό από όλα τα έργα του Σαίξπηρ.
Η υπόθεση- επεισοδιακή πλοκή του έργου ξεδιπλώνεται μέσα από τέσσερα επίπεδα δράσης, τα οποία ενώ αρχικά μπορεί να μοιάζουν ασύνδετα, ωστόσο στην πορεία εντέχνως διασταυρώνονται για να καταλήξουν στη γαμήλια τελετή στο παλάτι, απ’ όπου και ξεκινά το έργο ( κυκλικό σχήμα).
Στο πρώτο επίπεδο βρίσκεται ο Δούκας Θησέας ( εκπρόσωπος της κρατικής εξουσίας) μαζί με τη σύζυγό του Αμαζόνα Ιππολύτη και την ακολουθία τους.
Κατά το πρώτο επίπεδο ανακοινώνεται ο επικείμενος γάμος και δίνεται το έναυσμα για την έναρξη των προετοιμασιών εορτασμού.


Αυτό θα το ξαναδούμε στο τέταρτο επίπεδο όταν πηγαίνουν στο δάσος για κυνήγι κι εκεί με τα τύμπανά τους θα ξεκινήσουν τα ζεύγη των νεαρών Αθηναίων.


Στο δεύτερο επίπεδο, ενισχύεται η δράση καθώς οι τέσσερις νεαροί Αθηναίοι ευγενείς οδηγούνται στο δάσος, εκεί μέσα από αυτή τη δοκιμασία ( του δάσους) θα προσπαθήσουν να επιφέρουν την ισορροπία στις ασύμμετρες ερωτικές τους σχέσεις.


Η κορύφωση της δράσης έρχεται στο τρίτο επίπεδο όπου οι έξι Αθηναίοι τεχνίτες με αφορμή τις γαμήλιες τελετές ετοιμάζουν την παράσταση του Πύραμου και της Θίσβης, την οποία και παρουσιάζουν, όμως στα χέρια τους υφίσταται μια ανατροπή από τραγική ιστορία σε κωμική.


Σ’ αυτό το στάδιο έχουμε και την εμφάνιση μαστόρων και κυρίως του Σαΐτα, κατά την Αγγλική ονομασία του Bottom δηλαδή Πάτος ή και Πισινός ο οποίος εξ’ αιτίας της μαγείας θα μεταμορφωθεί σε γάιδαρο και θα περάσει για λίγο και στο τέταρτο επίπεδο.


Το τέταρτο και τελευταίο επίπεδο είναι το ονειρώδες, είναι του παραμυθιού, είναι ο μαγικός κόσμος των ξωτικών, είναι ο κόσμος του βασιλιά των ξωτικών Όμπερον και της βασίλισσας Τιτάνιας μαζί με τον ακόλουθό τους Πουκ.
Το πολυεπίπεδο σύμπαν του « Ονείρου» έχει μια ανάλογη δομή αυστηρής ιεράρχησης.

 

ACACOL2


Γίνεται απόλυτα αντιληπτό πως κάθε επίπεδο δράσης αντιπροσωπεύει είτε μια κοινωνική, είτε μια ηλικιακή ομάδα όπου οι σχέσεις ιεραρχίας γίνονται σεβαστές και τηρούνται απαρέγκλιτα.


Οι ευγενείς οφείλουν να υπακούν στον Δούκα Θησέα και το πράττουν, ο Αιγέας ζητά από το Θησέα να επαναφέρει στην τάξη την ανυπάκουη κόρη του, οι τεχνίτες υπηρετούν με σεβασμό το βασιλιά και τους ευγενείς, κάνουν όπως ακριβώς αρμόζει στη θέση τους, αλλά και οι νεότεροι πρέπει να επιδεικνύουν σεβασμό στους γηραιότερους, η Ερμία οφείλει να υπακούσει τον πατέρα της.


Όμως εδώ στο Σαιξπηρικό σύμπαν του « Ονείρου» οι πράξεις των ανθρώπων δεν είναι πάντα αυτόνομες, δεν δρουν αυτοβούλως ετεροκαθορίζονται από τον κόσμο των ξωτικών, αυτά παρεμβαίνουν και ανατρέπουν τις ζωές τους, ακόμα και οι βασιλείς βρίσκονται υπό την αιγίδα τους, για παράδειγμα η Τιτάνια προστατεύει τον Θησέα και ο Όμπερον την Ιππολύτη, ενώ η ευτυχία των ζευγαριών επιτυγχάνεται και ολοκληρώνεται μόνο μέσα από τη δράση και τις ευχές των ξωτικών, όπου κι αυτοί επιδεικνύουν μικρότητες του χαρακτήρα τους όπως αντιζηλίες, διχόνοιες, σχέσεις εξουσίας, προσομοιάζουν με τους Ολύμπιους Θεούς της Αρχαιότητας.


Η υπόθεση του έργου διαδραματίζεται στη Αθήνα όπου ο Δούκας Θησέας βρίσκεται στις ετοιμασίες για τον γάμο του με τη βασίλισσα των Αμαζόνων Ιππολύτη την οποία μόλις είχε κατακτήσει από μια μάχη.


Αντίθετα με την κόρη του Ερμία, η οποία αρνείται κατηγορηματικά να παντρευτεί τον Δημήτριο που ο Δούκας ο πατέρας της προορίζει για σύζυγο, αφού η καρδιά της είναι δοσμένη στον Λύσανδρο.


Όμως ο πατέρας της μη δεχόμενος την άρνησή της, την εκφοβίζει και την απειλεί πως αν δεν συμμορφωθεί στις επιταγές του ή θα υπηρετεί ισόβια τη Θεά Αρτέμιδα, ή θα οδηγηθεί στο θάνατο.


Μπροστά σ’ αυτές τις απειλές το ερωτευμένο και παράνομο ζευγάρι, αποφασίζει να κρυφτεί και να χαθεί μέσα στο δάσος, από εκείνη τη στιγμή και μετά αρχίζει ένα γαϊτανάκι ερωτικών παρεξηγήσεων, μαγικών φίλτρων, μεταμορφώσεων, ερήμην προδοσιών κι όλα αυτά κάτω από το ερεβώδες και μυστηριακό πέπλο του δάσους, κάτω απ’ το άγρυπνο βλέμμα των σκανδαλιάρικων ξωτικών που περιμένουν κρυφά να τους δοθεί η ευκαιρία για να δράσουν.


Και μέσα σε όλα αυτά οι θεατρίνοι που δίνουν την δική τους παράσταση « Πύραμος και Θίσβη» με καθαρά υπονομευτικό τρόπο ως προς το δραματικό αυτό έργο.


Η σκηνοθετική ματιά του Αλκίνοου Δωρή, τόσο φρέσκια, δροσερή, σύγχρονη αναδεικνύει απόλυτα το παραμυθένιο όνειρο του Σαίξπηρ και μαζί το υπέρτατο όνειρο του έρωτα, με ολόκληρη την υποβόσκουσα σημειολογία.


Ο Αλκίνοος Δωρής τοποθετώντας ως κεντρικό θέμα το γάμο γύρω από τον οποίο ξετυλίγονται τα δευτερεύοντα μοτίβα, ανυψώνει τον έρωτα , το κυρίαρχο στοιχείο, το βασιλιά της ανθρώπινης ύπαρξης, τον εξουσιαστή του μυαλού και της ψυχής, τον εξιδανικευμένο, αλλά και τον ταλαπείριο, τον βασάλτη, αλλά και τον απολαυστικό, τον ζηλιάρη, αλλά και τον μοχθηρό, τον παιγνιώδη αλλά και τον χαρισματικό.


Η διεισδυτική σκηνοθετική οπτική του Αλκίνοου Δωρή κατορθώνει όχι μόνο να παρουσιάσει όλες τις εκφάνσεις του έρωτα, αλλά και να καταυγάσει τον συσχετισμό που δημιουργεί ο έρωτας στις ανθρώπινες σχέσεις, κοινωνικό, ηθικό, συναισθηματικό, μέσα από τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες που περνά, έως την τελική κατάληξη της οριστικής και νόμιμης ένωσής τους, μέσω του θεσμού του γάμου.


Επίσης στον κόσμο των ξωτικών υποθέτουμε πως η Τιτάνια και ο Όμπερον είναι ζευγάρι καθώς ο ένας αποκαλεί τον άλλο « κύριό της» και « κυρία του» αντιστοίχως, αλλά δεν διευκρινίζεται αν είναι παντρεμένοι, μπορεί δηλαδή η σχέση τους να είναι δεδομένη, όχι όμως ότι και το υπόβαθρο αυτής ότι είναι μονογαμικό.


Ο Αλκίνοος Δωρής ρίχνει άπλετο φως στον κόσμο του παραμυθιού, της χρυσόσκονης που ραίνει απαλά τα μάτια των θεατών, αλλά ταυτόχρονα σαν σε παιχνίδι που παίζουν τα παιδιά ξετρυπώνει κάθε πονηρή ματιά ξωτικού, ως την τελική αποκάλυψη ενός ουτοπικού κόσμου, πέραν κάθε συντηρητισμού, κάθε κλειστοφοβικής ανάγκης της ύπαρξης μέσω των κοινωνικών θεσμών, πέρα από κάθε παρωχημένη ιδεοαντίληψη που περιορίζει, κατατρύχει το πνεύμα και καταστρατηγεί τα συναισθήματα, πέρα από κάθε ανοίκεια καθοδήγηση στην ετερογονία των σκοπών, ως άλλος μαέστρος διευθύνει με την μπαγκέτα του το συμφωνικό έργο που συνέθεσε, έναν ύμνο στον έρωτα, μα πάνω από όλα έναν ύμνο στην ελευθερία.


Το « Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» τυπικό δείγμα των κωμωδιών του Σαίξπηρ όπως: « Αγάπης αγώνας άγονος», « Όπως σας αρέσει», « Τρικυμία», ξεκινά από έναν βασικό και αναγνωρίσιμο χώρο όπως είναι το παλάτι, για να περάσει σ’ ένα χώρο χαώδη, ανεξερεύνητο και μυστηριακό που είναι το δάσος, του οποίου η ίδια η μορφολογία παρέχει μια ελευθερία και ανεξαρτησία αρχέγονη, έξω από τις καταπιεστικές κοινωνικέ φόρμες που τρέφουν τα διλήμματα στις ανθρώπινες σχέσεις για να καταλήξει πάλι στον περιχαρακωμένο κόσμο της ηθικής και της εκλογίκευσης των συναισθημάτων, αλλά με μια ματιά πιο εναρμονισμένη στην άπεφθη ανθρώπινη υπόσταση εξομαλύνοντας το συγκρουσιακό πεδίο.


Η σκηνοθετική γραμμή του Αλκίνοου Δωρή φωτίζει την διττή πλευρά και την απαιτούμενη εξισορρόπηση, ανάμεσα στην ευταξία – ελέγχου και στην αταξία- χάους.


Για την Ερμία και τον Λύσανδρο το δάσος έγινε το καταφύγιό τους από την καταπίεση που δέχονταν στην Αθήνα, χώρος ελευθερίας και ανεξαρτησίας, σε συνδυασμό δε με το μοτίβο της νύχτας που ακλουθεί παραπέμπει αυτόματα σε μια ερωτική υπερδιέγερση και στην εκτέλεση πράξεων που ξεφεύγουν από την τάξη.

 

ACACOL1


Η τάξη και ο νόμος δηλαδή ο Θησέας, εμφανίζονται και πάλι με το φως του ήλιου.


Πέρα όμως από το μοτίβο της νύχτας, ο Αλκίνοος Δωρής δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη μαγεία που κρύβει το δάσος, απόκοσμους ήχους, σκιές και φυσικά στο μαγικό φίλτρο που βρίσκεται στα χέρια του Πουκ που με την σκανδαλιάρικη υπόστασή του θα γίνει το κυρίαρχο όργανο ερωτικής αναρχίας, περιπλέκοντας έτι περισσότερο τους ερωτικούς δεσμούς των τεσσάρων νέων, δημιουργώντας μεγαλύτερους μπελάδες και μια αναπάντεχη και απροσπέλαστη αρχικά δυσαρμονία, αλλά και μεταστροφή της συμπεριφοράς των ηρώων, πραγματική δε αποκάλυψη των φόβων, των πόθων, των ανασφαλειών, των απόκρυφων επιθυμιών, αλλά και επιδεικνύοντας μια συμπεριφορά υβριστική, βίαιη, αλαζονική μέχρι την έσχατη γελοιοποίηση.


Όμως αυτή η μεταστροφή στην προσωπικότητα του Λύσανδρου και του Δημήτριου επηρεάζουν και τη συμπεριφορά τόσο της Ελένης χάνοντας την αυτοεκτίμησή της παρομοιάζοντας τον εαυτό της ως σκυλάκι του Δημήτριου, όσο και της Ερμίας που θίγει το ζήτημα του ύψους της.


Έτσι το μαγικό δάσος με τα θηρία δεν είναι άλλο από το θηρίο που κρύβει μέσα του ο καθένας, είναι η πραγματική ανακάλυψη του εσώτερου εαυτού του, το δάσος είναι το καθαρτήριο και μαζί το πέρασμα από την ανευθυνότητα – στην υπευθυνότητα, από την ανήλικη παιγνιώδη διάθεση, στην ενηλικίωση και την ωριμότητα, δεν είναι καθόλου τυχαίο που όλη η δράση τοποθετείται την νύχτα του Θερινού ηλιοστασίου η οποία σε όλη σχεδόν την Ευρώπη συνδέεται με παγανιστικές τελετουργίες γονιμότητας.


Η επίδραση όμως του μαγικού φίλτρου δρα εξίσου κωμικά και στην αέρινη βασίλισσα των ξωτικών Τιτάνια που ερωτεύεται παράφορα τον μεταμορφωμένο σε γάιδαρο Σαΐτα, ξυπνώντας τον σαρκικό ερωτικό πόθο μέσα της.


Η ευφυής και σύγχρονη σκηνοθετική ματιά του Αλκίνοου Δωρή, έχτισε μια παράσταση που κατορθώνει με ευρηματικούς χειρισμούς να συγκεράσει το κωμικό με το δραματικό στοιχείο, αλλά και την ομορφιά με την ασχήμια σ’ ένα αριστουργηματικό γκροτέσκ τετ- α-τετ όταν η Τιτάνια χαϊδεύει τρυφερά τον γαιδουρόμορφο Σαίτα, αποκαλώντας τις παρειές του « μαγουλάκια», το τεράστιο κεφάλι του « απαλό κεφαλάκι» και τα υπερμεγέθη αυτιά του « πανέμορφα», τοποθετώντας σε δεσπόζουσα θέση την ειρωνεία.


Όταν η θεατρική ομάδα Loxodox αποτελούμενη από νέους ηθοποιούς γεμάτους όρεξη, πάθος για την Τέχνη τους και ενθουσιασμό βρίσκεται επί σκηνής, δεν περιμένεις τίποτα λιγότερο από το να απολαύσεις εν προκειμένω την πιο ερωτική κωμωδία του Σαίξπηρ με τον καλύτερο τρόπο.


Δέκα ηθοποιοί συμπλέουν αρμονικά επί σκηνής γεμάτοι κέφι, έχοντας στη φαρέτρα τους τη δεινότητα του υποκριτικού τους τάλαντου, χωρίς φληναφήματα και υπερβολές, οικοδομώντας μια άρτια παράσταση, με ρυθμό, δυναμική, καλοδουλεμένη ως την τελευταία λεπτομέρεια, η οποία διακατέχεται από έναν ασίγαστο εσωτερικό ρυθμό, που αποτελεί τον πυρήνα της δυναμικής, της ενέργειας αλλά και της ανάδειξης με τον καλύτερο τρόπο του λόγου του Σαίξπηρ.
Ο Βασίλης Σταματάκης βρίσκεται στο ρόλο του Θησέα και του Όμπερον.


Τόσο ως Θησέας υπηρέτησε το ρόλο που υποδυόταν με περισσή χάρη, αναδεικνύοντας απόλυτα το γόητρο και την εξουσία που πρέσβευε ως βασιλιάς.
Όμως εκεί που θα ήθελα να εστιάσω είναι στη διπλή διανομή στο ρόλο του Όμπερον, όπου υπήρξε απολαυστικός.


Εξαιρετική άρθρωση, όλα τα εκφραστικά του μέσα σε πλήρη ανάπτυξη επί σκηνής, η κινησιολογική του προσέγγιση άρτια, ολοκληρωμένη χωρίς ίχνος υπερβολής, εναργής, μας ανοίγει διάπλατα την πόρτα στον κόσμο των ξωτικών και μας κλείνει το μάτι να τον ακολουθήσουμε σε μια διαδρομή στο αναπάντεχο.


Επίσης σε διττό ρόλο η Δήμητρα Σπανούλη ως Ιππολύτη και Τιτάνια.


Η Δήμητρα Σπανούλη αναδεικνύει με ευχέρεια το ρόλο της ως βασιλική σύζυγος και Αμαζόνα, χωρίς όμως να στερεί την ελαφρά κωμική εσάνς που ενδύεται η Ιππολύτη.


Στο ρόλο όμως της Τιτάνιας της βασίλισσας των ξωτικών η ερμηνεία της είναι αποκαλυπτική, μεγαλειώδης όπως ακριβώς θα ταίριαζε σε μια βασίλισσα και συνάμα απόκοσμη και αέρινη με την έξοχη ευχέρεια στην κίνησή της θαρρείς και ίπταται πάνω από τους θεατές σκορπώντας τους λίγη από τη μαγεία της.
Στο ρόλο του Πουκ η Δήμητρα Κολοκυθά, απλά έξοχη. Η Δήμητρα Κολοκυθά αναπτύσσει το ρόλο του ξωτικού Πουκ επί σκηνής μοναδικά, ταλαντούχα, έχοντας μελετήσει με χειρουργική – σχολαστική ακρίβεια κάθε λεπτομέρεια του ρόλου που ενδύεται, απολαμβάνουμε την εκφραστική της δεινότητα, την κινησιολογική της ευχέρεια, τους τονισμούς των λέξεων του πιο κωμικού χαρακτήρα του Σαίξπηρ.


Ένας Πουκ ζωηρός, χαριτωμένος, σκανδαλιάρης, αεικίνητος, αλαζονικός και γκαφατζής κάποιες φορές, πιάνει το χέρι των θεατών και τους τραβά μέσα στο παραμύθι, τους κάνει συνεργούς στο όνειρο, μιας ξέφρενης- μαγικής νύχτας του Καλοκαιριού.


Η Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου στο ρόλο της Ελένης και του Μπρίκη.


Η Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου απέδωσε εξαιρετικά το ρόλο της Ελένης της δροσερής, σπινθηροβόλας νεαρής γεμάτη πάθος και έρωτα και συνάμα ευαίσθητης που αγωνίζεται για τον άπιαστο έρωτά της, ενώ ταυτόχρονα αποτυπώνει ευκρινώς την κωμική διάσταση του ρόλου της Ελένης καθώς και του Μπρίκη.


Στο ρόλο της Ερμίας και του Αλφάδη η Μπέτυ Σαράντη.


Η Μπέτυ Σαράντη υποδύεται έξοχα τόσο την αθώα, ερωτευμένη, τρυφερή και ειλικρινή Ερμία, όσο και τον κωμικό, αγαθό Αλφάδη.
Ο Σταύρος Καστρινάκης στο ρόλο του Δημήτριου και του Βελόνη.
Ο Σταύρος Καστρινάκης υποδύθηκε έξοχα το ρόλο του νεαρού Δημήτριου, με δυναμισμό, με την ορμή που δίνουν τόσο τα νιάτα, όσο και ο έρωτας, χτίζοντας μια άκρως ολοκληρωμένη και γοητευτική εικόνα του Δημήτριου.
Επίσης ως Βελόνης ανέδειξε την κωμική, αγαθή και γνήσια στόφα του ρόλου.


Στο ρόλο του Λύσανδρου και του Σουραύλη, βρίσκεται ο Γιάννης Μπάτσης.


Ο Γιάννης Μπάτσης, ανέδειξε πλήρως τον τολμηρό και ορμητικό Λύσανδρο που ενδυόταν καθώς και την κωμική μορφή του Σουραύλη.
Ο Μηνάς Πασπαλάς επίσης σε διπλή διανομή του Αιγέα που υπήρξε έξοχος, όσο και ως Σφήνας.


Η Κατερίνα Κωνσταντίνου στο ρόλο της Νεράιδας, υπήρξε υποδειγματική ως προς το μαγικό – φαντασιακό στοιχείο που ανάβλυζε από την ερμηνεία της.
Τέλος ο Νάσος Κρέτσης ερμήνευσε υπέροχα τον Πάτο.


Ο λόγος του Σαίξπηρ έχει τεράστια αισθητική δύναμη καθώς η ηχητική ποιότητα των λέξεων, τα σχήματα του λόγου, ο εσωτερικός ρυθμός που πάλλεται μεταβιβάζοντας τις δονήσεις του στους θεατές, το μέτρο, οι εικόνες που διαμορφώνουν σκηνική παρουσία, που δηλώνουν απερίφραστα την κωμική ή δραματική διάσταση του έργου, ο ακραιφνής λυρισμός του χαρισματικός και εύηχος: « η σελήνη μοιάζει να αργοπορεί τον πόθο του σαν χήρα μητριά που ξεκοκαλίζει την περιουσία από τον νεαρό κληρονόμο» έτσι δηλώνει ο Θησέας την ανυπομονησία του μ’ αυτή την παρομοίωση, όλος αυτός ο έκπαγλος λόγος , ενδύεται με μια υπέροχη μουσική όπου τα εύσημα πρέπει να αποδοθούν στην Στέλλα Γαδέδη.


Η Στέλλα Γαδέδη δημιούργησε μια ευήλατη μουσική, όπου τα μελωδικά της μοτίβα μπορούσαν με περισσή ευκολία να μετατρέπονται από μεσαιωνικά και πομπώδη στην εμφάνιση του βασιλικού ζεύγους, παιγνιώδη μπροστά στις σκανδαλιές των ξωτικών, ερωτικά στις τρυφερές σκηνές των ζευγαριών, απόκοσμα και μυστηριακά στον κόσμο των ξωτικών, μ ‘ ένα ισοκράτημα αναδεικνύει όλη τη μυσταγωγία του δάσους ακόμα και το βελούδινο άκουσμα από το νανούρισμα της βασίλισσας τόσο απαλό και αέρινο.


Έξοχη εκλογή των οργάνων από τη Στέλα Γαδέδη καθώς το βιολί και το φλάουτο συνομιλούν μοναδικά και γοητευτικά με την ανθρώπινη φωνή.
Τα σκηνικά της Μαρίζας Θεοφυλακτοπούλου ήταν απόλυτα σύμφωνα με τις επιταγές του Ελισαβετιανού Θεάτρου καθώς ο τόπος και ο χρόνος δηλώνονταν με το κυρίαρχο στοιχείο του λόγου και όχι των πολυπληθών σκηνικών.


Η Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου δημιούργησε σκηνογραφικά ένα υπέροχο, λιτό – εναλλασσόμενο σκηνικό τοπίο που εύκολα από παλάτι με τους δύο θρόνους μετατρέπεται σε δάσος ερεβώδες και μυστηριακό, σ’ αυτό συνηγορούν οι εξαιρετικές φωτοσκιάσεις τόσο καλά επιμελημένες όπως και στο σύνολό τους οι φωτισμοί από τον Θωμά Οικονομάκο.


Τα φώτα μεγεθύνουν τα σώματα, τις μορφές, δημιουργούν ένα πολυοργασμικό θέατρο, μέχρι την καθαρτήρια στιγμή όπου μέσα από ένα φινιστρίνι ξεπροβάλλει υπέροχο και μεγαλειώδες το φεγγάρι.


Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκαν τα υπέροχα κοστούμια που αποδίδονται τόσο στη Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου, όσο και στην Ισμήνη Ασημάκη, όπου πραγματικά υπήρξαν εντυπωσιακά με εύστοχες χρωματικές επιλογές υφασμάτων ( π.χ. ταφτάς, βελούδο) που αντιπροσώπευαν πλήρως την αισθητική του κάθε ρόλου.
Εξαιρετική δουλειά έκανε και η Φωτεινή Γεωργίου στην κατασκευή της μάσκας του γαιδάρου, ήταν τόσο υπερβολική σε μέγεθος και εντυπωσιακή όπως ακριβώς ταίριαζε σ’ αυτό το γκροτέσκ στοιχείο του έργου.


Τέλος την κινησιολογική επιμέλεια είχε η Αγγελική Τσούπρα.


Μέσα από την σχολαστική μελέτη του κάθε ρόλου, πραγματικά η Αγγελική Τσούπρα μεγαλούργησε ως προς το κομμάτι της κίνησης, τόσο ακριβής η προσέγγισή της, για παράδειγμα ο Πουκ μόνο με την κίνησή του θα μπορούσε ακόμα και χωρίς κοστούμι να δώσει τη μορφολογία του ρόλου.
Εν κατακλείδι ο Αλκίνοος Δωρής με την ευφυή σκηνοθετική του ματιά που με ενσυναίσθηση ενέσκηψε στο λόγο του Σαίξπηρ κατορθώνοντας τόσο σύγχρονα, εύληπτα και με χαρισματική εναλλασσόμενη, άκρως εξισορροπηστική ροή ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ, το κωμικό και το δραματικό στοιχείο να κοινωνήσει το έργο του Σαίξπηρ στους θεατές, δημιουργώντας μια φαντασιακή – θεατρική ψευδαίσθηση απαράμιλλου κάλλους όπου τα όρια της λογικής και της πραγματικότητας αποκτούν μια ανώτερη, υπερβατική υπόσταση, παρουσιάζοντας μια διαφορετική οπτική των πραγμάτων και καλεί τους θεατές να ενσωματωθούν σ΄ αυτό το φαντασιακό ταξίδι, να συμπλεύσουν ανάμεσα στο εκλογικευμένο και το άλογο στοιχείο, ανάμεσα στον απτό κόσμο και την ουτοπία, ανάμεσα στην αλήθεια και το όνειρο, ένα όνειρο ρομαντικό, τρυφερό, ανατρεπτικό με χιούμορ, συναρπαστικό, που αξίζει να ζήσετε.
Καλή σας θέαση!!

 

 


Μαριλιάνα Ρηγοπούλου
Εκπαιδευτικός, σοπράνο, κριτικός θεάτρου

 

 

 

Συντελεστές:
Κείμενο: Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Σκηνοθεσία: Αλκίνοος Δωρής
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Κίνηση: Αγγελική Τσούπρα
Μουσική: Στέλλα Γαδέδη
Σκηνογραφία: Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου
Κοστούμια: Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου, Ισμήνη Ασημάκη
Πίνακας ζωγραφικής: Ισμήνη Ασημάκη
Φωτισμοί: Θωμάς Οικονομάκος
Φωτογραφίες παράστασης: Sabrina Brodescu
Κατασκευή Κοστουμιών: ΡΑΜ ΡΑΜ
Κατασκευή μάσκας: Φωτεινή Γεωργίου
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη

 


Παραγωγή: LOXODOX
Οργάνωση παραγωγής: Loxodox, Όλγα Τσατσούλη

 

Διανομή (αλφαβητικά)
Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου: Ελένη, Μπρίκης
Σταύρος Καστρινάκης: Δημήτριος, Βελόνης
Δήμητρα Κολοκυθά: Πουκ
Νάσος Κρέτσης: Πάτος
Κατερίνα Κωνσταντίνου: Νεράϊδα
Γιάννης Μπάτσης: Λύσανδρος, Σουραύλης
Μηνάς Πασπαλάς: Αιγέας, Σφήνας
Μπέτυ Σαράντη: Ερμία, Αλφάδης
Δήμητρα Σπανούλη: Ιππολύτη, Τιτάνια
Βασίλης Σταματάκης: Θησέας, Όμπερον



Μουσικοί επί σκηνής: Κατερίνα Κωνσταντίνου (φλάουτο), Νάσος Κρέτσης, Μηνάς Πασπαλάς (βιολί, κιθάρα), Νάσος Κρέτσης (νταούλι)

 

Πληροφορίες Παράστασης
Παραστάσεις: Από Παρασκευή 8 Μαρτίου
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 19:00
Τιμές εισιτηρίων
Γενική Είσοδος: 12€
Φοιτητικό/ Μειωμένο: 10€

 

Διάρκεια παράστασης: 105’ λεπτά



Προπώληση εισιτηρίων: MORE.COM


https://www.more.com/theater/oneiro-kalokairinis-nyxtas/

 


Τηλέφωνο κρατήσεων: 6948199103

Διαβάστηκε 117 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(4 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr μετά από δέκα χρόνια συνεχούς λειτουργίας είναι ένα site που βοηθάει, ενημερώνει, ψυχαγωγεί και συναρπάζει τους αναγνώστες του παγκοσμίως.

Διαβάστε περισσότερα