ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ :
giweather joomla module
Παρασκευή, 9 Ιουνίου 2023 - 7:23:17μ.μ.

banner468x60

02
Ιουνίου

« Οπερέττα» Γκομπρόβιτς – Καραθάνος Δύο αντισυμβατικοί δημιουργοί στο Εθνικό

Κατηγορία Θέατρο και Χορός

Στο κτίριο Rex του Εθνικού θεάτρου στη σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα η παράσταση « Οπερέττα» του Πολωνού Θεατρικού συγγραφέα Βίτολντ Γκομπρόβιτς σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου και μετάφραση Γιάννη Αστερή, ένα ποιητικό αριστούργημα που παίρνει σάρκα και οστά, στην πιο σουρεαλιστική εκδοχή του.

RIGOPOULOU

Ο Πολωνός συγγραφέας Βίτολντ Γκομπρόβιτς, ανήσυχο πνεύμα, ελεύθερο, απόλυτα αντισυμβατικό γεννήθηκε το 1904 στη Βαρσοβία.


Θα αναφέρω λίγα στοιχεία της ζωής του προκειμένου να γίνει αντιληπτή η φυσιογνωμία του έργου του.


Ο Γκομπρόβιτς έχοντας ευγενή καταγωγή και μεγαλωμένος με ιδιωτικούς δασκάλους , σπούδασε νομική, ταξίδευε πολύ, ήταν άθεος και αυτοεξόριστος για 24 συναπτά έτη στην Αργεντινή χωρίς να μιλά Ισπανικά και ξανά αυτοεξόριστος στη Γαλλία μέχρι το θάνατό του.


Από πολύ μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με έργα του Κάντ, του Νίτσε, του Σοπενχάουερ όπως και έργα της Παγκόσμιας λογοτεχνίας.


Ο Γκομπρόβιτς είναι από τους πιο ισχυρούς εκπροσώπους του θεάτρου του «Παραλόγου», όχι αναίτια όμως, αν σκεφτεί κανείς πως μεγαλώνοντας στην περίοδο του Μεσοπολέμου του 20ου= αιώνα , βίωσε στο πετσί του τον απόλυτο παραλογισμό, όπως τον ένιωσαν και τον εξέφρασαν και οι άλλοι δύο Πολωνοί πεζογράφοι εκπρόσωποι του μοντερνισμού ο Βίτκιεβιτς και ο Σουλτς, αλλά και στο Παρίσι ο Μπέκετ, ο Ιονέσκο, ο Καμύ, ο Σάρτρ.


Σε όλα του τα έργα το « παράλογο» είναι το κυρίαρχο στοιχείο, ένα παράλογο άρρηκτα συνδεδεμένο με την αποτυχία η οποία αποτυπώνεται με χιούμορ κι έναν υπαρκτό ανθρωπισμό, χωρίς ίχνος λαικισμού και κολακείας, αντίθετα έναν ανθρωπισμό εκλεπτυσμένο.


Ο ίδιος δηλώνει πως: « Εγώ είμαι χιουμορίστας, γελωτοποιός, ακροβάτης, προβοκάτορας. Τα έργα μου κάνουν διπλές κωλοτούμπες για να διασκεδάσουν το κοινό μου. Εγώ είμαι τσίρκο, λυρισμός, ποίηση, τρόμος, καυγάς, παιχνίδια, τι άλλο θέλετε;».


Ο Γκομπρόβιτς ξεκίνησε να γράφει την « Οπερέττα» το 1955, η οποία έφτασε στην τελική της εκδοχή προς έκδοση και δή στα Πολωνικά το 1966 από το περιοδικό Kultura.


Όλη η υπόθεση διαδραματίζεται στα Ιμαλάια σ’ένα πύργο όπου ο Κόμης Αρισταίος προσπαθεί να κλέψει την καρδιά της αγαπημένης του Αλμπερτίνας και μαζί του ένα τσούρμο από γελοίους με κολάν γυαλιστερά, με φανταχτερές τεράστιες τουαλέτες και φουσκωμένες περούκες κι άλλοι πάλι πιθηκόμορφοι να σέρνονται στα βράχια στα Ιμαλάια, ένα τρελό συνονθύλευμα ανθρώπων και μορφών, μια σουρεαλιστική καταιγίδα που αφήνει το θεατή άφωνο, κυριολεκτικά συγκλονισμένο όταν διαπιστώνει πως τα πιο σοβαρά και ουσιαστικά μηνύματα έρχονται μέσα από το χιούμορ.


Ο Νίκος Καραθάνος για μία ακόμη φορά μετά τη « Γκόλφω» και το « Δεκαήμερο» είναι αποκαλυπτικός, καινοτόμος και ανεξάντλητος.


Πηγή έμπνευσης και δημιουργίας, ενός θεάτρου ανεξερεύνητου, ενός θεάτρου που καθηλώνει το θεατή σε νέες ερμηνευτικές φόρμες, αξιοποιώντας και την πιο μικρή λεπτομέρεια.
Ο Νίκος Καραθάνος μέσα από τη σκηνοθετική του οπτική κατόρθωσε να αναδείξει όλη την αντισυμβατική ματιά του Γκομπρόβιτς, όλη την επαναστατική του διάθεση.


Καθώς οι μορφές των πιθήκων, μας παραπέμπουν αρχικά στη Δαρβινική θεωρία της εξέλιξης και της διαδοχικής αλληλοπροέλευσης των μορφών, όπου όλα τα είδη ζωής προέρχονται από κοινούς προγόνους κι έχουν διαμορφωθεί με την πάροδο του χρόνου, εν συνεχεία όμως συντελείται αναγωγή των κοινωνικών τάξεων, οι ομοιότητες της φύσης τους και οι διαφορές όπως αυτές προκύπτουν από το πλαίσιο μιας κοινωνίας.


Καθώς καυτηριάζει με ευθύβολο τρόπο τα ήθη της εποχής, μιας εποχής που δεν απέχει πολύ από αυτά που ζούμε σήμερα, την ματαιοδοξία, τον υπερφύαλο και βαυκαλιστικό κόσμο της αριστοκρατίας, τη διαφορά ανάμεσα στους πλούσιους ευγενείς και στους υπηρέτες.


Έχει δοθεί τεράστια έμφαση στις μάσκες, (μορφή), καθώς οι υπηρέτες είναι όλοι με μάσκα πιθήκου στο κεφάλι, δείχνοντας την κατωτερότητά τους, την ευτέλειά τους και την υποταγή στα αφεντικά τους, οι οποίοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά πειθήνια όργανα αυτών.


Όμως η εξέλιξη των πραγμάτων οδηγεί στον πιθηκισμό τους ευγενείς, την αριστοκρατία οι οποίοι γίνονται γελοίοι καθώς πέρα από τους τίτλους τους, δεν φέρουν τίποτα άλλο παρά μόνο ημιμάθεια, αμορφωσιά, πεπτωκότες αξίες και διάχυτο νεοπλουτισμό.


Χαρακτηριστικό δείγμα αυτού του άξεστου νεοπλουτισμού που καταστρέφει κάθε ίχνος αισθητικής η Κόμισσα, την οποία υποδύεται έξοχα η Λυδία Φωτοπούλου και ο σύζυγός της Βαρόνος που βρίσκει στο πρόσωπο του Κώστα Μπερικόπουλου τον πιο εξαιρετικό εκφραστή, λέει ενδεικτικά : « Η μαμά μου είχε πεί πως όλοι οι άνθρωποι έχουμε τον ίδιο κώλο αλλά αυτό δεν πρέπει να το μάθει η μπουρζουαζία. Τα χέρια, τα πόδια, το πρόσωπο μπορεί να μην είναι τίποτα, αλλά ο κώλος είναι η απόδειξη πως είμαστε ίδιοι, αν όχι κατώτεροι της πλέμπας. Το θέμα είναι ο κώλος».


Πόσο πιο πολιτικά τεκμηριωμένη άποψη θα μπορούσε να έχει δοθεί απ’αυτή και με πόσο πιο ευφυή και ιδιαζόντως χιουμοριστικό τρόπο.

ACAOPERETAD
Ο Γκομπρόβιτς στο έργο του κάνει πολιτική και μαζί επανάσταση.


Κατά την επίδειξη μόδας που διοργανώνει ο μεγάλος μαίτρ της μόδας Φιόρ, τον οποίο υποδύεται με ξεχωριστό τρόπο η Γαλήνη Χατζηπασχάλη, λέει χαρακτηριστικά πως: « η μόδα δεν είναι τα ρούχα, αλλά ο άνθρωπος», άλλη μια τεράστια αλήθεια που από μόνη της είναι μια επανάσταση.


Και η επίτευξη αυτής της επανάστασης επιτυγχάνεται από την Αλμπερτίνα με την φυσική και καθ’όλα τα εκφραστικά της μέσα γοητευτική Εύη Σαουλίδου, η οποία προτιμά και εκθέτει τη « γύμνια», του σώματος, της ψυχής, του πνεύματος, αυτή η «γύμνια» είναι η απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου που ανατρέπει, σπάει, γκρεμίζει τα δεσμά της εφήμερης, κενής, ματαιόδοξης μόδας, της οποιασδήποτε όμως κοινωνικής μόδας που υποτάσσει, υποδουλώνει και κατευθύνει άβουλα όντα.


Ο Κόμης Αρισταίος, τον οποίο ενσαρκώνει ο Χάρης Φραγκούλης με επιτυχία, είναι η απόλυτη επίδειξη αμετροέπειας στα λεγόμενά του, ο οποίος μέσα από άπειρα φληναφήματα προβάλλει την υπερφίαλη προσωπικότητά του, τόσο άρτιος κινησιολογικά καθώς κινείται σαν νευρόσπαστο που επί της ουσίας διακωμωδεί μέσα από την κίνηση την ίδια του την ύπαρξη.
Ο δε αντίζηλος και αντεραστής για την καρδιά της Αλμπερτίνας ο Φιρουλέ, κατά κόσμο Μιχάλης Σαράντης, επιτυγχάνει με έπαρση ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα.


Σ’αυτό το σημείο θα ήθελα να επισημάνω πως ολοκλήρου του θιάσου η κίνηση ήταν εξαιρετικά καλά δουλεμένη, σε κάθε λεπτομέρεια και αυτό οφείλεται στην Αμάλια Μπένετ, όπου για μια ακόμα φορά το έργο της ήταν ολοκληρωμένο καθώς οι ηθοποιοί αξιοποιώντας στο έπακρο τη γλώσσα του σώματος δείχνουν την ευγενική και αριστοκρατική καταγωγή τους, τον επιφανειακό τους χαρακτήρα , τον ευτελή και ανούσιο βίο που διάγουν για να καταλήξουν σε αυθεντικούς πιθήκους που σκαρφαλώνουν στον ψηλό και επιβλητικό λόφο των Ιμαλαίων.


Το εντυπωσιακό σκηνικό της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου, όπως και σε άλλες παραστάσεις του Νίκου Καραθάνου είναι φυγόκεντρο ( π.χ. το τεράστιο κρεβάτι στο κέντρο της σκηνής στο « Δεκαήμερο» του Βοκάκιου).


Όλα ξεκινούν από τον επιβλητικό λόφο των Ιμαλαίων που ορθώνεται στο κέντρο της σκηνής και η δυναμική τους εκρήγνυται και επεκτείνεται γύρω από αυτό.


Εντυπωσιακή σκηνική σύλληψη από την Έλλη Παπαγεωργακοπούλου, όπου μαζί με τα εξωφρενικά και γκροτέσκο κοστούμια θα έλεγα πως υπήρξε ο ιδανικότερος συνδυασμός.


Φυσικά οι μορφές των πιθήκων, όλες αυτές οι γλυπτικές κατασκευές που παίζουν καθοριστικό ρόλο έγιναν από τον Σωκράτη Παπαδόπουλο.


Όλο αυτό το θεατρικό αριστούργημα το οποίο είναι πραγματικά εικαστική παρέμβαση ντύνουν αισθητικά οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Νίκου Βλασσόπουλου, θυμίζοντας κάποιες στιγμές κάτι το μεταφυσικό, όταν ακούγεται το « άκου τη φύση πως τρίζει, πώς μουγκρίζει» όπου με φόντο το βουνό, ακούγεται φωτισμένο σαν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί.


Δεν θα μπορούσα να παραβλέψω τη δυναμική της εξαίσιας μουσικής του Άγγελου Τριανταφύλλου, ο οποίος πραγματικά εκτινάσσει την παράσταση μέσα από μπαλάντες, παραδοσιακές φόρμες, τζάζ μοτίβα, κάποιες στιγμές δημιουργώντας συνειρμούς λίγο από Κούρτ Βάιλ, σε συνεργασία μιας οκταμελούς ορχήστρας επί σκηνής αποτελούμενης από κοντραμπάσο, γκάιντα, καβάλ, ντουντούκ, κλαρίνο, φλάουτο, τρομπέτα, τούμπα, κιθάρα, τρομπόνι, κρουστά και πιάνο.


Ο Νίκος Καραθάνος είχε ωστόσο διττή ευθύνη καθώς πέρα από τη σκηνοθετική φόρμα που έπρεπε να δώσει, ο ίδιος έκανε τον ιδιαίτερο και περίεργο ρόλο του καθηγητού που έπασχε από χρόνιο σύνδρομο εμετού και σε κάποια στιγμή λέει την καίρια φράση: « θα ξεράσω τον εαυτό μου».


Νομίζω η φράση αυτή περικλείει όλο το ανθρώπινο υπαρξιακό δράμα της ανθρωπότητας, την κραυγή της απόγνωσης για τη ζωή που διαμορφώσαμε και ζούμε, για τις κοινωνικές επιταγές που καταδυναστεύουν, για το ηθικό τέλμα στο οποίο έχουμε περιέλθει, για το όνειδος που βιώνουμε, για την επιτακτική ανάγκη αποτίναξης του φορτίου και επιστροφής στην αρχή, στη φύση ώστε αυτός ο κόσμος να ξαναγεννηθεί.


Ο Γκομπρόβιτς έγραφε αυτό το έργο για 15 χρόνια.


Το ονόμασε « Οπερέττα», όμως το είδος αυτό του θεάτρου έχει έναν λυρισμό έντονο, κάτι που στο έργο του Γκομπρόβιτς απουσιάζει, ωστόσο έχει κρατήσει την κωμική διάσταση αυτού του είδους έως και τα πλαίσια του γελοίου, που ο Καραθάνος το εκμεταλλεύεται δημιουργικά και ευφάνταστα με μια ανεπιτήδευτη γοητεία, τόσο έντονα κωμικό, που αγγίζει τα όρια του δραματικού, κατορθώνει να μετατραπεί σε μια κραυγή υπαρξιακής αγωνίας, σε μια οδύνη κι έναν κοπετό απ’τα έγκατα της ανθρώπινης ύπαρξης, για να καταλήξει σε μια εσωτερική αφύπνιση, σε μια κοινωνική ανατροπή, σε μια επανάσταση.


Οι αισθήσεις των θεατών θα βρεθούν μπροστά σε μια έκπληξη, σ’ένα θέατρο διαφορετικό, σε μια παράσταση που γοητεύει και συναρπάζει, σ’ένα περίεργο συνδυασμό πολλών διαφορετικών στοιχείων κάποιες φορές ακόμα και αντικρουόμενων, που όμως κατορθώνουν να συγκεραστούν κάτω απ’το μυστηριακό πέπλο του παραλόγου, του γκροτέσκο, του σαρκασμού, του ειρωνικού σκεπτικισμού, ακόμα και της βλακείας, της αδιάκοπης εναλλαγής έκπληξης και πλήξης, της ετερογονίας των σκοπών, της συγκρουσιακής σχέσης μεταξύ ασημαντότητας και πολυσημίας, μιας έντονης συγκινησιακά πολυσημίας, το ανοίκειο προσώπων και καταστάσεων, ακόμα και τη χιουμοριστική μπουρδολογία, που όμως όλα αυτά συνθέτουν αυτό που ονομάζουμε αληθινή Τέχνη, Μεγάλο Θέατρο.

 

 

 

 

 

 

 

Μαριλιάνα Ρηγοπούλου 

Εκπαιδευτικός-Σοπράνο-Κριτικός Θεάτρου

 

Διαβάστηκε 376 φορές
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(3 ψήφοι)

Πολιτιστικο Σωματειο «οι κορυφαιοι»

Ποιοι Ειμαστε

Το mcnews.gr είναι ένα site, που φιλοδοξεί να δώσει στους αναγνώστες του αντικειμενική και ανεξάρτητη ενημέρωση, χωρίς υπερβολές, παραποιήσεις και σκοπιμότητες...

Διαβάστε περισσότερα